«Με συνδέουν πολλά με την Ελλάδα» ανέφερε ο Γουίλεμ Νταφόε με αφορμή τη νέα ταινία του Βασίλη Κατσούπη, με τίτλο «Inside» στην οποία πρωταγωνιστεί και βγαίνει σήμερα στις αίθουσες (9/3) από την Tulip σε παραγωγή της ελληνικής Heretic, έχοντας ήδη αποσπάσει θερμές κριτικές από το 73ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου που έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της.
«Όποτε κάποιος με καλέσει στην Ελλάδα θα έρθω!» παραδέχτηκε ο Αμερικανός ηθοποιός επισημαίνοντας τους ισχυρούς δεσμούς του με τη χώρα μας. Άλλωστε, ο ίδιος είχε συνεργαστεί στο παρελθόν με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο στην «Σκόνη του χρόνου», ενώ θα τον δούμε και στην τελευταία δημιουργία του Γιώργου Λάνθιμου «Poor Things», ένα βικτωριανό παραμύθι έρωτα και επιστημονικής φαντασίας.
Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας του Βασίλη Κατσούπη αποτελεί μια υπαρξιακή εξερεύνηση των ανθρώπινων αναγκών, της ουσιαστικής αξίας της τέχνης και της πολυτέλειας για την ανθρώπινη ζωή. Ο Γουίλεμ Νταφόε υποδύεται τον Νίμο, έναν επίδοξο ληστή έργων τέχνης που εγκλωβίζεται σ’ ένα πολυτελές hi-tech ρετιρέ στη Νέα Υόρκη, όπου χωρίς να μπορεί να έχει καμία επαφή με τον έξω κόσμο, καλείται να επιστρατεύσει όλη την οξυδέρκεια και την εφευρετικότητά του, προκειμένου να επιβιώσει.
Θυμίζοντας κάποιες φορές μία αστική, κεκλεισμένων των θυρών, εκδοχή του «Ναυαγού» με τον Τομ Χανκς, το «Inside» -βασισμένο σε μία ιδέα του ίδιου του σκηνοθέτη και σε σενάριο του Μπεν Χόπκινς- έδωσε την ευκαιρία στον Νταφόε να πλάσει ακόμα έναν βασανισμένο και ακραίο χαρακτήρα, όπως είχε κάνει στον παρελθόν στον «Τελευταίο πειρασμό» του Σκορσέζε, στον «Αντίχριστο» του Λαρς φον Τρίερ ή «Στην πύλη της αιωνιότητας» του Τζούλιαν Σνάμπελ.
Αναφερόμενος στη συνεργασία του με τον Έλληνα σκηνοθέτη, στη συνέντευξη τύπου που πραγματοποιήθηκε στο Ωδείο Αθηνών την περασμένη Δευτέρα, ο Νταφόε είπε: «Είναι πολύ ευγενικός και γενναιόδωρος, όμως πρέπει να σας πω ότι ήταν αρκετά αποφασιστικός ακόμα και σκληρός στο σετ. Βασικά ήταν ευθύς και ξεκάθαρος, το είδος δηλαδή του συνεργάτη που θέλεις να έχεις». Από την πλευρά του ο Βασίλης Κατσούπης ανέφερε ότι σχεδόν κάθε σκηνή που γύριζαν με τον Νταφόε την είχαν από την πρώτη λήψη. «Αυτό είναι λίγο αμήχανο για τον σκηνοθέτη, όμως μας έδωσε χρόνο να δοκιμάσουμε και άλλα πράγματα. Ό,τι τρελό μπορούσαμε να σκεφτούμε, ήθελε να το δοκιμάσουμε. Δεν είπε ποτέ όχι» σημείωσε, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το σενάριο του «Inside» έφτασε στα χέρια του βραβευμένου ηθοποιού μέσω της γνωριμίας του παραγωγού της ταινίας Γιώργου Καρναβά με τον Αμερικανό executive producer Τζιμ Σταρκ, που έχει επαφές με τον Νταφόε. «Με τον Βασίλη και τον Γιώργο συναντηθήκαμε αρκετές φορές. Αναζητούσαν το κατάλληλο διαμέρισμα αλλά και τη συλλογή τέχνης. Ο τρόπος με τον οποίο σκέφτονταν να επιλύσουν όλα αυτά τα ζητήματα με έπεισε ότι ετοίμαζαν κάτι πολύ ιδιαίτερο και ότι θα ήθελα να συνεργαστώ μαζί τους. Αυτή η ταινία, έχει πολλά που μπορεί να απολαύσει ένας ηθοποιός, όπως το γεγονός ότι υπάρχουν ελάχιστοι διάλογοι. Προσωπικά, λατρεύω να δουλεύω με τη σωματική έκφραση. Ετσι λοιπόν, το “Inside” μου φάνηκε μια υπέροχη ευκαιρία να ακολουθήσω τον χαρακτήρα και να ζήσω μαζί του μια αξέχαστη εμπειρία» εξήγησε ο Νταφόε.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση για ποιους λόγους μπορεί να αρνηθεί να παίξει σε μία ταινία, είπε ότι ο μόνος φόβος που έχει, είναι μήπως η ταινία τελικά είναι κακή. «Κάθε ταινία είναι κάτι καινούριο, και παρόλο που έχω παίξει σε τόσες, η καθεμία έχει να σου δώσει κάτι, ένα μάθημα. Το βασικό για μένα είναι να ξέρω για ποιον λόγο κάνω μια ταινία. Αν οι λόγοι είναι οι σωστοί, ακόμα και αν το αποτέλεσμα δεν είναι τόσο καλό, θα μπορέσω να ζήσω με αυτό. Έχω γυρίσει πάρα πολλές ταινίες. Κάθε φορά ξεκινάω από την αρχή και αναρωτιέμαι το ίδιο πράγμα: “Πώς θα το κάνω αυτό;”. Υπάρχει, λοιπόν, κάποιος φόβος, όμως όταν τον έχεις βιώσει αρκετές φορές, αρχίζεις να νιώθεις άνετα με αυτόν. Μερικές φορές σκέφτομαι ότι ίσως ο μεγαλύτερος φόβος για μένα είναι η βεβαιότητα. Μου αρέσει να βαδίζω προς κάτι άγνωστο και να προσπαθώ να το κάνω προσβάσιμο σε μένα. Όταν αφεθείς σε κάτι, και παραμείνεις συγκεντρωμένος σε αυτό, στο τέλος θα βρεις επαφή και με το υλικό και με τους ανθρώπους».
Όσο για τον χαρακτήρα που υποδύεται, ο ίδιος δεν συμφωνεί ότι ένας ηθοποιός ταυτίζεται αναγκαστικά με τον ρόλο που ερμηνεύει, ωστόσο θεωρεί ότι μένει μαζί του για πάντα: «Όταν έχεις καθημερινά, πολύωρα γυρίσματα είναι φυσικό ο χαρακτήρας να αρχίσει να επιδρά σε αυτό που είσαι. Αναπόφευκτα μπαίνει μέσα σου και βρίσκεται εκεί ακόμη κι όταν η κάμερα δεν λειτουργεί για να τον φέρει στην επιφάνεια. Στο Inside, για παράδειγμα, τα γυρίσματα διήρκησαν έξι εβδομάδες. Σε αυτό το διάστημα δεν είχα καμία άλλη ζωή, οπότε αυτή αρχίζει και σε καταλαμβάνει. Οχι βεβιασμένα αλλά με φυσικότητα. Επίσης από την αρχή αποφασίσαμε ότι το σενάριο θα γυριστεί με χρονολογική σειρά, για να δείξουμε το πέρασμα του χρόνου. Μέρα με τη μέρα, έβλεπα τα μαλλιά και τα νύχια μου να μακραίνουν, έχανα βάρος… Κυριολεκτικά ζούσα μαζί με τον Νίμο. Το σώμα μου ήταν αυτό που μας έλεγε πόσο καιρό αυτός ο τύπος ήταν εκεί μέσα.. Μέσα, λοιπόν από αυτή τη διαδικασία, μαθαίνεις πολλά, τα οποία είναι δύσκολο να ξεμάθεις. Οπότε, ναι, οι χαρακτήρες που έχω υποδυθεί μένουν μαζί μου για πάντα αλλά με διαφορετικό τρόπο».
Μιλώντας για τον Νίμο, τον ήρωα του «Inside», θεωρεί ότι η μεταμόρφωσή του εκτός από σωματική είναι κυρίως πνευματική. «Ουσιαστικά αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει τον εαυτό του, κοίταξε απλώς μέσα του -“inside”, όπως είναι και ο τίτλος της ταινίας-, κάτι που πιθανώς δεν είχε δοκιμάσει ποτέ στο παρελθόν. Το γεγονός ότι αρχίζει και αλληλεπιδρά με όσα βρίσκονται γύρω του και από ένα σημείο και έπειτα δημιουργεί κι εκείνος τη δική του τέχνη, νομίζω ότι είναι και αυτό που τον σώζει τελικά».