Ακόμη 70.000 Ιάπωνες, οι οποίοι κατοικούν στις ζώνες οι οποίες επλήγησαν από το ραδιενεργό νέφος που εκλύθηκε μετά την έκρηξη στον πυρηνικό σταθμό της Φουκουσίμα, πρέπει να απομακρυνθούν από την περιοχή, σύμφωνα με εκτιμήσεις του γαλλικού Ινστιτούτου Ραδιενεργούς Προστασίας και Πυρηνικής Ασφάλειας (IRSN).
Πέραν της ζώνης των 20 χλμ. γύρω από τον κατεστραμμένο πυρηνικό σταθμό, η οποία ήδη είχε εκκενωθεί, σημαντικές συγκεντρώσεις ραδιενεργών στοιχείων έχουν εντοπισθεί προς τα βορειοδυτικά, των οποίων τα επίπεδα ραδιενέργειας κυμαίνονται από πολλές εκατοντάδες χιλιάδες έως πολλά εκατ. μπεκερέλ ανά τετραγωνικό μέτρο.
«Περίπου 70.000 άνθρωποι, εκ των οποίων 9.500 παιδιά ηλικίας 0 έως 14 ετών ζουν στις πλέον βεβαρημένες περιοχές έξω από την αρχική ζώνη εκκένωσης των 20 χλμ. γύρω από τον σταθμό της Φουκουσίμα», τονίζεται στην έκθεση για την επίπτωση των προσλαμβανομένων δόσεων ραδιενέργειας, την οποία δημοσίευσε χθες βράδυ το IRSN.
«Αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να απομακρυνθούν, πέρα από εκείνους που μετακινήθηκαν κατά τη διάρκεια της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης τον Μάρτιο», δηλώνει ο Ντιντιέ Σαμπιόν, διευθυντής περιβάλλοντος του Ινστιτούτου.
Εάν δεν απομακρυνθούν, οι κάτοικοι διατρέχουν τον κίνδυνο να εκτεθούν σε ακτινοβολία μεγαλύτερη από 10 μιλισίβερτ μέσα σε ένα έτος μετά το δυστύχημα στη Φουκουσίμα, τονίζει το IRSN, το οποίο στις μετρήσεις του δεν υπολογίζει την εσωτερική ακτινοβολία που θα προσληφθεί από την πιθανή κατανάλωση τροφίμων εκτεθειμένων στη ραδιενέργεια.
Προκειμένου να αποφασισθεί η εκκένωση μίας ζώνης πέραν αυτής των 20 χλμ. γύρω από τον σταθμό, το Ινστιτούτο προτείνει να θεσπισθεί ένα όριο μόλυνσης ίσο με 600.000 μπεκερέλ/μ2 για το Καίσιο 137 και 134, δύο ραδιενεργά στοιχεία με μεγάλη διάρκεια καθίζησης στο περιβάλλον. Ένα όριο που, σύμφωνα με το ISRN, αντιστοιχεί σε μία μέγιστη εξωτερική δόση 10 μιλισίβερτ για τον πρώτο χρόνο έκθεσης.
«Κατ’ απόλυτη τιμή 10 μιλισίβερτ δεν αποτελούν μία επικίνδυνη δόση, είναι μάλλον μία δόση προειδοποίησης», τονίζει ο Σαμπιόν, που λέει ωστόσο πως αυτή θα προστεθεί επίσης στη δόση «που οφείλεται στο νέφος», την οποία έλαβε ο πληθυσμός.
Παράλληλα σήμερα, η ιδιοκτήτρια εταιρεία του σταθμού της Φουκουσίμα, αποκάλυψε πως σε τρεις από τους έξι πυρηνικού αντιδραστήρες του εργοστασίου, το οποίο είχε υποστεί βλάβες από τον ισχυρό σεισμό και το καταστροφικό τσουνάμι της 11ης Μαρτίου, είχε σημειωθεί τήξη του πυρήνα τους μέσα σε λίγες ημέρες.
Η αποκάλυψη, πάνω από δύο μήνες μετά το δυστύχημα, προκαλεί ερωτηματικά γιατί δεν ομολογήθηκε η έκταση της καταστροφής νωρίτερα, παρά μόνον αφότου ξεκίνησε η ειδική ομάδα του ΟΗΕ να διερευνά τις αιτίες για τη μεγαλύτερη πυρηνική καταστροφή μετά το Τσερνόμπιλ, πριν 25 χρόνια.
Οι ειδικοί πασχίζουν ακόμη να κατανοήσουν πως ξέφυγαν από κάθε έλεγχο τα γεγονότα που εξελίχθηκαν στον σταθμό Νταϊίτσι της Φουκουσίμα στις ακτές του Ειρηνικού, σε απόσταση 240 χλμ. από το Τόκιο.
«Είμαστε εδώ για να συγκεντρώσουμε πληροφορίες και να προσπαθήσουμε να αντλήσουμε διδάγματα, διότι η βάση για τα υψηλά πρότυπα στην πυρηνική ασφάλεια, ουδέποτε μπορεί να είναι επαρκώς καθησυχαστική», τόνισε ο Μάικλ Γουέιτμαν, επικεφαλής της υπηρεσίας πυρηνικής ασφάλειας της Βρετανίας και επικεφαλής της διερευνητικής ομάδας της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ).