Ισχυρή παραμένει, παρά την κρίση, η παρουσία των ελληνικών τραπεζών εκτός συνόρων, με το επίκεντρο της παρουσίας και των δραστηριοτήτων τους την ΝΑ Ευρώπη και ιδιαίτερα την περιοχή της Βαλκανικής.
Ορισμένες πάντως τράπεζες ανακοίνωσαν πρόσφατα την μείωση της παρουσίας τους εκτός συνόρων ή την πρόθεση τους να μειώσουν συμμετοχές τους σε τράπεζες στην προσπάθεια τους να ενισχύσουν την κεφαλαιακή τους επάρκεια.
Παρά το γεγονός αυτό, οι ελληνικές τράπεζες έχουν πλέον εδραιώσει τη διεθνή παρουσία τους, ιδίως σε χώρες της ΝΑ Ευρώπης και παρά τη δύσκολη οικονομική συγκυρία, έχουν αυξήσει κατά τη διάρκεια της τελευταίας τριετίας την παρουσία τους.
Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία από πρόσφατη μελέτη της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών με θέμα «Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα το 2010» οι ελληνικές τράπεζες δραστηριοποιούνται πλέον σε 16 χώρες μέσω 48 θυγατρικών και υποκαταστημάτων, όταν πριν ξεσπάσει η κρίση το 2007 είχαν παρουσία σε 15 χώρες μέσω 45 θυγατρικών και υποκαταστημάτων.
Τα τελευταία χρόνια, οι περισσότερες ελληνικές τράπεζες έχουν αναπτύξει σημαντική δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, εφαρμόζοντας μία στρατηγική η οποία έχει ως στόχους την ενίσχυση της ελληνικής επιχειρηματικότητας σε περιφερειακό επίπεδο, καθώς στηρίζουν απόλυτα ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, τις ελληνικές επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητα στην περιοχή, να αξιοποιηθούν οι ευκαιρίες που παρουσιάζουν οι χώρες της περιοχής, οι οποίες εμφανίζουν, στην πλειοψηφία τους, ρυθμούς ανάπτυξης σημαντικά υψηλότερους του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και να συνδράμουν στην παρούσα δύσκολη οικονομική συγκυρία, στην ενίσχυση της εξωστρέφειας και της διεθνούς ανταγωνιστικότητας του συνόλου της ελληνικής οικονομίας με ιδιαίτερη έμφαση στη στήριξη επιχειρήσεων προσανατολισμένων στο εξαγωγικό εμπόριο.
Ειδικότερα, οι ελληνικές τράπεζες, στο τέλος του 2010, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΕΤ, είχαν αναπτύξει ένα σύνολο ενεργητικού 90,4 δισ. ευρώ, οριακά αυξημένο κατά 3% σε σχέση με το τέλος του 2009 , παρουσίασαν κέρδη προ φόρων συνολικού ύψους 790 εκ. ευρώ, αύξησαν τις καταθέσεις τους, συνολικού ύψους 43,5 δισ. ευρώ, άνω του 15% σε σχέση με το 2009, είχαν χορηγήσεις συνολικού ύψους 61,3 δισ. ευρώ ενισχύοντας έμπρακτα τα τοπικά νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις και βελτιώνοντας τον δείκτη χορηγήσεων προς καταθέσεις στο 141% το 2010, από 164% το 2009, και είχαν αναπτύξει ένα δίκτυο με 3.496 τραπεζικά καταστήματα, 5.710 ΑΤΜ και σχεδόν 50.000 άμεσα απασχολουμένους.
Σε πολλές χώρες της περιοχής, όπως η Ρουμανία, η Βουλγαρία, η Σερβία, η ΠΓΔΜ και η Αλβανία, η παρουσία των ελληνικών τραπεζών είναι ιδιαίτερα σημαντική, ενώ σε ορισμένες από αυτές το μερίδιό τους στην αγορά προσεγγίζει (Ρουμανία και Σερβία) ή υπερβαίνει (Αλβανία, Βουλγαρία και ΠΓΔΜ) το 20% του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Κατά συνέπεια, είναι αντιληπτό ότι η επένδυση των ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό έχει στρατηγικό και όχι περιστασιακό χαρακτήρα.
Ταυτόχρονα, η παρουσία των ελληνικών τραπεζών στην εν λόγω περιοχή είναι ιδιαίτερα σημαντική και για την ελληνική οικονομία εν γένει, καθώς στις χώρες της περιοχής λειτουργούν περισσότερες από 8.000 ελληνικές επιχειρήσεις οι οποίες χρειάζονται στήριξη.
Πολλές από τις επιχειρήσεις αυτές πραγματοποιούν στις εν λόγω χώρες άνω του 20% του συνολικού τους κύκλου εργασιών. Οι εν λόγω χώρες είναι από τους σημαντικότερους οικονομικούς εταίρους της Ελλάδας.
Είναι ενδεικτικό ότι το 27% των ελληνικών εξαγωγών κατευθύνεται στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης με μακροπρόθεσμο ορίζοντα και με ισχυρά αυξανόμενο ρυθμό, έναντι μόλις 4% των εξαγωγών μας προς τις ΗΠΑ. Επίσης, ένα σημαντικό τμήμα της τουριστικής δραστηριότητας στη χώρα μας, κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα, προέρχεται από κατοίκους των εν λόγω χωρών.
Η συνεχής ενδυνάμωση της παρουσίας των ελληνικών τραπεζικών ομίλων στο εξωτερικό καθίσταται σαφής και από το γεγονός ότι ολοένα αυξανόμενο ποσοστό της κερδοφορίας τους προέρχεται από τη δραστηριοποίησή τους στις χώρες αυτές.
Όπως αναφέρεται στην μελέτη της ΕΕΤ, η στρατηγική σημασία που αποδίδουν οι ελληνικές τράπεζες στη διεθνή παρουσία τους εκφράστηκε έμπρακτα κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών, εν μέσω κορύφωσης της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης και της δημοσιονομικής κρίσης της χώρας μας, με την επισήμανση ότι θα ήταν μεγάλο στρατηγικό σφάλμα αν οι ελληνικές τράπεζες εγκατέλειπαν την πελατεία τους, ελληνική και τοπική, στις χώρες της ευρύτερης περιοχής των Βαλκανίων, ορισμένες από τις οποίες είναι και μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πόσω μάλλον αφού σε αυτές παρατηρείται έντονος ανταγωνισμός από άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες που στηρίζουν διαρκώς την τοπική οικονομική ανάπτυξη. Ταυτόχρονα, η μη στήριξη των οικονομιών αυτών, σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία, θα απέβαινε, τελικά, για λόγους που αναφέρθηκαν νωρίτερα, και σε βάρος της ελληνικής οικονομίας και επιχειρηματικότητας.
Προφανώς οι αποφάσεις διατήρησης, επέκτασης ή διακοπής της διεθνούς παρουσίας που κάθε φορά διαμορφώνονται, εκφράζουν την από μέρους των διοικήσεων των ελληνικών τραπεζών αποτίμηση του οφέλους και του κόστους, περιλαμβανομένου του «κινδύνου χώρας», στην οποία δραστηριοποιούνται, αναφέρεται στην μελέτη.