Σχεδόν 26 χρόνια από το θάνατό του το Δεκέμβριο του 1990 ο πρίγκηπας του ελληνικού ροκ εν ρολ Παύλος Σιδηρόπουλος επιστρέφει στα δισκοπωλεία. Η MINOS-EMI επανακυκλοφορεί σε βινύλιο τέσσερα θρυλικά άλμπουμ: το «Φλου», το «Εν λευκώ», το«Άντε και καλή τύχη μάγκες» και το «Zorba the Freak».
Οι συλλεκτικές εκδόσεις, εκτός από τα τραγούδια, θα περιέχουν και ντοκουμέντα της εποχής, τα δημοσιεύματα που συνθέτουν ένα κομμάτι της προσωπικότητας του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Με αφορμή τις συλλεκτικές αυτές εκδόσεις που εκτός από την αξία του έργου και των τραγουδιών του Παύλου περιέχουν και όλα τα ντοκουμέντα της εποχής, τα δημοσιεύματα και τις μικρές ιστορίες που συνθέτουν την μοναδική αυτή μουσική προσωπικότητα, απευθυνθήκαμε σε τρεις καλλιτέχνες της νεώτερης γενιάς ζητώντας τη δική τους συναισθηματική και ουσιαστική κατάθεση για τον Παύλο.
Οδυσσέας Ιωάννου
Μου έχει ζητηθεί πολλές φορές τα τελευταία είκοσι χρόνια να γράψω ή να πω δυο κουβέντες για τον Παύλο Σιδηρόπουλο. Συνήθως ο χρόνος αλλάζει τις γωνίες από τις οποίες βλέπουμε τα πράγματα. Κάθε φορά είναι διαφορετική γιατί έχουμε προσθήκες, χρόνο , εμπειρίες, ματιά. Για κάποια πράγματα όμως η ματιά είναι ίδια, σχεδόν στερεοτυπική. Τίποτα δεν έχει αλλάξει από ότι θα έλεγα για τον Παύλο, το 1995. Πήρε μια γενιά απ΄ το χέρι και την έκανε να μην αισθάνεται ορφανή αν αγαπάει το rock και έχει γεννηθεί στην Ελλάδα. Τραγούδησε τους δρόμους της Αθήνας όπως κανένας. Το κέντρο, την πλατεία, τους αφώτιστους ανθρώπους, και την σύγκρουσή τους με τα τσιμέντα. Με μία ριζωμένη λύπη στην φωνή, χάρισε μερικές νίκες στους ηττημένους. Ο πρώτος, ο καλύτερος, ο πιο όμορφος.
Μίλτος Πασχαλίδης
Δευτεροετής στο Μαθηματικό Ηρακλείου, έφτιαχνα μια εικόνα στο μυαλό μου και πάσχιζα να μαντέψω τι να συζητούσαν, ποιες μυστήριες εξισώσεις προσπαθούσαν να επιλύσουν.
Ο Παύλος Σιδηρόπουλος κι ο Βαγγέλης Γερμανός, συγκάτοικοι στη Θεσσαλονίκη, φοιτητές στο Μαθηματικό. Οι δύο τύποι που μου άλλαξαν τον τρόπο που ακούω μουσική. Ο Βαγγέλης με την κιθάρα-σκάλα για τον Παράδεισο. Κι ο Παύλος, ο πρώτος που μας έδειξε ότι χωράει ελληνικός στίχος στον ροκ ήχο.
Ο Παύλος του Ροκ εντ ρολ στο κρεβάτι. Ο Παύλος του Θεσσαλικού κύκλου. Ο Παύλος του «Αν». Ο Παύλος της Ύστατης στιγμής. Ο Παύλος που αυτοπυρπολήθηκε όπως οι όλοι ροκάδες των θρύλων μας. It’s better to burnout than to fade away…
Κάποτε ρώτησα το Γερμανό αν θυμάται τις συζητήσεις τους. Χαμογέλασε και μου απάντησε: «Ο Παύλος δεν αγαπούσε ιδιαίτερα τα Μαθηματικά. Και συνήθως έλειπε απ το δωμάτιο». Λείπει και τώρα απ το δωμάτιο- τον πενθήσαμε σαν μέλος της οικογένειας μας κι ας μην τον γνωρίσαμε ποτέ. Αλλά είναι πάντα στο κάδρο των Ηρώων του Τρόμου. Των μύθων της άγριας εφηβείας μας.
Στάθης Δρογώσης
Τον Παύλο Σιδηρόπουλο τον έχω συνδέσει μέσα μου με τη γειτονιά που μεγάλωσα. Δεν τον πέτυχα ποτέ εκεί. Τα τραγούδια του όμως τα παίζαμε όλοι στο θρυλικό «ηχουργείο» το υπόγειο στούντιο στην πλατεία Κυψέλης τέλη ’80 αρχές ’90. Δεκάδες μαθητικά συγκροτήματα έμαθαν να παίζουν λόγω του «ΦΛΟΥ» Αν δεν υπήρχε ο Παύλος δε θα φτιαχνόταν ποτέ η ελληνική ροκ σκηνή. Στα κυψελιώτικα στενά, εκεί που «κλείνει» η πόλη πάντα θα ακούγεται από μακριά το «ΠΟΥ ΝΑ ΓΥΡΙΖΕΙΣ». Το soundtrack της πόλης μας. Της πόλης που μας σκοτώνει. Της πόλης που μας ανασταίνει.