Το κάπνισμα δεν είναι μόνο μια βλαβερή συνήθεια για την υγεία του ανθρώπου, αλλά και για τον πλανήτη, καθώς το τσιγάρο σχετίζεται με την κλιματική αλλαγή και με την πάροδο του χρόνου εντείνει τα προβλήματα, καθώς η κατανάλωση καπνού αυξάνεται.
Η Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία διοργανώσε εκδήλωση εν όψει της Παγκόσμιας Ημέρας κατά του Καπνίσματος που είναι στις 31 Μαΐου. Εκεί, η Άννα Καρακατσάνη, καθηγήτρια Πνευμονολογίας, επικεντρώθηκε στον αντίκτυπο του καπνίσματος στο περιβάλλον, αναφέροντας ότι «μέχρι σήμερα, έχει δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στις αρνητικές επιπτώσεις του καπνίσματος στην υγεία των ανθρώπων, χωρίς να δίνεται ανάλογη έμφαση στις δραματικές επιπτώσεις που έχει η συνήθεια αυτή στο περιβάλλον και στην κλιματική αλλαγή».
Παράλληλα, ανέφερε ότι «εκτός από τη ρύπανση που προκαλείται στον ατμοσφαιρικό αέρα κατά τη καύση του τσιγάρου ή στο περιβάλλον από τα αποτσίγαρα, οι μεγάλες εκτάσεις γης που αποψιλώνονται παγκοσμίως και δεσμεύονται για την καλλιέργεια του καπνού, οι ρύποι που εκλύονται κατά τη διαδικασία επεξεργασίας των φύλλων του καπνού και της παραγωγής των καπνικών προϊόντων, αλλά και κατά τις μεταφορές των πρώτων υλών και του τελικού προϊόντος από τις καπνοβιομηχανίες, αποτελούν παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και την κλιματική αλλαγή».
«Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2014 για να παραχθούν 6 τρισ. τσιγάρα από σχεδόν 500 βιομηχανίες, απαιτήθηκαν 32,4 μεγάτονοι φύλλων καπνού, προερχόμενοι από 125 κράτη, συμβάλλοντας τελικά στην κλιματική αλλαγή με 84 μεγάτονους εκπομπών ισοδύναμων με διοξείδιο του άνθρακα. Το πρόβλημα του καπνίσματος παύει πλέον να αφορά το άτομο και γίνεται “πρόβλημα υγείας” του πλανήτη», πρόσθεσε στη συνέχεια.
Στο 4% η χρήση ηλεκτρονικού τσιγάρου στην Ελλάδα
Η χρήση του θερμαινόμενου τσιγάρου στην Ελλάδα αυξήθηκε από το 2016 (0.9%) στο 2018 (4%) και καταγράφηκε διπλή χρήση καπνικών προϊόντων και μειωμένη αντίληψη κινδύνου, επισήμανε μεταξύ άλλων, η Παρασκευή Κατσαούνου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Πνευμονολογίας της Ιατρικής Σχολής Ε.Κ.Π.Α.
Συγκεκριμένα, είπε ότι «στα καινούργια καπνικά προϊόντα χρησιμοποιείται, όπως και στο κλασσικό τσιγάρο, η εισπνευστική οδός και άρα η πνευμονική κυκλοφορία, που οδηγεί σε ανάλογα επίπεδα νικοτίνης στο αίμα και επομένως εξάρτησης. Οι νέοι ηλικίας 15-24 ετών είναι πιο πιθανό να αναφέρουν χρήση θερμαινόμενου τσιγάρου σε σχέση με τους άνω των 55 ετών. Επίσης οι νυν, αλλά και οι πρώην καπνιστές, έχουν υψηλότερη πιθανότητα να χρησιμοποιήσουν θερμαινόμενο τσιγάρο, σε σχέση με τους μη καπνιστές».
Επίσης ανέφερε πως η λήψη βάρους μετά τη διακοπή του καπνίσματος, φαίνεται ότι πλέον μπορεί να ελεγχθεί. Σημειώνεται πως η λήψη βάρους αποτελεί σημαντικό αντικίνητρο για τη διακοπή του καπνίσματος -παρά το ότι τα οφέλη της διακοπής υπερτερούν κατά πολύ αυτά της πρόσληψης βάρους για τους καπνιστές και κυρίως τις γυναίκες και τους ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη.