«Ηθοποιός σημαίνει φως» και ο Δημήτρης Χορν ήταν «λουσμένος» με το θεϊκό αυτό φως της τέχνης από μωρό κιόλας, μέχρι το τέλος της ζωής του, μια μέρα σαν τη σημερινή. Ήταν 16 Ιανουαρίου 1998 όταν έφυγε από τη ζωή ο σπουδαίος ηθοποιός που «σφράγισε» με το υπέρμετρο ταλέντο του γενικότερα τον ελληνικό πολιτισμό του 20ού αιώνα.

Καλλιτεχνική ιδιοφυΐα, καλλιεργημένος, διανοούμενος της εποχής, χωρίς καμία επιτήδευση, γοητευτικός, χαρισματικός, με βλέμμα που κέντριζε το κοινό, το μάγευε. Αυτά τα μάτια «που δεν ψεύδονταν ποτέ», ειδικά όταν ήταν ερωτευμένα, όπως είχε πει ο ίδιος σε συνέντευξή του στη Σεμίνα Διγενή.

Ο Δημήτρης Χορν -γιος του θεατρικού συγγραφέα Παντελή Χορν– πρωτοεμφανίστηκε στη σκηνή, μωρό ακόμη, στην αγκαλιά της νονάς του, Κυβέλης, στο έργο «Γειτόνισσες», σε σκηνοθεσία του πατέρα του. Ακολούθησε η δεύτερη εμφάνισή του σε ηλικία 4 ετών και πάλι με την Κυβέλη, στο έργο «Νόρα» του Ίψεν, όπου έπαιζε ένα από τα παιδιά της ηρωίδας. Η τρίτη του εμφάνιση θα έρθει δέκα χρόνια αργότερα, όταν ο Τάκης (όπως τον φώναζαν) συμμετείχε στα 14 του χρόνια στον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη, στην παράσταση «Μαμά Κολιμπρί», στο θερινό θέατρο «Παρκ».

φωτό: finosfilm.com

Έχοντας γεννηθεί και μεγαλώσει μέσα στο θέατρο, πώς γίνεται, λοιπόν, να μην το λατρέψει και να μείνει στο σανίδι «αιώνια» αφοσιωμένος; Τον κινηματογράφο ο Δημήτρης Χορν έλεγε πως δεν τον αγάπησε -ίσως γιατί είχε «τάξει» την ψυχή του στο θέατρο- και για τον λόγο αυτό γύρισε μόλις 10 ταινίες. Αν και όπως είχε παραδεχτεί, αγαπημένοι του ηθοποιοί ήταν, κυρίως, κινηματογραφικά είδωλα της εποχής, όπως η Γκρέτα Γκάρμπο, ο Κλαρκ Γκέιμπλ, η Τζόαν Κρόφορντ. Και, φυσικά, ο δικός μας Βασίλης Λογοθετίδης, τον οποίο θαύμαζε απεριόριστα.

Οι κινηματογραφικοί ρόλοι που άφησαν εποχή

Ο Δημήτρης Χορν στα 22 του χρόνια είχε καταφέρει ήδη να είναι πρωταγωνιστής στο θέατρο, όταν ήρθε μια πρόταση από τον Δημήτρη Ιωαννόπουλο την οποία δεν μπόρεσε να αρνηθεί. Μέσα στην Κατοχή, θα γυριζόταν η πρώτη ταινία της Φίνος Φιλμ, «Η φωνή της καρδιάς» (1943) και θα έπαιζε δίπλα στον εμβληματικό Αιμίλιο Βεάκη. Έναν χρόνο μετά, ακολούθησε η πρώτη ταινία του Γιώργου Τζαβέλλα «Χειροκροτήματα», με πρωταγωνιστή τον Αττίκ αλλά και τη Ζινέτ Λακάζ.

Το 1950, ο Δημήτρης Χορν, πάλι στη Φίνος Φιλμ, εμφανίζεται στη θρυλική ταινία «Ο μεθύστακας» με τον Ορέστη Μακρή, για τον οποίο έτρεφε βαθύ σεβασμό. Το 1951 έφυγε με υποτροφία για δύο χρόνια στην Αγγλία, όπου γνώρισε τον Μιχάλη Κακογιάννη. Όταν επέστρεψε, το 1953, στην Ελλάδα, έπεισε τον Κακογιάννη να γράψει ένα σενάριο με τρεις ισοδύναμους ρόλους για τον ίδιο, την Έλλη Λαμπέτη και τον Γιώργο Παππά κι έτσι γυρίστηκε το «Κυριακάτικο ξύπνημα».

φωτό: finosfilm.com

Το 1955, είναι η χρονιά που βγήκε στους κινηματογράφους η θρυλική «Κάλπικη λίρα» του Γιώργου Τζαβέλλα, η πρώτη ηθογραφική σπονδυλωτή ταινία του ελληνικού κινηματογράφου, που αποτελούνταν από τέσσερις διαφορετικές και ιδιαίτερες ιστορίες. Ακολούθησε το 1956 «Το κορίτσι με τα μαύρα» του Μιχάλη Κακογιάννη και πάλι με την Έλλη Λαμπέτη, με την οποία ήταν ακόμη ζευγάρι.

Το 1958, ο Δημήτρης Χορν επέστρεψε στη Φίνος, πρωταγωνιστώντας στο «Μια ζωή την έχουμε» του Αλέκου Σακελλάριου. Ο ρόλος ήταν αρχικά γραμμένος για τον Βασίλη Λογοθετίδη, αλλά όταν εκείνος αρρώστησε, επιστρατεύτηκε ο Δημήτρης Χορν. Το 1960, πρωταγωνιστεί στην ταινία του Δημήτρη Ιωαννόπουλου «Μια του κλέφτη», ενώ το 1961 πρωταγωνιστεί στην ταινία «Αλίμονο στους νέους» του Αλέκου Σακελλάριου. Το 1962 συμμετέχει στο ντοκιμαντέρ «Η Αθήνα τη νύχτα» του Κλέαρχου Κονιτσιώτη, στο οποίο τραγουδά το «Θαλασσιές οι χάντρες» που γνώρισαν μεγάλη επιτυχία.

Όταν ο Φίνος απέρριψε τον Χορν

Η ταινία «Μια ζωή την έχουμε» μπορεί σήμερα να θεωρείται κλασική, όμως, όταν κυκλοφόρησε το 1958 στους κινηματογράφους, δεν είχε την επιτυχία που της άξιζε. Η ταινία ήταν η τελευταία συνεργασία του Δημήτρη Χορν με τον Γιώργο Τζαβέλλα. Ήταν εμπνευσμένη από τον ιταλικό κινηματογράφο και αποτέλεσε την ακριβότερη παραγωγή της Φίνος.

φωτό: finosfilm.com

Ο Χορν υποδύεται έναν φτωχό ταμία, ο οποίος ανακαλύπτει ένα τεράστιο πλεόνασμα και ενώ αρχικά διστάζει, αποφασίζει να καταχραστεί το ποσό, ξοδεύοντας αλόγιστα τα χρήματα, ξεμυαλισμένος από μια εντυπωσιακή γυναίκα, την οποία υποδύεται η ελληνικής καταγωγής Ιταλίδα Ιβόν Σανσόν.

Ο ρόλος, όπως αναφέραμε, είχε γραφτεί αρχικά για τον Βασίλη Λογοθετίδη, αλλά όταν εκείνος αρρώστησε, επιστρατεύτηκε ο Δημήτρης Χορν. Ωστόσο, το κινηματογραφικό ταίριασμα με τη Σανσόν δεν πέτυχε, καθώς θεωρήθηκε πως δεν είχαν μεταξύ τους χημεία.

Έτσι, όταν τo 1961 o Φίνος αποφάσισε να γυρίσει την ταινία «Αλίμονο στους νέους», σε σενάριο Αλέκου Σακελλάριου και Χρήστου Γιαννακόπουλου, απέρριψε τον Χορν, καθώς θεωρούσε ότι ήταν «αντιεμπορικός» και υπεύθυνος για την εισπρακτική αποτυχία του «Μια ζωή την έχουμε».

Ο Σακελλάριος, όμως, ήθελε μόνο τον Χορν για τον συγκεκριμένο ρόλο κι έτσι απευθύνθηκε σε άλλους παραγωγούς και μαζί έβγαλαν την ταινία που σημείωσε εισπρακτική επιτυχία, κόβοντας στην α’ προβολή 37.302 εισιτήρια, ενώ ήρθε 16η μεταξύ 68 ταινιών, το 1961, που κυκλοφόρησε.

Ο Δημήτρης Χορν για την ερμηνεία του κέρδισε το βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Τη μουσική επένδυση ανέλαβε ο Μάνος Χατζιδάκις, με τον οποίο ο Χορν ήταν καρδιακοί φίλοι. Το σάουντρακ της ταινίας περιλάμβανε τα τραγούδια «Ας είν’ καλά το γινάτι σου», που ερμηνεύει ο Δημήτρης Χορν και «Πες μου μια λέξη», που ερμηνεύει παρέα με τη Μάρω Κοντού, σε στίχους Αλέκου Σακελλάριου.