Τέλος στα χάμπουργκερ και στις μακαρονάδες μπολονέζ για τους φοιτητές του Πανεπιστημίου Γκόλντμιθς του Λονδίνου: το βοδινό κρέας θα πάψει να πωλείται στο εκπαιδευτικό αυτό ίδρυμα που σκοπεύει να συμβάλει με αυτό τον τρόπο στην καταπολέμηση των κλιματικών αλλαγών.
Η απαγόρευση αυτή της πώλησης όλων των προϊόντων που περιέχουν βοδινό κρέας θα τεθεί σε ισχύ σε όλα τα καταστήματα του πανεπιστημίου από την επιστροφή των φοιτητών τον Σεπτέμβριο, ανακοίνωσε σήμερα η διεύθυνση του πανεπιστημίου αυτού που βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα της βρετανικής πρωτεύουσας, την ώρα που η εκτροφή βοοειδών κατηγορείται για μεγάλη κατανάλωση νερού και για αποψίλωση των δασών.
Θέτοντας ως στόχο του τη μηδενική συμβολή του στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα ως το 2025, το πανεπιστήμιο αυτό θα επιβάλει επίσης την καταβολή 10 πενών (περίπου 10 λεπτά του ευρώ) για την αγορά πλαστικών μπουκαλιών και κυπέλλων που δεν είναι επαναχρησιμοποιούμενα.
«Είναι αδύνατο να αγνοηθεί το ολοένα και πιο επιτακτικό παγκόσμιο αίτημα οι οργανισμοί να πάρουν στα σοβαρά τις ευθύνες τους για να σταματήσει η κλιματική αλλαγή», εξήγησε η νέα διευθύντρια του Γκόλντσμιθς, η οποία ανέλαβε καθήκοντα αυτόν τον μήνα.
«Το προσωπικό και οι φοιτητές (…) είναι αποφασισμένοι να συμβάλουν στη ριζική αλλαγή που χρειάζεται να γίνει για να μειωθεί δραστικά το αποτύπωμά μας άνθρακα, το ταχύτερο δυνατό», πρόσθεσε, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Σε έκθεση που έδωσε στη δημοσιότητα την περασμένη εβδομάδα, η ομάδα ειδικών του ΟΗΕ για το κλίμα IPCC/Giec υπογραμμίζει ότι η αλλαγή των συνηθειών κατανάλωσης και παραγωγής τροφίμων αποτελεί έναν από τους μοχλούς του αγώνα κατά της υπερθέρμανσης του πλανήτη, χωρίς ωστόσο να εισηγείται το πέρασμα σε μια χορτοφαγική ή βίγκαν διατροφή.
Το Εθνικό Συνδικάτο Αγροτοκτηνοτρόφων (NFU) κατήγγειλε μια «υπερβολικά απλοϊκή προσέγγιση» από την πλευρά του Γκόλντσμιθς και παρότρυνε τους ιδιωτικούς ή δημόσιους οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων των πανεπιστημίων, να υποστηρίξουν τον βρετανικό αγροτοκτηνοτροφικό τομέα και να προμηθεύονται ντόπια προϊόντα. «Το βασικό πρόβλημα είναι η έλλειψη (…) διάκρισης μεταξύ του βρετανικού βοδινού και του βοδινού που παράγεται αλλού», πρόσθεσε σε ανακοίνωσή του ο αντιπρόεδρος του συνδικάτου Στιούαρτ Ρόμπερτς.
Το αποτύπωμα άνθρακα του βρετανικού βοδινού είναι «2,5 φορές χαμηλότερο από τον παγκόσμιο μέσο όρο», σύμφωνα με τον ίδιο.
Κι άλλα βρετανικά πανεπιστήμια έχουν ήδη αναλάβει πρωτοβουλίες για να περιορίσουν την κατανάλωση κρέατος, κυρίως το Κέμπριτζ.