Την επιδείνωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, εξαιτίας της δημοσιονομικής κρίσης, επιβεβαιώνουν τα ευρήματα της μελέτης της Icap Group, που παρουσίασε την εξέλιξη της πιστοληπτικής ικανότητας των ελληνικών επιχειρήσεων, για το 2010, μετά από την αξιολόγηση 215.548 ΑΕ και ΕΠΕ όλων των τομέων δραστηριότητας (Βιομηχανία – Εμπόριο – Υπηρεσίες).
Από την ανάλυση των δεδομένων προκύπτει ότι το ποσοστό των ασυνεπών επιχειρήσεων, κατά την περίοδο 01/01/2010 – 31/12/2010, αυξήθηκε κατά 58,3%, σε σχέση με το μέσο ποσοστό ασυνέπειας των επιχειρήσεων, τα έτη 2003 – 2009.
Η ανοδική τάση της ασυνέπειας επιβεβαιώνεται από όλους τους επιμέρους τομείς της Βιομηχανίας, του Εμπορίου και των Υπηρεσιών. Ειδικότερα, οι ασυνεπείς επιχειρήσεις της Βιομηχανίας αυξήθηκαν κατά 58,8%, οι ασυνεπείς επιχειρήσεις του Εμπορίου κατέγραψαν άνοδο κατά 75%, ενώ οι ασυνεπείς επιχειρήσεις των Υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 31,7%.
Εξέλιξη πιστοληπτικής ικανότητας των επιχειρήσεων
Από την περαιτέρω εξέταση των στοιχείων της μελέτης, παρατηρείται ότι, για τη διάρκεια της περιόδου 01/01/2010 -31/12/2010, το 38,57% των εταιρειών επιδείνωσε την πιστοληπτική ικανότητά του έναντι του 12,27%, που τη βελτίωσε. Δηλαδή, για καθεμία επιχείρηση, που η πιστοληπτική ικανότητά της αναβαθμίστηκε, αντιστοιχούν 3,14 επιχειρήσεις των οποίων η πιστοληπτική ικανότητα επιδεινώθηκε.
Εξετάζοντας, αναλυτικότερα, τα παραπάνω στοιχεία, προκύπτει ότι οι επιχειρήσεις των οποίων η πιστοληπτική ικανότητα επιδεινώθηκε υπερτερούν έναντι εκείνων των οποίων βελτιώθηκε σε όλους τους επιμέρους τομείς δραστηριότητας. Την πιο δυσμενή εικόνα εμφανίζουν οι βιομηχανικές επιχειρήσεις, των οποίων το 45,33% επιδείνωσε την πιστοληπτική ικανότητα έναντι 10,39%, που τη βελτίωσε. Αντίστοιχη, αλλά ελαφρώς καλύτερη, είναι η εικόνα των εμπορικών επιχειρήσεων, από τις οποίες 34,12% επιδείνωσαν την πιστοληπτική ικανότητά τους και 13,63% των εταιρειών τη βελτίωσαν. Τέλος, το ποσοστό των εταιρειών του τομέα των Υπηρεσιών, που επιδείνωσαν την πιστοληπτική ικανότητά τους, είναι 36,93% έναντι του 12,50%.
Επίσης, οι βιομηχανικές επιχειρήσεις παρουσίασαν συγκριτικά τη σημαντικότερη επιδείνωση της πιστοληπτικής ικανότητάς τους, ενώ ακολουθούν οι επιχειρήσεις του τομέα των Υπηρεσιών και με μικρή διαφορά, οι επιχειρήσεις του τομέα του Εμπορίου.
Μεταβολή πιστωτικού κινδύνου
Ενδιαφέρουσα είναι και η κατανομή του συνόλου των ελληνικών επιχειρήσεων στις κατηγορίες Χαμηλού, Μέσου και Υψηλού πιστωτικού κινδύνου.
Από τις εταιρείες που αξιολογήθηκαν στις αρχές της περιόδου ως χαμηλού κινδύνου παρατηρείται ότι:
– το 64,8% των επιχειρήσεων συνέχισε να αξιολογείται σε διαβάθμιση χαμηλού κινδύνου,
– το 32% αξιολογήθηκε σε διαβάθμιση μέσου κινδύνου,
– το 2,3% των επιχειρήσεων αξιολογήθηκε σε διαβάθμιση υψηλού κινδύνου.
Αντίστοιχα, από τις εταιρείες που αξιολογήθηκαν στις αρχές της περιόδου ως μέσου κινδύνου:
– το 72,7% των επιχειρήσεων συνέχισε να αξιολογείται σε διαβάθμιση μέσου κινδύνου,
– το 22,3% αξιολογήθηκε σε διαβάθμιση υψηλού κινδύνου,
– το 2,5% αξιολογήθηκε σε διαβάθμιση χαμηλού κινδύνου.
Τέλος, από τις εταιρείες που αξιολογήθηκαν στις αρχές της περιόδου ως υψηλού κινδύνου:
– το 64% των επιχειρήσεων συνέχισε να αξιολογείται σε διαβάθμιση υψηλού κινδύνου,
– το 18% αξιολογήθηκε σε διαβάθμιση μέσου κινδύνου,
– το 0,2% αξιολογήθηκε σε διαβάθμιση χαμηλού κινδύνου.
Επισημαίνεται ότι τα παραπάνω αποτελέσματα δεν διαφοροποιούνται σημαντικά για τους επιμέρους τομείς της οικονομίας: Βιομηχανία – Εμπόριο – Υπηρεσίες.