Όλοι έχουμε πειστεί σε κάποια φάση της ζωής μας να πάμε να δούμε μια ταινία από κείνο το μεγαλειώδες τρέιλερ που παρακολουθήσαμε.

Τα τρέιλερ είναι σήμερα αναπόσπαστο κομμάτι της βιομηχανίας του σινεμά και η έκθεσή μας σε αυτά είναι πλέον καθημερινή. Μόνο που δεν ήταν πάντα έτσι.

Οι πρώτοι κινηματογράφοι, που εμφανίστηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα, δούλευαν κάπως διαφορετικά: πλήρωνες το εισιτήριο, καθόσουν στη θέση σου και έβλεπες μια επαναλαμβανόμενη λούπα από ένα κινηματογραφικό θέαμα, συνήθως μια ταινία με διαλείμματα κινουμένων σχεδίων, για όσο τράβαγε η καρδιά σου.

Το 1912 λοιπόν ένας παραγωγός του Μπρόντγουεϊ, κάποιος Nils Granlund, έπιασε δουλειά στην αλυσίδα κινηματογραφικών αιθουσών του Marcus Loew ως διαφημιστής. Και ήταν αυτός που έφτιαξε το πρώτο τρέιλερ της κινηματογραφικής ιστορίας, ένα σποτάκι ενός λεπτού για ένα σόου του Μπρόντγουεϊ που ερχόταν ολοταχώς. Το τρέιλερ παρουσιάστηκε στους θεατές αμέσως μετά την προβολή της ταινίας.

Την ίδια χρονιά, ένας άλλος δαιμόνιος διαφημιστής του Σικάγο, κάποιος William Selig, σκέφτηκε να φτιάξει μια κινηματογραφική σειρά 13 σύντομων επεισοδίων που θα παίζονταν κάθε βδομάδα στην αίθουσα, μετά το τέλος της ταινίας. «The Adventures of Kathlyn» την ονόμασε και στο τέλος κάθε επεισοδίου, θέλοντας να εξάψει τη φαντασία του κοινού, είχε και ένα σύντομο teaser για το επεισόδιο της επόμενης βδομάδας.

Αυτά τα τρέιλερ άρχισαν να γενικεύονται μετά το 1916, όταν στον χορό μπήκαν και τα μεγάλα στούντιο. Παίζονταν όμως πάντα στο τέλος της προβολής. Από όπου προκύπτει εξάλλου και το όνομά τους: «trailer» το λένε, κάτι που σέρνεται, που ακολουθεί δηλαδή. Γιατί ακολουθούσε μετά το τέλος της ταινίας.

«Τrailers» τα αποκάλεσαν για πρώτη φορά το 1917 οι «New York Times», παρατηρώντας πόσο δημοφιλή είχαν γίνει: «Η επιτροπή της Εθνικής Ένωσης Κινηματογραφικής Βιομηχανίας άρχισε να στέλνει από χθες φιλμάκια γνωστά ως trailers σε όλες τις 15.000 και περισσότερες κινηματογραφικές αίθουσες των ΗΠΑ», έγραφε τότε η εφημερίδα, «αυτά τα φιλμ … θα προσαρμοστούν στο τέλος των μεγαλύτερων φιλμ και θα παρουσιάζονται σε κάθε προβολή».

Και δεν ήταν τίποτα άλλο παρά πραγματικό υλικό από την ταινία που είχε μόλις παιχτεί με έξυπνα κείμενα και μεγάλα ονόματα, ώστε να δελεάσουν τον κόσμο να… ξαναδεί την ταινία! Μόνο που για τα στούντιο ήταν σωστός μπελάς η παραγωγή τους, από άποψη χρόνου, και έψαχναν τρόπο να απαλλαγούν.

Το 1919, ένας έξυπνος Νεοϋορκέζος, ο Herman Robbins, άρχισε να κόβει καρέ από τις ταινίες, χωρίς την άδεια των στούντιο, να τα γεμίζει με πιασάρικους τίτλους και κείμενα και να τα πουλά απευθείας στις αίθουσες. Αντί να τον μηνύσουν, τα μεγάλα στούντιο έστελναν τώρα επισήμως στην εταιρία του, τη National Screen Service, αποσπάσματα από τις ταινίες τους (ή ακόμα και όλο το φιλμ) για να τα κόψει σε τρέιλερ. Η συμφωνία ήταν επικερδής και για τα δύο μέρη, καθώς ο Robbins πλήρωνε πια δικαιώματα στους παραγωγούς. Προοδευτικά, τα τρέιλερ διαφήμιζαν τώρα επερχόμενες ταινίες ή φιλμ που δεν είχαν βρει ακόμα διανομή στη συγκεκριμένη πολιτεία.

Για τα επόμενα 40 χρόνια, η συντριπτική πλειονότητα των τρέιλερ της Αμερικής, μιας χώρας που ήταν πιονέρος εδώ, έβγαιναν από τη National Screen Service και το δικό της στούντιο, που γέμιζε τα τρέιλερ με εφέ στα γράμματα, κινούμενες φράσεις και τέτοια φαντασμαγορικά.

Πότε άλλαξαν τα πράγματα για τον χρόνο προβολής των τρέιλερ; Οι περισσότεροι ιστορικοί του κινηματογράφου συμφωνούν πως αυτό έγινε κάποια στιγμή στα τέλη της δεκαετίας του 1930, με πρωτοβουλία των αιθουσαρχών.

Γιατί αυτοί παρατηρούσαν πως το μεγαλύτερο μέρος του κοινού έφευγε μόλις τελείωνε η προβολή της ταινίας, κι έτσι τα τρέιλερ πήγαιναν χαμένα. Μόνταραν λοιπόν μόνοι τους το καρούλι του φιλμ βάζοντας τα τρέιλερ στην αρχή της ταινίας. Κάτι που αποδείχτηκε αποτελεσματικότερο στα εισιτήρια που έκοβαν…