Η Ελλάδα πιθανόν θα πρέπει να περιμένει μερικούς μήνες ακόμα προτού αποκτήσει επενδυτική βαθμολογία για τα ομόλογά της από τον μοναδικό οίκο που δεν το έχει πράξει ακόμη, τη Μoody’s. Αυτό συμβαίνει επειδή το περιβάλλον δεν επιτρέπει πιθανώς τέτοιες κινήσεις, ενώ και η πορεία της ελληνικής οικονομίας δεν προσφέρει προς το παρόν τα εχέγγυα για μια τέτοια απόφαση, βάσει των παραμέτρων που υιοθετεί κάθε οίκος αξιολόγησης.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η ελληνική οικονομία έχει μεν αλλάξει επίπεδο τα τελευταία χρόνια, αφού τα ελληνικά ομόλογα έχουν φύγει από την κατηγορία «σκουπίδια» για τους τέσσερις από τους πέντε οίκους αξιολόγησης (Fitch, S&P, DBRS και Scope Ratings). Ωστόσο, η Moody’s, η οποία αναμφίβολα αποτελεί σηματωρό των αξιολογήσεων για πολλούς επενδυτές, διατηρεί εδώ και καιρό, κόντρα σε κάθε πρόβλεψη, τα ελληνικά ομόλογα στην κατηγορία «junk» (σκουπίδια).

Πολλοί περίμεναν ότι οι δημοσιονομικές επιδόσεις της χώρας και οι μακροοικονομικές εξελίξεις θα ήταν τέτοιες που θα επέτρεπαν στη Moody’s να πράξει ό,τι και οι υπόλοιποι οίκοι τον επόμενο μήνα, αλλά αυτό προφανώς δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο. Όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς, μέσα σε ένα περιβάλλον διεθνούς αβεβαιότητας, η επενδυτική βαθμίδα από τη Moody’s δεν είναι εξασφαλισμένη, και ενδεχομένως να χρειαστεί να κάνουμε υπομονή λίγους μήνες ακόμα, ώστε ο κορυφαίος αμερικανικός οίκος αξιολόγησης να ανάψει το πράσινο φως.

Οι υπόλοιποι επενδυτικοί οίκοι έχουν ήδη προχωρήσει στην αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, δίνοντας την επενδυτική βαθμίδα και επιβεβαιώνοντας τη σταθερή προοπτική της οικονομίας. Η Moody’s, από την άλλη πλευρά, διατήρησε την αξιολόγηση της Ελλάδας στο «Ba1» (ένα επίπεδο χαμηλότερα από την επενδυτική βαθμίδα), αναφέροντας ότι μελλοντικές αναβαθμίσεις εξαρτώνται από τη συνέχιση συνετής οικονομικής πολιτικής, τη δημοσιονομική πειθαρχία και τις μεταρρυθμίσεις στο δικαστικό σύστημα.

Moody's

Η απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από τη Moody’s στην παρούσα συγκυρία αποτελεί βασική προϋπόθεση, εκτός των άλλων, για την περαιτέρω βελτίωση της πιστοληπτικής αξιολόγησης και από τους υπόλοιπους οίκους. Επιπλέον, μια αναβάθμιση της χώρας από τον επενδυτικό οίκο τον Σεπτέμβριο θα είχε άμεσα ευεργετικά αποτελέσματα όσον αφορά τις ροές επενδυτικών κεφαλαίων στα ελληνικά ομόλογα από διεθνή funds.

Σύμφωνα με τον γενικό διευθυντή του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, Δημήτρη Τσάκωνα, η αναβάθμιση και από τον τρίτο μεγάλο οίκο αξιολόγησης έχει ιδιαίτερη βαρύτητα. Με βάση αναλύσεις που έχουν γίνει, η αναβάθμιση από δύο οίκους φέρνει εισροές στα ομόλογα 6-10 δισ. ευρώ, αλλά με την επενδυτική βαθμίδα και από τους τρεις, οι εισροές διπλασιάζονται και φθάνουν έως τα 20 δισ. ευρώ.

Παρά τη σημαντική πρόοδο που έχει επιτευχθεί μέχρι σήμερα, η Ελλάδα αντιμετωπίζει αρκετές προκλήσεις, με κυριότερη το δημόσιο χρέος, που παραμένει πολύ υψηλό και αποτελεί διαρκή κίνδυνο.

Στις αρχές Ιουλίου, ο Κόλιν Έλις, στέλεχος της Moody’s Investors Service, μιλώντας στο συνέδριο του Economist, αναφέρθηκε στους δείκτες και επεσήμανε το υψηλό επίπεδο πλούτου στην Ελλάδα. Ωστόσο, πρόσθεσε ότι, παρότι έχουν γίνει πολλές μεταρρυθμίσεις, υπάρχουν αρκετές ακόμα που παρουσιάζουν υστέρηση, όπως η απόδοση δικαιοσύνης. Συμπλήρωσε, πάντως, ότι υπάρχει διάθεση να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα. Επιπλέον, ανέφερε πως η χώρα δεν αντιμετωπίζει πιστοληπτικό κίνδυνο, αλλά ότι για να ανέβει στην κλίμακα αξιολόγησης και να πάρει τη βαθμίδα “Baa1”, απαιτείται ακόμα χρόνος.

Μείζον θέμα το δημογραφικό

Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα στα οποία δίνει έμφαση ο επενδυτικός οίκος είναι το δημογραφικό. Η ανισορροπία ανάμεσα στις γεννήσεις και τους θανάτους συνεχίζεται, οδηγώντας σε συρρίκνωση του πληθυσμού της χώρας. Σε πρόσφατη έκθεσή του, ο οίκος Moody’s θεωρεί ως αιτία υποβάθμισης της αξιολόγησης κρατών την επιδεινούμενη εικόνα του δημογραφικού, και συγκεκριμένα τον δείκτη εξάρτησης των ηλικιωμένων. Αναφέρει μάλιστα ότι η Ελλάδα μέσα στην επόμενη δεκαετία θα έχει τον πέμπτο υψηλότερο δείκτη εξάρτησης ανάμεσα σε όλες τις ανεπτυγμένες οικονομίες διεθνώς. Όπως σημειώνει, ο ολοένα και πιο γερασμένος πληθυσμός σημαίνει υψηλότερες κατά κεφαλήν κρατικές δαπάνες και χαμηλότερα φορολογικά έσοδα.

Ο επόμενος γύρος για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας το φθινόπωρο ξεκινάει από την DBRS στις 6 Σεπτεμβρίου, ακολουθεί η Moody’s στις 13 Σεπτεμβρίου, η S&P στις 18 Οκτωβρίου και ολοκληρώνεται με την Fitch στις 22 Νοεμβρίου.