Μια εξαγορά του ελληνικού χρέους δεν μπορεί να εκληφθεί κατά πάσα πιθανότητα ως «πιστωτικό γεγονός», εκτίμησε σήμερα ο Γιούργκεν Σταρκ, μέλος του διευθυντηρίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), επιβεβαιώνοντας ότι αυτή η επιλογή που συζητείται στην ευρωζώνη θα στηριχθεί από την ΕΚΤ.
«Αν, για παράδειγμα, ο ευρωπαϊκός μηχανισμός (για την αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, EFSF) εξαγοράσει στη δευτερογενή αγορά ελληνικά ομόλογα στα τωρινά πολύ χαμηλά επίπεδα, τότε ο ιδιωτικός τομέας έμμεσα συμμετέχει στα έξοδα, εφόσον δεν αποζημιώνεται για το σύνολο της ονομαστικής αξίας αυτών των χρεογράφων», τόνισε ο κ. Σταρκ, σε συνέντευξη που δημοσιεύεται σήμερα στη γερμανική οικονομική Borsen Zeitung.
«Εφόσον οι επενδυτές μεταβιβάσουν τα χρεόγραφά τους εθελοντικά και ο EFSF αγοράσει με ρευστό και διακρατήσει τα χρεόγραφα έως ότου ωριμάσουν, τότε δεν διαβλέπω κίνδυνο ‘πιστωτικού γεγονότος’», εξήγησε.
«Η ΕΚΤ ζήτησε οι αρμοδιότητες του Μηχανισμού να διευρυνθούν, ώστε να μπορεί να αγοράζει ομόλογα στη δευτερογενή αγορά ομολόγων», υπενθύμισε.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η ΕΚΤ μοιάζει να λαμβάνει μια ξεκάθαρη θέση για την επιλογή της εξαγοράς του ελληνικού χρέους, που είναι η μία από τις δυνατότητες που διερευνούν οι αρχηγοί κρατών και πρωθυπουργοί εν όψει του αυριανού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες, το οποίο είναι αφιερωμένο στην Ελλάδα και αναμένεται να στείλει ένα σαφές σήμα στις χρηματαγορές «ότι θα περιοριστεί η διάδοση της κρίσης χρέους».
Έως τώρα, η ΕΚΤ εναντιωνόταν σε κάθε μορφή μη-εθελοντικής συμμετοχής ιδιωτών στο νέο δανεισμό της Αθήνας, ή συμμετοχής τους δυνάμενης να εκληφθεί απ τις χρηματαγορές ως «πιστωτικό γεγονός», όπως εντούτοις συζητείτο σε πολλές πρωτεύουσες της ΕΕ.
Ο κ. Σταρκ πρόσθεσε με τη συνέντευξή του ότι «σύμφωνα με την ΕΚΤ, η Αθήνα παραμένει η εμπροσθοφυλακή» και οι ελληνικές προσπάθειες για να ανακάμψουν τα δημόσια οικονομικά «θα πρέπει να αρκέσουν, ώστε η κρίση να καταλαγιάσει».
Η νευρικότητα των χρηματαγορών οφείλεται λιγότερο στα προβλήματα που έχει η Ελλάδα. Μάλλον η νευρικότητα αυτή οφείλεται «στη διαχείρισή της κρίσης από τις κυβερνήσεις» και από την επιμονή τους να συμμετάσχει ο ιδιωτικός τομέας. «Τελικά, μια συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα μπορεί να κοστίσει ακριβότερα στον φορολογούμενο, συγκριτικά με την αποχή», υποστήριξε ο ίδιος.
Εφόσον όμως οι κυβερνήσεις επιμείνουν, με απόλυτο τρόπο, τότε η εξαγορά του ελληνικού χρέους μοιάζει πιο πιθανή. «Ακόμα κι έτσι», προειδοποίησε ο Γερμανός αξιωματούχος της ΕΚΤ, «δεν μπορούμε να αποκλείσουμε πως και αυτή η διαδικασία ενδέχεται να εκληφθεί ως ‘πιστωτικό γεγονός’».
«Πρέπει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, που θα γίνει στις Βρυξέλλες, να στείλει σήμα στις χρηματαγορές ότι ‘μπορείτε να εμπιστευθείτε την Ευρώπη’ κι όχι, όπως έως τώρα γινόταν, να στείλει απλά το σήμα: ‘πήγαινε, εκεί όπου σε σπρώχνω’», κατέληξε.