Η βρετανική αλυσίδα κινηματογράφων Cineworld ανακοίνωσε την Τρίτη (7/6) ότι απέσυρε από το πρόγραμμα προβολών την ταινία «The Lady of Heaven» στο Ηνωμένο Βασίλειο, εξαιτίας των διαδηλώσεων μουσουλμάνων έξω από τις αίθουσές της.
Η ταινία αυτή έχει ως κεντρικό θέμα τη ζωή της κόρης του προφήτη Μωάμεθ.
Περισσότεροι από 119.000 άνθρωποι υπέγραψαν ένα διαδικτυακό αίτημα για την απόσυρση της ταινίας, την οποία χαρακτήριζαν «ασεβή» και «ρατσιστική» και με «ιστορικές ανακρίβειες». Σύμφωνα με την εφημερίδα The Guardian, μουσουλμάνοι διαδήλωσαν έξω από τις κινηματογραφικές αίθουσες της Cineworld, κρίνοντας ότι η ταινία είναι «βλάσφημη».
«Λόγω των πρόσφατων συμβάντων που σχετίζονται με την προβολή της ταινίας “The Lady of Heaven”, αποφασίσαμε να ματαιώσουμε τις μελλοντικές προβολές σε όλη τη χώρα, για την ασφάλεια των ομάδων μας και των πελατών μας» ανέφερε ένας εκπρόσωπος του ομίλου, που διαθέτει κινηματογράφους κυρίως στη Βρετανία και τις ΗΠΑ.
Η κίνηση αυτή προκάλεσε αντιδράσεις ακόμη και από τη Βουλή των Λόρδων, με την Κλερ Φοξ να λέει ότι πρόκειται για λογοκρισία. Ο παραγωγός της ταινίας δήλωσε πως οι διαδηλωτές έχουν κάθε δικαίωμα να διαμαρτύρονται, αλλά η απόσυρση της ταινίας είναι κάτι τελείως ανόητο και ενάντια στη βρετανική νοοτροπια.
Η ταινία του Ιλάι Κινγκ βγήκε στις κινηματογραφικές αίθουσες της Βρετανίας την περασμένη Παρασκευή. Είναι η πρώτη, όπως λέει ο σκηνοθέτης, που ασχολείται με την προσωπικότητα της Φάτιμα Ζάχρα, της κόρης του προφήτη Μωάμεθ και συζύγου του Αλί, του πρώτου σιίτη ιμάμη.
Η ισλαμική παράδοση απαγορεύει την απεικόνιση θρησκευτικών προσωπικοτήτων και όποτε αυτό έχει συμβεί στο παρελθόν είχε γίνει αιτία για διαδηλώσεις ή ακόμα και δολοφονίες με την κατηγορία της βλασφημίας. Ο πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης Έλι Κινγκ παρουσιάζει την Φάτιμα ως ένα χαρακτήρα χωρίς πρόσωπο, μια νεαρή γυναίκα καλυμμένη με μακρύ, λευκό πέπλο, ώστε να αποφύγει να κατηγορηθεί για έλλειψη σεβασμού από τους μουσουλμάνους.
Ο εκτελεστικός παραγωγός της ταινίας Μαλίκ Σλίμπακ είπε στην εφημερίδα Guardian ότι οι κινηματογράφοι «πρέπει να υπερασπίζονται το δικαίωμα να προβάλουν ταινίες που οι άνθρωποι θέλουν να δουν» αντί να υποκύπτουν στις «πιέσεις».