Πρεμιέρα κάνει στους κινηματογράφους η ταινία, «Στο ιστό του τρόμου» και αν έχετε θέμα με τις αράχνες και υποφέρετε από αρχνοφοβία, καλό είναι να δείτε κάποιο άλλο έργο. Αυτό δεν ενδείκνυται για εσάς, καθώς ο Σεμπαστιάν Βανιτσέκ έχει πάρει το πιο εφιαλτικό σενάριο με αράχνες και το τερματίζει. Για να καταλάβετε για τι μιλάμε, το Film Festival Today, γράφει για την ταινία πως: «φεύγεις από το σινεμά με την αίσθηση ότι εκατοντάδες αράχνες τριγυρνάνε στα πόδια σου».
Η υπόθεση της ταινίας
Ο Καλέμπ, ένας μοναχικός νεαρός άντρας, αποκομμένος από φίλους και οικογένεια, με αδυναμία στα εξωτικά ζώα, φέρνει στο διαμέρισμα του μια δηλητηριώδη αράχνη που ανήκει σε ένα σπάνιο και πολύ επικίνδυνο είδος. Η αράχνη θα χρειαστεί μόλις μια στιγμή για να δραπετεύσει και να μετατρέψει ολόκληρο το κτίριο σε μια φριχτή παγίδα θανάτου. Την ίδια ώρα, η αστυνομία σφραγίζει το κτίριο, εγκλωβίζοντας τους κατοίκους. Πλέον, ο μόνος τρόπος να επιβιώσουν είναι κάποιο σημείο διαφυγής.
Μια ταινία τρόμου από τα παλιά
Η ταινία αποτελεί το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Σεμπαστιάν Βανιτσέκ, ο οποίος έχει αναλάβει το επόμενο spin-off των θρυλικών ταινιών Evil Dead και είναι μια εφιαλτική αλληγορία τρόμου βγαλμένη από τη δεκαετία του ’80, ένας απολαυστικός συνδυασμός τρόμου και ψυχαγωγίας.
Σε αυτήν ο νεαρός σκηνοθέτης προσπαθεί να αποτυπώσει τα προάστια όπως τα έχει βιώσει εκείνος, αν και πρωταρχικός σκοπός της ταινίας παραμένει η παρουσίαση ενός ξεχωριστού θεάματος που θα ανατριχιάσει το κοινό.
Στη διάρκεια ενός φεστιβάλ, ο Βανιτσέκ παρουσίασε την ιδέα της ταινίας στον παραγωγό Χάρι Τόρντζμαν. Εκείνος ενθουσιάστηκε και τον σύστησε σε στελέχη του Netflix, οι οποίοι, έχοντας εντυπωσιαστεί από την ιδέα, εξέφρασαν την πεποίθηση πως η ταινία πρέπει πρώτα να κυκλοφορήσει στις αίθουσες!
Ζωντανεύοντας τις αράχνες
Θέλοντας πάση θυσία να αποφύγει να συμπεριλάβει ταραντούλες, ένα είδος που έχει «πρωταγωνιστήσει» σε πολλές ταινίες τρόμου, αλλά με τρόπο που συχνά καταλήγει αστείος, ο Βανιτσέκ επέλεξε το λιγότερο «προβεβλημένο» είδος των Heteropoda Maxima. Ύστερα, σε συνεργασία με την ομάδα των ψηφιακών εφέ, δούλεψαν σε τρισδιάστατα μοντέλα των αραχνών, ώστε να μπορούν να τις μεγεθύνουν όπως επιθυμούν. Μάλιστα, ζήτησε από την ομάδα των εφέ να παρατηρήσουν κάθε μικρή κίνηση των αραχνών, μια τρομερά λεπτομερής δουλειά, η οποία όμως ήταν απαραίτητη, ώστε να επιτευχθεί η επιθυμητή δόση ρεαλισμού, ακόμα και όταν οι αράχνες αποκτούσαν εφιαλτικά μεγάλες διαστάσεις.
Η συμβολή αυτής της προεργασίας ήταν καθοριστική, καθώς βοήθησε τον Βανιτσέκ να επιλέξει το κατάλληλο καδράρισμα των πλάνων, τον σωστό φωτισμό, αλλά κυρίως επέτρεψε την πραγματοποίηση των γυρισμάτων συνοδεία… αληθινών αραχνών.
Η ταινία γυρίστηκε σε χρονολογική σειρά, οπότε στην αρχή χρησιμοποιήθηκαν πραγματικές αράχνες, μιας και σε εκείνο το σημείο της ταινίας, το μέγεθος τους ήταν ακόμη μικρό. Αυτό έδωσε την ευκαιρία στην ομάδα των ψηφιακών εφέ να βασιστεί στα αρχικά πλάνα για να κάνει ακόμα πιο ρεαλιστικό το τελικό αποτέλεσμα.
Τελικά, ψηφιακές και πραγματικές αράχνες συνυπήρχαν στην οθόνη, δίχως να είναι εύκολη η μεταξύ τους διάκριση με το αποτέλεσμα να γίνεται ακόμα πιο ανατριχιαστικό χάρη στον προσεγμένο σχεδιασμό του ήχου, μια πτυχή που ο ίδιος ο Βανιτσέκ επέμενε να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση εξ’ αρχής.
Η ύπαρξη πραγματικών αραχνών στα γυρίσματα αποδείχθηκε μια ιδιαίτερη πρόκληση. Αφενός για το ίδιο το συνεργείο, πολλά μέλη του οποίου τις φοβόντουσαν, αφετέρου για τις ίδιες τις αράχνες. Τελικά, τα πράγματα εξελίχθηκαν ομαλά και για τις δύο πλευρές. Οι ηθοποιοί, αν και δυσκολεύτηκαν στην αρχή, έφυγαν από τα γυρίσματα έχοντας ξεπεράσει τις φοβίες τους.
Κάποιοι μάλιστα κατάφεραν να κρατούν τις αράχνες στα χέρια τους δίχως φόβο! Παράλληλα, όλο το συνεργείο φρόντιζε να δημιουργεί συνθήκες που δεν θα τρόμαζαν τις αράχνες, στόχος που μάλλον επιτεύχθηκε, κρίνοντας από τα υπέροχα πλάνα που κατάφερε να αποτυπώσει ο Βανιτσέκ και ο διευθυντής φωτογραφίας του.
Σκηνοθεσία: Σεμπαστιάν Βανιτσέκ
Σενάριο: Σεμπαστιάν Βανιτσέκ, Φλορέντ Μπερνάρ
Παίζουν: Θίο Κρίστιν, Σοφία Λεσάφρ, Ζερόν Νίελ, Λίσα Νιάρκο, Φίνεγκαν Όλντφιλντ
Διάρκεια: 106′
Διανομή: TFG