Η παρατεταμένη οικονομική κρίση που έπληξε την Ελλάδα κατά την τελευταία δεκαετία, σε συνδυασμό με την αύξηση των επιτοκίων στη μετά-COVID εποχή αλλά και το ράλι στις τιμές των ακινήτων, έχει καταστήσει τη χώρα ουραγό στον τομέα της στεγαστικής πίστης, κάτι που εν πολλοίς ήταν αναμενόμενο. Ωστόσο, μια άλλη ανάγνωση αυτών των στοιχείων δείχνει ότι η Ελλάδα έχει σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης σε αυτόν τον τομέα, ιδιαίτερα εάν συνεχιστεί η εκτιμώμενη μείωση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).

Αξιοσημείωτο είναι ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση που παρουσιάζει αρνητική πορεία στον τομέα της στεγαστικής πίστης τα τελευταία τρία χρόνια. Αυτό συμβαίνει παρά τη σημαντική μείωση στο κόστος χρηματοδότησης. Ένας από τους κύριους λόγους αυτής της κατάστασης είναι η υποτονική ζήτηση για στεγαστικά δάνεια, κάτι που αντανακλά την έντονη επίδραση της χρηματοοικονομικής κρίσης στη χώρα.

Ακίνητα

Παρά τις πρόσφατες μειώσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ, που έχουν διαμορφώσει το μέσο επιτόκιο στο 4% (αντίστοιχο με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο), ο ρυθμός χρηματοδότησης παρέμεινε αρνητικός στο -2% μέχρι το τέλος Ιουλίου, παρουσιάζοντας ελαφριά βελτίωση σε σχέση με το -3% του προηγούμενου έτους. Αυτή η αρνητική πορεία συνεχίζεται παρά την πτώση των τραπεζικών περιθωρίων στα στεγαστικά δάνεια, τα οποία διαμορφώθηκαν στο 1,5% στα τέλη Ιουλίου.

Σύμφωνα με την έκθεση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ESRB), η στασιμότητα αυτή συνδέεται με την ταχεία άνοδο των τιμών των ακινήτων. Η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις χώρες με τη μεγαλύτερη αύξηση τιμών κατοικιών, με τις τιμές να έχουν αυξηθεί πάνω από 10% τον τελευταίο χρόνο και σχεδόν 40% τα τελευταία τρία χρόνια. Η έκθεση προειδοποιεί ότι ο τομέας των ακινήτων παραμένει ευάλωτος, κυρίως λόγω της αύξησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, παρά το γεγονός ότι σε γενικές γραμμές τα επίπεδά τους στην Ε.Ε. παραμένουν χαμηλά.

Αντίθετα, η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων στην Ελλάδα έχει παρουσιάσει σημαντική άνοδο, με τη χώρα να κατατάσσεται δεύτερη στην Ε.Ε. όσον αφορά την ετήσια αύξηση των δανείων προς επιχειρήσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ESRB, ο ρυθμός πιστωτικής επέκτασης για τις επιχειρήσεις έφτασε το 10% στα τέλη Ιουλίου, με το συνολικό κόστος χρηματοδότησης να σταθεροποιείται στο 5,8%, επίπεδο που συμβαδίζει με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Παρά τις προσδοκίες που έχουν δημιουργηθεί από το πρόγραμμα «Σπίτι μου», οι εκταμιεύσεις στεγαστικών δανείων εξακολουθούν να είναι χαμηλές. Συγκεκριμένα, τα υπόλοιπα των στεγαστικών δανείων υποχώρησαν στα 27,3 δισ. ευρώ μέχρι τον Αύγουστο, ενώ το ενήμερο χαρτοφυλάκιο μειώθηκε στα 25,5 δισ. ευρώ κατά το δεύτερο τρίμηνο του έτους. Οι νέες εκταμιεύσεις δανείων, εκτός του προγράμματος «Σπίτι μου», ανήλθαν σε περίπου 550 εκατ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του έτους, σημειώνοντας μικρή μείωση σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος.

Το πρόγραμμα «Σπίτι μου» έχει ανακουφίσει την αγορά, με εκταμιεύσεις ύψους 380 εκατ. ευρώ, αλλά η προγραμματισμένη επέκτασή του για το 2025 έχει προκαλέσει επιβράδυνση της ζήτησης για στεγαστικά δάνεια, καθώς πολλοί πιθανοί δανειολήπτες περιμένουν τις νέες εξελίξεις. Παράλληλα, οι τράπεζες προσπαθούν να ενθαρρύνουν τους δανειολήπτες προσφέροντας χαμηλότερα σταθερά επιτόκια, τα οποία ξεκινούν από 2,8% για το πρώτο έτος και φτάνουν έως το 5% για δάνεια διάρκειας 30 ετών. Ωστόσο, η αβεβαιότητα στην αγορά ακινήτων και η γενικότερη στασιμότητα φαίνεται να επηρεάζουν την επιθυμία των πολιτών να προχωρήσουν σε νέες αγορές κατοικίας μέσω δανεισμού.