Σε αρνητική πορεία κινήθηκαν οι πωλήσεις των αλυσίδων καταστημάτων ετοίμων ενδυμάτων κατά το έτος 2009, σε σχέση με το 2008, ενώ για την περυσινή χρονιά οι εκτιμήσεις αναφέρουν ότι θα μειωθούν ακόμα περαιτέρω οι πωλήσεις στον συγκεκριμένο κλάδο.
Σύμφωνα με τη μελέτη «Αλυσίδες Καταστημάτων Ετοίμων Ενδυμάτων», που εκπόνησε η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της Icap Group ΑΕ, οι αλυσίδες καταστημάτων ετοίμων ενδυμάτων, οι οποίες ξεκίνησαν ουσιαστικά την ανάπτυξή τους στην εγχώρια αγορά στις αρχές της δεκαετίας του ’90, έχουν πλέον έντονη παρουσία, εκτοπίζοντας σταδιακά τα μεμονωμένα σημεία πώλησης.
Βασικό χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου κλάδου είναι ο μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων, που δραστηριοποιούνται σε αυτόν, οι οποίες διαφοροποιούνται μεταξύ τους όχι μόνο ως προς την έκταση του δικτύου πωλήσεων, αλλά και ως προς τον τρόπο διάθεσης των προϊόντων τους.
Η ύπαρξη εκτεταμένου δικτύου πωλήσεων, που εξασφαλίζει ευρεία γεωγραφική κάλυψη, θεωρείται σημαντικός παράγοντας επιτυχίας μιας αλυσίδας. Η μέθοδος ανάπτυξης κάθε αλυσίδας διαφέρει. Ορισμένες εκμεταλλεύονται οι ίδιες το δίκτυο λιανικής τους (εταιρικά καταστήματα). Σε άλλες περιπτώσεις, η εκμετάλλευση των καταστημάτων γίνεται από επιχειρήσεις, που ανήκουν στον ίδιο όμιλο, ενώ πολύ διαδεδομένη είναι η ανάπτυξη, μέσω της δικαιόχρησης (franchising), οπότε η δικαιοπάροχος εταιρία συνήθως διατηρεί έναν αριθμό εταιρικών καταστημάτων και τα υπόλοιπα εκμεταλλεύονται ανεξάρτητες επιχειρήσεις (δικαιοδόχοι).
Όπως προκύπτει από την πρωτογενή έρευνα, που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της μελέτης, επί συνόλου 163 αλυσίδων (με 3 καταστήματα και άνω η καθεμία), το 54,2% των καταστημάτων αφορά εταιρικά, ενώ το 35% εκμεταλλεύονται επιχειρήσεις, μέσω franchising. Το 10,8% αφορά καταστήματα που εκμεταλλεύονται συγγενείς επιχειρήσεις, καθώς και καταστήματα που λειτουργούν με τη μέθοδο shop-in-shop, εντός πολυκαταστημάτων.
Το συνολικό μέγεθος αγοράς (πωλήσεις σε αξία) των αλυσίδων καταστημάτων ετοίμων ενδυμάτων (με τουλάχιστον 3 καταστήματα, τα οποία λειτουργούν «κάτω» από το ίδιο εμπορικό σήμα) ακολούθησε ανοδική πορεία, την περίοδο 1996-2008, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 12,6%. Ωστόσο, το 2009 η εν λόγω αγορά παρουσίασε μείωση κατά 11,3%, σε σχέση με το 2008.
Η συμμετοχή των πωλήσεων ενδυμάτων στη συνολική αγορά (έσοδα) των αλυσίδων εκτιμάται ότι διαμορφώθηκε το 2009 στο 89,7%, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό αφορά συμπληρωματικά προς την ένδυση είδη, όπως αξεσουάρ, εσώρουχα, υποδήματα κλπ. Το μεγαλύτερο ποσοστό επί των συνολικών πωλήσεων ενδυμάτων, μέσω των εξεταζόμενων αλυσίδων, για το 2009, εκτιμάται ότι καταλαμβάνουν τα γυναικεία ενδύματα (53,9%). Ακολουθεί η κατηγορία των ανδρικών ενδυμάτων με ποσοστό 29,4% και τα παιδικά με 16,7%.
Η υφιστάμενη οικονομική κρίση έχει επηρεάσει αρνητικά και την εξεταζόμενη αγορά. Σύμφωνα με τις ισχύουσες συνθήκες και τάσεις, οι πωλήσεις των αλυσίδων καταστημάτων ετοίμων ενδυμάτων προβλέπεται ότι θα παρουσιάσουν περαιτέρω μείωση και μάλιστα με υψηλότερο ρυθμό από το 2009 (της τάξης του 15%). Για το 2011, οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για μείωση της αγοράς, λόγω της παρατεταμένης οικονομικής ύφεσης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για τον αριθμό των σημείων πώλησης.
Στο πλαίσιο της μελέτης έγινε και χρηματοοικονομική ανάλυση ορισμένων επιχειρήσεων εκμετάλλευσης αλυσίδων καταστημάτων ετοίμων ενδυμάτων, βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επίσης, συνετάχθη ομαδοποιημένος ισολογισμός, βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος 59 επιχειρήσεων (η λιανική πώληση των προϊόντων τους καλύπτει τουλάχιστον το 50% του συνολικού κύκλου εργασιών τους), για τις οποίες υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία ισολογισμών των χρήσεων 2008 και 2009. Όπως προκύπτει από τα δεδομένα αυτά, οι πωλήσεις τους σημείωσαν μείωση 1,18%, το 2009, ενώ το μικτό κέρδος μειώθηκε κατά 5,16%. Τα ανωτέρω, σε συνδυασμό και με την αύξηση των λοιπών λειτουργικών εξόδων, είχαν σαν αποτέλεσμα τη σημαντική επιδείνωση των λειτουργικών αποτελεσμάτων, το 2009, κατά 65,65%. Ως εκ τούτου, τα καθαρά κέρδη προ φόρου εισοδήματος μειώθηκαν, το ίδιο έτος, σε ποσοστό 78,61%. Τα κέρδη EBITDA μειώθηκαν κατά 34,18%.