Την εκτίμηση ότι μια ενδεχόμενη αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους θα είχε «καταστροφικές» συνέπειες, χωρίς παράλληλα να μειώσει την πίεση που υφίσταται η Ελλάδα, διατυπώνει σε συνέντευξή του στη βελγική ολλανδόφωνη εφημερίδα «Ντε Ταϊντ» ο επικεφαλής της αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο κλιμάκιο της Τρόικα, Σερβάς Ντερούζ.
Στη συνέντευξη με τίτλο «η ελληνική εξυγίανση είναι επώδυνη, αλλά εφικτή» και αναφερόμενος ειδικότερα στα σενάρια περί αναδιάρθρωσης, ο Σ. Ντερουζ σημειώνει χαρακτηριστικά ότι «ο κόσμος δεν έχει καταλάβει αρκετά ποιο είναι το κόστος και υπερεκτιμά τα οφέλη».
Σύμφωνα με τον αξιωματούχο της Επιτροπής, η συμφωνία με την Ελλάδα προβλέπει ότι η χώρα θα έχει πρωτογενές πλεόνασμα στον προϋπολογισμό της, της τάξης του 5,5% του ΑΕΠ, από το 2014 έως το 2020. Το 2009, υπήρχε πρωτογενές έλλειμμα περίπου 10%, με αποτέλεσμα να υπάρχει ένα κενό 16 μονάδων. Ως εκ τούτου, όπως τονίζει ο Σ. Ντερούζ, ακόμη και στην περίπτωση που η Ελλάδα αναδιάρθρωνε κατά το ήμισυ το χρέος της, θα εξακολουθούσε να χρειάζεται πλεόνασμα περίπου 3% και στην ουσία, λοιπόν, «δεν θα άλλαζαν και πολλά».
Ο Σ. Ντερούζ υποστηρίζει ακόμη ότι μια ενδεχόμενη αναδιάρθρωση θα είχε μεγάλο κόστος, καθώς «το ελληνικό δημόσιο χρέος βρίσκεται σε μεγάλο ποσοστό στα χέρια των Ελλήνων πολιτών, των ελληνικών τραπεζών και των συνταξιοδοτικών ταμείων», με αποτέλεσμα να δεχθεί ένα ισχυρό πλήγμα, αν γινόταν αναδιάρθρωση , ενώ το κράτος θα χρειαζόταν και πάλι να συνεχίσει την εξυγίανση.
Ταυτόχρονα, η ανάγκη για χρηματοδότηση θα παρέμενε, αλλά λίγοι επενδυτές θα ήταν πρόθυμοι να δανείσουν την Ελλάδα, παρά μόνο με πολύ υψηλά ασφάλιστρα κινδύνου, κάτι που θα οδηγούσε σε μια νέα φάση την κρίση χρέους, υπογραμμίζει ο αξιωματούχος της Επιτροπής, ο οποίος αναφέρεται επίσης στις σημαντικές αρνητικές συνέπειες για την υπόλοιπη ευρωζώνη και τον τραπεζικό τομέα στο σύνολό του.
Ο Σ. Ντερούζ σημειώνει επίσης ότι δεν έχει υπάρξει ποτέ αναδιάρθρωση στο πλαίσιο μιας νομισματικής ένωσης και επισημαίνει ότι μια αναδιάρθρωση χρέους θα ήταν ακόμη πιο επιζήμια για την οικονομική σταθερότητα στην ευρωζώνη, περισσότερο και από την περίπτωση της «Lehman Brothers».
Σύμφωνα με τον Σ. Ντερούζ, η αναδιάρθρωση χρέους στο Εκουαδόρ ή την Ουρουγουάη είναι μεμονωμένες περιπτώσεις και δε μπορεί να τις συγκρίνει κανείς με τις ανεπτυγμένες χώρες μιας νομισματικής ένωσης, οι οποίες έχουν πολύ πιο στενούς οικονομικούς και δημοσιονομικούς δεσμούς μεταξύ τους.
Αναφερόμενος στην πρόσφατη αναθεώρηση προς τα πάνω του ελλείμματος του 2010 ο Σ. Ντερούζ αφού σημειώνει κατ΄ αρχήν ότι αυτά τα στοιχεία δείχνουν ότι ο μηχανισμός στατιστικών δεδομένων σταδιακά μπαίνει σε τάξη, τονίζει ότι υπάρχουν ακόμη προβλήματα με την διοικητική ικανότητα και την έγκαιρη αποστολή των απαιτούμενων στοιχείων.
Αναφέρεται επίσης στις «τρομερές προσπάθειες» που έχουν καταβάλει οι ελληνικές αρχές, καθώς στην πραγματικότητα, οι περικοπές που έχουν υλοποιηθεί μέσα στο 2010 αντιστοιχούν σε 8 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Εκφράζει πάντως τη λύπη του για το γεγονός ότι λόγω της κακής οικονομικής συγκυρίας και των στατιστικών αναθεωρήσεων, το έλλειμμα μειώθηκε το 2010 μόνο κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες, στο 10,5%.
Αναφερόμενος στη επικείμενη επίσκεψη της Τρόικα στην Αθήνα, ο Σ. Ντερουζ επισημαίνει ότι στους πρώτους μήνες υλοποίησης του προγράμματος έχει γίνει πολύ καλή δουλειά, αν και όπως σημειώνει, «επρόκειτο κυρίως για τεχνικά εύκολες εξοικονομήσεις, που προήλθαν από τις περικοπές σε μισθούς και συντάξεις».
«Τώρα, στην ατζέντα περιλαμβάνονται πιο δύσκολες μεταρρυθμίσεις: ιδιωτικοποιήσεις, μεταρρύθμιση της υγειονομικής ασφάλισης, αναδιάρθρωση των δημόσιων επιχειρήσεων», υπογραμμίζει ο Σ. Ντερούζ, ο οποίος επισημαίνει ότι αυτές οι προσπάθειες «απαιτούν χρόνο και συναντούν μεγαλύτερη πολιτική αντίσταση».
Κατά τη διάρκεια του ελέγχου της προσεχούς εβδομάδας ο Σ. Ντερούζ αναφέρει ότι θα εξεταστούν οι εξοικονομήσεις ύψους 8% ή περίπου 20 δισ. ευρώ που θα πρέπει να γίνουν την περίοδο 2012-2014 αλλά και το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, ύψους 50 δισ. ευρώ έως το 2015.
Χάρη στις ιδιωτικοποιήσεις, θα μπορέσει να μειωθεί το κρατικό χρέος κατά 20 ποσοστιαίες μονάδες, που θα επιτρέψει στο χρέος να γίνει πολύ πιο βιώσιμο, αναφέρει ο Σ. Ντερούζ, ο οποίος θεωρεί πάντως ότι «θα χρειαστούν ακόμη αρκετά χρόνια, προτού οι αγορές ανανεώσουν την εμπιστοσύνη τους στην Ελλάδα».
Σε ότι αφορά την έκθεση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους που ετοιμάζουν η Επιτροπή, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ ο Σ. Ντερούζ αναφέρει ότι «σύμφωνα με την πιο πρόσφατη ανάλυσή μας, το χρέος της Ελλάδας θα αυξηθεί στο 160% του ΑΕΠ το 2012 και μετά θα αρχίσει σταδιακά να υποχωρεί».
«Η ταχύτητα με την οποία θα μειωθεί το χρέος θα καθοριστεί κυρίως από τρεις παράγοντες: Την τήρηση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος του 5,5%, τις σχεδιαζόμενες ιδιωτικοποιήσεις και την οικονομική ανάπτυξη σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα», υπογραμμίζει.
Απαντώντας σε ερώτηση για το αν τελικά η Ευρώπη, στην πραγματικότητα, ενδιαφέρεται περισσότερο, όχι να σώσει την Ελλάδα, αλλά να σώσει τις γαλλικές και γερμανικές τράπεζες που έχουν στο χαρτοφυλάκιό τους πολλά ελληνικά ομόλογα, ο Σ. Ντερούζ εκτιμά ότι «η οικονομική σταθερότητα είναι δημόσιο αγαθό, από την οποία όλοι μπορούν να επωφεληθούν. «Αν οι Έλληνες δε διασωθούν, τα πράγματα θα είναι χειρότερα για όλους», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ο Σ. Ντερούζ υποστηρίζει τέλος ότι η θεωρία του ντόμινο στην κρίση χρέους είναι σε μεγάλο βαθμό παρελθόν, καθώς τα σπρέντ της Ιταλίας και της Ισπανίας έχουν μειωθεί τους τελευταίους μήνες-με εξαίρεση τις τελευταίες δύο βδομάδες. Σύμφωνα με τον αξιωματούχο της Επιτροπής, υπάρχει ξεκάθαρη αποσύνδεση με τα σπρέντ της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας και πλέον η Ευρώπη έχει τώρα μια περιεκτική στρατηγική για την αντιμετώπιση των προβλημάτων.