Ευρωπαϊκοί πόροι ύψους 800 εκατ. ευρώ από τα Ταμεία του ΕΣΠΑ, αναμένεται να εισρεύσουν στην ελληνική οικονομία την ερχόμενη εβδομάδα, ως προχρηματοδότηση για τα αναπτυξιακά έργα της περιόδου 2014-2020, δήλωσε σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής, αρμόδιος για θέματα ευρώ, Βάλντις Ντομπρόβσκις.
Από τις 16 Οκτωβρίου τίθεται σε ισχύ η πρόταση της Επιτροπής για αλλαγή των κανόνων στην παροχή ευρωπαϊκών πόρων για αναπτυξιακά έργα στην Ελλάδα, προκειμένου να εισρεύσουν γρηγορότερα τα χρήματα στη χώρα, ανέφερε ο Β. Ντομπρόβσκις. Με τις αλλαγές των κανόνων, η Ελλάδα εξοικονομεί 2 δισ. ευρώ, εντός του 2015 και 2016, εξήγησε ο Β. Ντομπρόβσκις. Συγκεκριμένα, εντός του 2015 θα εισρεύσουν στη χώρα 1,3 δισ. ευρώ και το 2016, περί τα 0,7 δισ. ευρώ.
«Η εξοικονόμηση των 2 δισ. ευρώ επιτυγχάνεται μέσω της αναδρομικής αλλαγής των κανόνων για τη χρηματοδότηση των προγραμμάτων της περιόδου 2007-2013. Ορισμένα έργα της περιόδου αυτής έχουν παραμείνει ημιτελή, λόγω της αδυναμίας της Αθήνας να τα συγχρηματοδοτήσει. Προκειμένου να μη χαθούν τα ευρωπαϊκά κονδύλια και να μην επιβαρυνθεί ο ελληνικός προϋπολογισμός, η ΕΕ θα αναλάβει πλήρως (100%) τη χρηματοδότηση των έργων αυτών (στις περισσότερες χώρες το ποσοστό της εθνικής χρηματοδότησης είναι 15%). Επιπλέον, αναμένεται να εκταμιευθεί πρόωρα το τελευταίο 5% των ευρωπαϊκών χρημάτων τα οποία θα έπρεπε να δοθούν στην Αθήνα μετά την ολοκλήρωση των έργων», τόνισε ο κ. Ντομπρόβσκις.
Και συμπλήρωσε: «Σε ό,τι αφορά τα προγράμματα της περιόδου 2014-2020, αυξάνεται το ποσοστό της προχρηματοδότησης έργων στο 11%. Με τον τρόπο αυτό θα εισρεύσει νωρίτερα στην ελληνική οικονομία ένα επιπλέον δισεκατομμύριο ευρώ. Αυτά αναλύονται σε 500 εκατ. ευρώ εντός του 2015 και τα υπόλοιπα το 2016.»
Σε ερώτηση για το ποιες είναι οι επιδόσεις της Ελλάδας, όσον αφορά την απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν σημείωσε: «Η Ελλάδα σήμερα βρίσκεται στην 6η θέση, όσον αφορά την απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων, ενώ παλαιότερα βρισκόταν μεταξύ των χωρών με τη χαμηλότερη απορρόφηση. Αυτή η βελτίωση οφείλεται εν πολλοίς στη συνδρομή και την εμπειρογνωμοσύνη που παρείχε στις ελληνικές αρχές η Task Force. Η νέα Task Force σήμερα ονομάζεται υπηρεσία στήριξης διαρθρωτικής μεταρρύθμισης (SRSS) και σε συνεργασία με τις ελληνικές αρχές, διασφαλίζει ότι τα έργα της περιόδου 2007-2013 έχουν ολοκληρωθεί και ότι οι ευρωπαϊκοί πόροι έχουν χρησιμοποιηθεί με το βέλτιστο δυνατό τρόπο».
Ο κ. Ντομπρόβσκις έστειλε επίσης το ακόλουθο μήνυμα στην ελληνική κυβέρνηση:
«Με δεδομένες τις δυσκολίες που συναντήσαμε αλλά και τις εντάσεις που ζήσαμε για να φτάσουμε σε συμφωνία, είναι πολύ σημαντικό το πρόγραμμα να μπει σε σωστή τροχιά. Η θετική ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης είναι σημαντική για την οικονομική σταθερότητα στην Ελλάδα, αλλά και για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία. Είναι σημαντικό να προχωρήσει η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και να αρθούν οι περιορισμοί των κεφαλαίων. Είναι σημαντικό για την προσέλκυση επενδυτών στη χώρα. Δεν θα θέλουν να έρθουν στην Ελλάδα αν υπάρχουν περιορισμοί κεφαλαίων και αβεβαιότητα. Η οικονομική σταθερότητα είναι προϋπόθεση για τους επενδυτές και για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Επομένως το μήνυμα που θα ήθελα να στείλω στην ελληνική κυβέρνηση είναι να παραμείνει προσηλωμένη στις δεσμεύσεις της και να ολοκληρώσει με επιτυχία την πρώτη αξιολόγηση.»
«Σύμφωνα με το Eurogroup, η απόφαση για το χρέος θα ληφθεί μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης. Όμως δεν είναι απόφαση που θα λάβει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά οι πιστωτές της Ελλάδας, δηλαδή τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης, ανέφερε επίσης, υπογραμμίζοντας πως «αν η αξιολόγηση ολοκληρωθεί ως το τέλος του Νοεμβρίου, βάσει της απόφασης του Eurogroup, το θέμα το χρέους μπορεί να εξεταστεί στο τέλος του χρόνου».
«Κανονικά δεν αναμένουμε πρόσθετους όρους για την ελάφρυνση του χρέους, δεν προβλέπει κάτι τέτοιο η απόφαση του Eurogroup», επισήμανε ο κ. Ντομπρόβσκις για να καταλήξει: «Πάντα υπάρχει η δυνατότητα να εξετάσουμε εναλλακτικές προτάσεις, με ισοδύναμη δημοσιονομική ισχύ. Όμως οι διαπραγματεύσεις έγιναν πριν από λίγους μήνες και καταλήξαμε σε μια συμφωνία. Επομένως θα έλεγα ότι τα περιθώρια να ξανανοίξουν αυτές οι συζητήσεις δεν είναι και πολύ μεγάλα.»