Το 2011, καταγράφηκαν από την Ορνιθολογική Εταιρεία, 32.500 πουλιά, από 157 είδη, στο Πρόγραμμα Καταγραφής Πουλιών των Υγροτόπων της Αττικής. Δεκαεννέα νέα είδη προστέθηκαν, υπήρξε όμως μείωση στο σύνολό τους, καθότι το διάστημα 2008- 2011 απαντήθηκαν 185 είδη.

Σε όλους τους υγρότοπους συναντάμε τουλάχιστον 25 είδη το 2011, με περισσότερα στη Σκάλα Ωρωπού (109) και στο έλος Σχινιά (107).

Το πρόγραμμα ξεκίνησε το 2008 και ως στόχο έχει την καταγραφή, την παρακολούθηση και τη συλλογή δεδομένων για τα μεταναστευτικά και μόνιμα πουλιά, ώστε να προσδιοριστούν η κατάσταση και οι τάσεις του πληθυσμού.
Επιπλέον, όμως επισημαίνει στο ΑΜΠΕ η Ελίνα Σαράντου, μέλος της Ορνιθολογικής Εταιρίας, «τα πουλιά αποτελούν δείκτη της περιβαλλοντικής κατάστασης ενός τόπου. Αν σε έναν υγρότοπο παρατηρείται, για παράδειγμα, μεγάλη μείωση, υπάρχει κάποιο πρόβλημα, όπως μόλυνση ή μπαζώματα».

Οι εκβολές του Κηφισού, του Ιλισού, της Πικροδάφνης, οι αλυκές της Αναβύσσου, τα έλη του Σχινιά, της Λούτσας και της Βραυρώνας, το ρέμα της Ραφήνας, η λιμνοθάλασσα της Σκάλας Ωρωπού και οι εκβολές του Ασωπού, το έλος στο Βουρκάρι Μεγάρων, ο υγρότοπος Πάχης, η λίμνη Κουμουνδούρου, η λιμνοθάλασσα της Ψάθας, η λίμνη Μαραθώνα, το έλος Λουτρός και ο υγρότοπος Μπρέξιζας, χαρακτηρίζονται από την Ορνιθολογική ως οι σημαντικότεροι υγρότοποι της Αττικής.

Στην έκθεση για το 2011 παρουσιάζονται 43 είδη που χρήζουν προστασίας και 27 που κινδυνεύουν άμεσα. Ένα από τα πουλιά που κινδυνεύουν, είναι ο μαυροκέφαλος γλάρος, ο οποίος ως επί το πλείστον βρίσκεται στον υγρότοπο Βουρκαρίου και ο πληθυσμός του έχει μειωθεί κατά 52% την τελευταία δεκαετία. Η εκτέλεση έργων στις αποικίες αναπαραγωγής, η υποβάθμιση, διάβρωση και αλλοίωση των ακτών και νησίδων, με αποτέλεσμα την ξηρασία των βιοτόπων τους, αποτελούν τις κύριες απειλές, αλλά και η θήρευση νεοσσών και τα ακραία καιρικά φαινόμενα επιδρούν στους πληθυσμούς τους.

Σχεδόν όλοι οι υγρότοποι απειλούνται από καταπατήσεις, μπαζώματα και διάφορες διαρροές, μολύνσεις και σκουπίδια. Με την έκθεση κρούεται ο κώδωνας για τη σχεδιαζόμενη ανάπλαση του ρέματος της Πικροδάφνης, όπου προγραμματίζεται η τοποθέτηση συρματοκιβωτίων και η κοπή δένδρων. Λόγω της δυσάρεστης εμπειρίας του εγκλωβισμού των εκβολών του Κηφισού και του Ιλισού, οι οποίες έχουν χάσει πολλά από τα φυσικά χαρακτηριστικά τους, αλλά και την υποβάθμιση της ποιότητας των νερών τους, ο κίνδυνος είναι ορατός.

Η κ. Σαράντου υπογραμμίζει ότι μπορεί οι υγρότοποι της Αττικής να είναι οι περισσότεροι μικροί σε έκταση, «παραμένουν όμως εξαιρετικά σημαντικοί σε ένα πολύ επιβαρυμένο και αστικοποιημένο περιβάλλον. Τα πουλιά φωλιάζουν, αναπαράγονται, ξεχειμωνιάζουν, τρώνε, ξεκουράζονται, ενώ γύρω-γύρω κυριαρχεί τσιμέντο και άσφαλτος. Οι υγρότοποι είναι από τους πλέον σημαντικούς θύλακες άγριας ζωής και δεν έχουμε την πολυτέλεια να χάσουμε ούτε σπιθαμή».

Από την έκθεση προκύπτει πως κυρίως οι υγρότοποι της ανατολικής Αττικής χρησιμοποιούνται από τα μεταναστευτικά πουλιά ως σταθμοί ξεκούρασης και τροφοληψίας. Οι μεγαλύτεροι σε μέγεθος υγροβιότοποι αποτελούν κυρίως σταθμούς διαχείμασης, με τις λιμνοθάλασσες να φιλοξενούν τα περισσότερα παρυδάτια- καλοβατικά πουλιά και τη λίμνη Κουμουνδούρου τους μεγαλύτερους αριθμούς υδροβίων πτηνών.
Οι εποχιακά πλημμυριζόμενοι υγρότοποι έχουν ιδιαίτερη σημασία, όπως του Λουτρού, που μετά τον κατακλυσμό του 2011, χρησιμοποιήθηκε ως χώρος φωλιάσματος για πολλά παρυδάτια και υδρόβια πουλιά.