Άμεσες και έμμεσες επιδράσεις αναμένεται να έχει στην Ελλάδα η κλιματική αλλαγή, με άνοδο της στάθμης της θάλασσας, μείωση των βροχοπτώσεων καθι αύξηση της θερμοκρασίας, μεταξύ άλλων. Όπως εξηγεί στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ο καθηγητής του τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου Πατρών και του Εργαστηρίου Φυσικής της Ατμόσφαιρας Αθανάσιος Αργυρίου, όσον αφορά τις άμεσες επιδράσεις, «λόγω της εκτεταμένης ακτογραμμής της χώρας, πολλές περιοχές διατρέχουν κίνδυνο από την αύξηση της στάθμης της θάλασσας, η οποία εκτιμάται από 0,2 έως 2 μέτρα».
Επίσης, αναφέρει ότι «αναμένεται μείωση των βροχοπτώσεων μεταξύ 5% έως 9%, αύξηση της θερμοκρασίας κατά 3 με 4,5 βαθμούς Κελσίου, αύξηση της έντασης της ηλιακής ακτινοβολίας, καθώς και αύξηση της έντασης των μελτεμιών». Όμως, όπως σημειώνει, «οι δύο τελευταίες, μπορούν να επιδράσουν θετικά στην παραγωγή ηλιακής και αιολικής ενέργειας».
Ταυτόχρονα, ο καθηγητής Αργυρίου λέει ότι «υπάρχουν και έμμεσες επιδράσεις, που είναι απόρροια των άμεσων σε διάφορους τομείς της οικονομίας της χώρας, όπως η γεωργία, ο τουρισμός, οι μεταφορές κλπ, αλλά και στην υγεία, δηλαδή ευνοϊκότερο κλίμα για την ανάπτυξη παρασίτων ή εντόμων – φορέων ασθενειών, όπως τα κουνούπια».
Όσον αφορά τα μέτρα που μπορούν να ληφθούν για την προστασία της ανθρώπινης ζωής, αλλά και περιουσιών από τα ακραία καιρικά φαινόμενα, τονίζει ότι «κατ’ αρχήν χρειάζεται προσήλωση σε πολιτικές οι οποίες συμβάλλουν στον περιορισμό των αιτίων της κλιματικής αλλαγής».
Αυτό, όπως εξηγεί, έχει δύο σκέλη: «Αφενός μεν άμεση εφαρμογή των πολιτικών αυτών σε εθνικό επίπεδο και αφετέρου, πολιτική πίεση της Ελλάδος στους διεθνείς οργανισμούς για την αυστηρή εφαρμογή πολιτικών προστασίας του περιβάλλοντος».
Ταυτοχρόνως, προσθέτει, ότι «η χώρα πρέπει να βελτιώνει διαρκώς τις υποδομές υγείας και πρόληψης, ώστε να βρεθεί προετοιμασμένη για να μπορεί να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις στην υγεία».
Σε πρόσφατη ημερίδα που έγινε στο Πανεπιστήμιο Πατρών, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Μετεωρολογίας, ο κ. Αργυρίου έκανε λόγο για ευφυή διαχείριση του κλίματος, αλλά και για ορθολογική διαχείριση και αξιοποίηση των υδατικών πόρων. Όπως λέει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, «αυτό μπορεί να γίνει με ανάπτυξη των υπηρεσιών και ταυτόχρονη αύξηση των επιστημόνων που ασχολούνται με τη μετεωρολογία, αφού το κλίμα είναι το πρώτο βήμα για την δημιουργία κλιματικώς ευφυών κοινωνιών.»
Ακόμη, τονίζει ότι «η ποιότητα των μετεωρολογικών δεδομένων πολλών χωρών δεν επιτρέπει την παροχή εξελιγμένων κλιματικών υπηρεσιών, απαραίτητων για τη λήψη των σχετικών πολιτικών αποφάσεων, αλλά και την οργάνωση δράσεων των διαφόρων φορέων».
Αναφερόμενος στον τομέα της γεωργίας, ο σημειώνει τονίζει ότι «είναι ένας χαρακτηριστικός τομέας, πολύ ευαίσθητος στην κλιματική αλλαγή» και όπως επισημαίνει «η επιστήμη της μετεωρολογίας και του κλίματος μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στην έγκαιρη προειδοποίηση περιόδων έλλειψης τροφής».
Σύμφωνα με τον καθηγητή, «οι αγρομετεωρολόγοι μπορούν να παρέχουν πληροφορίες για τις τάσεις του καιρού αρκετούς μήνες πριν και ως εκ τούτου η ευφυής διαχείριση του κλίματος επιτρέπει στους αγρότες να αποφασίσουν για το είδος της καλλιέργειας, το πότε πρέπει αυτή να γίνει, το ποσό της άρδευσης που θα απαιτηθεί, πότε πρέπει να γίνει η συγκομιδή, κλπ».