Η εξέλιξη των πρώτων ζώων του πλανήτη φαίνεται πως είχε προκαλέσει κάτι ανάλογο με τη σημερινή κλιματική αλλαγή, όπως δείχνει νέα επιστημονική μελέτη Βρετανών και Βέλγων επιστημόνων.
Τα πρώτα πλάσματα, που είχαν κάνει την εμφάνισή τους μέσα στο νερό κατά την Κάμβρια περίοδο πριν από 520 έως 540 εκατομμύρια χρόνια, άρχισαν να διασπούν την οργανική ύλη των μικροοργανισμών που σκέπαζε το βυθό των θαλασσών. Με αυτό τον τρόπο, προκαλούσαν έκλυση ολοένα περισσότερου διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, με παράλληλη αφαίρεση του οξυγόνου από το νερό.
Καθώς τα ζώα κατανάλωναν οξυγόνο και απελευθέρωναν διοξείδιο, έκαναν κάτι ανάλογο -αλλά πολύ πιο αργά- με τη σημερινή καύση των ορυκτών καυσίμων. Έτσι, μέσα στα επόμενα 100 εκατομμύρια χρόνια, οι συνθήκες για τα πρώτα ζώα έγιναν ολοένα πιο δύσκολες, καθώς λιγόστευε το οξυγόνο των ωκεανών, ενώ το αυξανόμενο ατμοσφαιρικό διοξείδιο επέφερε εκτεταμένη κλιματική αλλαγή και μαζικές εξαφανίσεις ειδών.
Οι ερευνητές των πανεπιστημίων Έξετερ, Λιντς, Αμβέρσας και Βρυξελλών, με επικεφαλής τον Σεμπάστιαν βαν ντε Βέλντε του Ελεύθερου Πανεπιστημίου των Βρυξελλών, που έκαναν τη δημοσίευση στο περιοδικό «Nature Communications», ανέπτυξαν ένα νέο μοντέλο για το τι συνέβη στην αυγή του ζωικού βασιλείου. Όπως εξηγεί το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, εκτιμούν ότι η βασική αιτία για την αρχαία κλιματική αλλαγή ήταν μια δραστηριότητα των ζώων που έως τώρα είχε υποτιμηθεί: το σκάψιμο τρυπών και λαγουμιών στο βυθό.
«Όπως τα σκουλήκια σε έναν κήπο, τα μικροσκοπικά πλάσματα στον βυθό αναστατώνουν, αναμειγνύουν και ανακυκλώνουν τη νεκρή οργανική ύλη, μια διαδικασία γνωστή ως βιοαναμόχλευση. Αυτό έχει μεγάλες επιπτώσεις στο περιβάλλον, καθώς όλος ο βυθός αναστατώνεται», όπως περιέγραψε ο καθηγητής Τιμ Λέντον, διευθυντής του νέου Ινστιτούτου Παγκόσμιων Συστημάτων του Πανεπιστημίου του Έξετερ.
Οι επιστήμονες ήξεραν ότι εκείνη την εποχή είχε ανέβει η θερμοκρασία της Γης, αλλά δεν είχαν έως τώρα συνειδητοποιήσει -ή δεν μπορούσαν να πιστέψουν- ότι ευθύνονταν τα πρώτα ζώα για κάτι τέτοιο. Τα αρχέγονα ζώα δεν ήσαν πολύ κινητικά και δεν χώνονταν βαθιά κάτω από το βυθό (το πολύ έως τρία εκατοστά), αλλά παρόλα αυτά άφηναν ένα ισχυρό περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
«Το κρίσιμο σημείο ήταν να συνειδητοποιήσουμε ότι οι μεγαλύτερες αλλαγές μπορούν να συμβούν, παρά τα εκ πρώτης όψεως χαμηλά επίπεδα δραστηριότητας των ζώων. Αυτοί οι πρώτοι βιοαναμοχλευτές είχαν τεράστια επίδραση» ανέφερε ο δρ Σεμπάστιαν βαν ντε Βέλντε του Ελεύθερου Πανεπιστημίου των Βρυξελλών.
Οι ερευνητές προειδοποίησαν ότι υπάρχουν αναλογίες με τη σημερινή εποχή και με τους ανθρώπους πλέον στη θέση των πρώτων ζώων. «Δημιουργούμε ένα θερμότερο κόσμο και διευρύνουμε την έλλειψη οξυγόνου στους ωκεανούς, πράγμα κακό τόσο για εμάς όσο και για πολλά άλλα πλάσματα με τα οποία μοιραζόμαστε τον πλανήτη» επεσήμανε ο Λέντον.
Μάλιστα στην εποχή μας, όπως είπε ο βαν ντε Βέλντε, «αυτό δεν συμβαίνει σε βάθος δεκάδων εκατομμυρίων ετών όπως στο παρελθόν που μελετήσαμε, αλλά μιλάμε πια για κάτι που συμβαίνει μέσα σε μερικούς αιώνες, αν όχι ακόμη λιγότερο».