Ξέρει να αυτοσχεδιάζει και να ξεσηκώνει το κοινό, όταν βρίσκεται πάνω στη σκηνή. Ο τραγουδοποιός Λεωνίδας Μπαλάφας ο οποίος συστήθηκε στο κοινό με τη συμμετοχή του σε τηλεοπτικό μουσικό διαγωνισμό, -απ’ όπου στέφθηκε και νικητής-, αποτελεί ένα φωτεινό παράδειγμα καλλιτέχνη που «ψάχνεται» διαρκώς μουσικά και εκπλήσσει ευχάριστα με τις δημιουργίες του.
Με διαφορετικό ύφος σε κάθε του δουλειά και λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία του 6ου του δίσκου, με τίτλο «Ανηφοριά» (Σεπτέμβρης 2014), ο Λεωνίδας Μπαλάφας με αφορμή τις εμφανίσεις του στο «Σταυρό του Νότου» από το Σάββατο 20 Δεκεμβρίου και για πέντε μόνο παραστάσεις, μιλά στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Στην κεντρική σκηνή του «Σταυρού», ο νεαρός μουσικός θα παρουσιάσει τραγούδια από όλη τη δισκογραφία του, ακυκλοφόρητα αλλά και πολλές εκπλήξεις. Είναι άλλωστε ίδιον του χαρακτήρα του να αυτοσχεδιάζει στη σκηνή και όπως ο ίδιος δηλώνει: «Νιώθω ευγνωμοσύνη για τον κόσμο που μας στηρίζει όλα αυτά τα χρόνια, είναι η μοναδική και ουσιαστική στήριξη που έχουμε».
Έχοντας ξεκινήσει από νωρίς τις ζωντανές του εμφανίσεις στην μπουάτ Απανεμία στην Πλάκα (2003), ο νεαρός καλλιτέχνης έκανε το ντεμπούτο του στην ελληνική δισκογραφία με το cd single «Ο Λεωνίδας και οι Πότες» το 2007. Στην συνέχεια ακολούθησαν τα άλμπουμ «Ταξίδι για να σε βρω» 2009, «Ανοιξιάτικη μέρα» το 2010. Το 2012 κυκλοφορεί από την Antart μια ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία το διπλό cd του με τίτλο «Ας ρίχνει και χαλάζι» ενώ το 2013 επανέρχεται με το επίσης διπλό cd με τίτλο «Απηλιώτης».
Στην ερώτηση για το ποια είναι η πηγή της έμπνευσής του, απαντά: « Η αγάπη, η συγχώρεση, η στενοχώρια, τα βάσανα του κόσμου, οι χαρές και οι λύπες, τα γέλια και τα κλάματα, ολάκερη η φύση, τα δημοτικά τραγούδια, η ειλικρινή και άμεση γραφή παλαιότερων ποιητών, ιστορικά γεγονότα, οι παραδόσεις μας, μια ατάκα, η ψυχική ανάγκη για την αναζήτηση της αλήθειας είναι κάποιες πηγές που μπορεί να φτάνω αλλά δίχως την Θεία έμπνευση νερό δεν πίνω.»
Αναφερόμενος στην κρίση των ημερών και πόσο εκείνη επιδρά στη δημιουργία, ο ταλαντούχος δημιουργός, εξηγεί: «Ανεξαρτήτως κρίσης, η δημιουργία είναι εσωτερική ανάγκη του καλλιτέχνη να εκφραστεί , να ψυχοθεραπευτεί και μέσω εκείνου, ο κόσμος που έρχεται σε επαφή με το έργο. Μια κρίση είτε οικονομική, είτε ψυχολογική είναι ένα ερέθισμα για τον δημιουργό να αποτυπώσει μια κατάσταση, μια χρονική περίοδο, ένα γεγονός», λέει.
«Κάθε δύσκολη εποχή έχει τ’ άσχημα της έχει όμως και τα όμορφά της. Βλέπουμε τον άπορο να μοιράζεται τα λιγοστά του, αυτόν που έχει ανάγκη τη στήριξη να γίνεται ο ίδιος στήριγμα για κάποιον άλλο. Οι καλές στιγμές της ανθρώπινης φύσης μπορεί να μη φέρνουν λύση στην κρίση αλλά διατηρούν την ελπίδα και την έμπνευση», συμπληρώνει.
Στην ερώτηση για τα νέα δεδομένα στη δισκογραφία και τις αλλαγές στην προώθηση μιας νέας δουλειάς, απαντά: «Δεν κρίνω την επιλογή του κάθε ανθρώπου για το πώς θα συμπεριφερθεί στο έργο του, που και πως και πόσο θα το πουλήσει. Εμείς έχουμε επιλέξει κάθε δισκογραφική παραγωγή να είναι ελεύθερη στο διαδίκτυο ώστε να μπορεί ο καθένας να ακούσει δωρεάν τα τραγούδια και αν θέλει στις εμφανίσεις μπορεί να τ΄ αγοράσει με 5ευρώ».
Έχει δηλώσει στο παρελθόν ότι δεν του αρέσουν οι ταμπέλες, ωστόσο το κοινό, κατατάσσει τα τραγούδια του στο λεγόμενο «έντεχνο» είδος. Εκείνος όμως τι απαντά; «Αν έντεχνο σημαίνει κάτι που γίνεται με τέχνη κι έχει καλλιτεχνική πρόθεση, αφορά όλα τα είδη της μουσικής και στιχουργικής. Aν έντεχνο σημαίνει κάτι που γίνεται επιτηδευμένα με σκοπό το κέρδος των εντυπώσεων, αφορά την ψευτοκουλτούρα και την μεταφορά της μεταφοράς, γεια σου φαμφάρα φαφλατά», λέει χαρακτηριστικά.
Και συμπληρώνει: «Το έντεχνο τραγούδι με την έννοια της καλλιτεχνίας δεν είναι και λαϊκό; Το λαϊκό δεν είναι και ροκ; Το ροκ δεν είναι και ρεμπέτικο; Το ρεμπέτικο δεν είναι και μπλούζ; Το μπλουζ δεν είναι και ηπειρώτικο; Ο όρος έντεχνο τραγούδι πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τον Μίκη Θεοδωράκη για να περιγράψει την μελωποιημένη ποίηση. Ο όρος αυτός υπάρχει μέχρι και σήμερα διαστρεβλωμένος για να ξεχωρίσει το διαχρονικό από το εφήμερο, τον καλλιτέχνη της σκηνής και της πίστας. Δε συμφωνώ με τον όρο έντεχνο τραγούδι, πόσο μάλλον με το έντεχνο είδος. Το ”σώμα” και το ”ρούχο” του τραγουδιού μπορεί να το κατατάσσουν σε κάποια κατηγορία αλλά η ”ψυχή” του είναι άυλη και δίχως ταυτότητα».
Κλείνοντας, ρωτήσαμε να μάθουμε ένα τραγούδι που τον εκφράζει αυτή την περίοδο και εκείνος μας εξέπληξε ευχάριστα απαντώντας με τους στίχους ενός δημοτικού τραγουδιού του Κώστα Ρούκουνα:
«Ωρέ !, Καλότυχα, είναι τα βουνά, καλόμοιροι είναι οι κάμποι,
Ωρέ !, Που χάρο, δεν εκαρτε, Ωρέ !, δεν εκαρτερούν,
Ωρέ !, Που χάρο, δεν εκαρτερούν, Χάρο δεν περιμένουν,
Ωρέ !, Μον’ περιμένουν ‘Ανοι, Ωρέ ‘Ανοιξη,
Ωρέ !, Μον΄ περιμένουν ‘Ανοιξη, Το όμορφο καλοκαίρι».
Ωρέ !, Να πρασινίσουν τα βου, Ωρέ !, Τα βουνά».