Η ελληνική κρίση χρέους σπέρνει φόβο στις τράπεζες, αναφέρουν σε δημοσίευμα τους οι Financial Times. Η ανησυχία εντείνεται μεταξύ των ρυθμιστών που προσπαθούν να ελαχιστοποιήσουν τις συνέπειες της ελληνικής χρεοκοπίας. Η ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας θεωρείται ως μία λύση που θα κάνει τις τράπεζες ασφαλέστερες και ανθεκτικότερες στην κρίση. Ωστόσο, τα κενά στους κανόνες ρύθμισης των τραπεζών πρέπει να διευθετηθούν άμεσα στην επικείμενη συνεδρίαση της επιτροπής της Βασιλείας, λέει η εφημερίδα.

Το Βερολίνο βλέπει θετικά το ενδεχόμενο μίας «ήπιας αναδιάρθρωσης» ή παράτασης των προθεσμιών λήξης των ομολόγων, αλλά οι οίκοι αξιολόγησης και οι επενδυτές τα θεωρούν χρεοκοπία. Ορισμένοι τραπεζικοί κύκλοι θεωρούν ότι η γερμανική κυβέρνηση πιέζει για μια μορφή τεχνικής ελληνικής στάσης πληρωμών, επιδιώκοντας να θωρακιστούν οι γερμανικές τράπεζες.

Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι είναι ιδιαίτερα ανήσυχοι για την πορεία του τραπεζικού συστήματος που χρειάζεται θέσπιση νέων κανόνων. «Έχουν προσδιορίσει δύο πιθανά κενά στους παγκόσμιους κανόνες και το ευρωπαϊκό δίκαιο που εφαρμόζεται στο μπλοκ των 27 μελών», αναφέρει η εφημερίδα. Το πρώτο παρέχει στους ρυθμιστές την εξουσία να έχουν την καθοδήγηση για το τι συνιστά μια χρεοκοπία και το δεύτερο ορίζει τη χρεοκοπία ως αποτυχία για να προχωρήσουν οι πληρωμές σε 90 ημέρες ή περισσότερο.

Οι αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές θα μπορούσαν να ισχυριστούν ότι η αναδιάρθρωση δεν προσδιορίζεται ως αθέτηση πληρωμών για τους σκοπούς των ιδίων κεφαλαίων. Ορισμένοι διαπραγματευτές κάνουν λόγο για «προσωρινή χρεοκοπία» σε χρόνο λιγότερο των 90 ημερών.

«Έτσι, ένα σωστά δομημένο reprofiling θα μπορούσε να αφήσει τα τραπεζικά ρυθμιστικά επίπεδα κεφαλαίου ανεπηρέαστα και μία επιχειρηματική ρυθμιστική αρχή θα μπορούσε να μετριάσει τις επιπτώσεις ακόμη και της αδυναμίας πληρωμής», δήλωσε ειδικός στους Financial Times.

Η δυνατότητα αυτή θα μείωνε τις επιδράσεις στην ευρύτερη αγορά. Αλλά, επίσης, θα προκαλούσε αντιπαράθεση ανάμεσα σε ορισμένα μέλη της επιτροπής της Βασιλείας για την τραπεζική εποπτεία. Η συγκεκριμένη επιτροπή αγωνίζεται τα τελευταία τρία χρόνια για υψηλότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις, τονίζει η εφημερίδα.