Την Δευτέρα 3 Ιουλίου 2017, στον Κήπο του Νομισματικού Μουσείου έλαβε χώρα η παρουσίαση του βιβλίου του δικηγόρου Βασίλη Ασημακόπουλου, «Πρώτη Φορά Αριστερά. Αντιθέσεις, αντιφάσεις, εσωτερικές συγκρούσεις στο ΠΑΣΟΚ την περίοδο 1974-1990 και οι βάσεις του πολιτικού μεταμορφισμού του», με ομιλητές τους Χριστόφορο Βερναρδάκη, Αλέξη Μητρόπουλο, Σπύρο Σακελλαρόπουλο και Μιχάλη Χαραλαμπίδη υπό τον συντονισμό του δημοσιογράφου Σταύρου Λυγερού. Στο περιθώριο της εκδήλωσης είχαμε μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον συγγραφέα για τη γέννηση του νέου του βιβλίου που, όπως χαρακτηριστικά ειπώθηκε κατά την διάρκεια της παρουσίασης, αποτελεί μια στιβαρή επιστημονική προσέγγιση μιας περιόδου και ενός πολιτικού κινήματος με τεράστια επιρροή στη σύγχρονη πολιτική ιστορία της Ελλάδας. Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Andy’s, Σόλωνος 43, Αθήνα. – Κε Ασημακόπουλε, τι σας παρακίνησε να γράψετε ένα βιβλίο για το ΠΑΣΟΚ; Οι λόγοι είναι πολλοί και συνδέονται με έναν ορισμένο τρόπο μεταξύ τους, στην πορεία των χρόνων. Κατά πρώτον το ενδιαφέρον για την πολιτική ιστορία, ως άκουσμα ή ερέθισμα, αφορούσε τη γενιά μου ως ευρύτερη ατμόσφαιρα της μεταπολιτευτικής περιόδου, όχι ενεργό συμμετοχή λόγω ηλικίας, αλλά και εμένα ειδικότερα λόγω οικογενειακού περιβάλλοντος. Ακολούθως και πιο επεξεργασμένα ήδη από τα πρώτα φοιτητικά μου χρόνια στη Νομική Αθηνών, στα μέσα της δεκαετίας του ’90, που αποτέλεσαν την αφετηρία της και με οργανωτικούς όρους πολιτικοποίησής μου, η αναζήτηση αυτή έλαβε τη συγκεκριμένη μορφή της προσπάθειας ερμηνείας του ιστορικού κύκλου 1974-90, μέσα από τους μετασχηματισμούς της ελληνικής κοινωνίας όπως διαλεκτικά εγγράφονταν στον και ανατροφοδοτούνταν από τον κομματικό φορέα, που είχε πρωταγωνιστήσει και στον οποίο είχα ενταχθεί, μετέχοντας πλέον ενεργά στην εσωτερική του ζωή, αλλά και την εξωστρεφή δραστηριότητά του με όρους καθημερινότητας, κυρίως μέσα από τις γραμμές της ΠΑΣΠ. Η πολιτικοποίηση δηλαδή ήταν στρατευμένη, μακράς πνοής και η ιδεολογικο-πολιτική ζύμωση μια διαρκής κατάσταση. Τρία ακόμα στοιχεία. Η συγκεκριμένη αναζήτηση της ερμηνείας του ιστορικού κύκλου, δεν αποτελούσε υπόθεση μόνον ή κυρίως ατομική. Δεν αφορούσε μια αντίληψη για το παρελθόν ως ξεκομμένο και αποκομμένο από το παρόν και το μέλλον, αλλά το ακριβώς αντίθετο. Είχε έντονα τα συγκρουσιακά-μετωπικά χαρακτηριστικά απέναντι σε δύο καταστάσεις. Την εξουσιαστική γραφειοκρατία του κομματικού χώρου και τον κυρίαρχο νεοφιλελεύθερο-εκσυγχρονιστικό-ιμπεριαλιστικό χωροχρόνο. Προφανώς πρόκειται για διαδικασία που οικοδομείται στο χρόνο μέσα από εμπειρίες, διαβάσματα, συζητήσεις, κομματικές και κινηματικές δράσεις, συνέχειες και τομές. – Γιατί επιλέξατε αυτόν, το λίγο προκλητικό είναι η αλήθεια, τίτλο; Η επιλογή του τίτλου του βιβλίου, Πρώτη Φορά Αριστερά, οφείλεται στους ακόλουθους λόγους. Τη μαχόμενη μνήμη, που ακόμα και ετυμολογικά στη γλώσσα μας αποδίδεται με την αλήθεια, δηλαδή όχι στη λήθη. Την πρόκληση του ενδιαφέροντος για το σημερινό αναγνώστη, μελετητή, ενεργό πολίτη ή ενταγμένο αγωνιστή, μέσα από την αντίθεση-οικειοποίηση ενός όρου της σύγχρονης δημοσιολογίας για μια άλλη ιστορική περίοδο. Την προσωπική μου – και όχι μόνον δική μου αλλά μιας ομάδας συντρόφων και συντροφισσών- αντίθεση, δημοσίως διατυπωμένη και κατατεθειμένη στις κομματικές δομές και έντυπα του ΣΥΡΙΖΑ (στις γραμμές του οποίου είχα ενταχθεί την περίοδο 2012-2015 και με τον οποίο μέσα από τη συλλογικότητα του Νέου Αγωνιστή συνεργαζόμασταν μετωπικά ή σε επίπεδο κινήματος ήδη από το 2010 ή ακόμα και προηγούμενα από τον αγώνα ενάντια στην αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος την περίοδο 2006-2007) ήδη από την εποχή των Ευρωεκλογών 2014, όταν πρωτοδιατυπώθηκε με τη μορφή του συνθήματος Πρώτη Φορά Αριστερά, εννοώντας την επικείμενη τότε επικράτησή του στη συγκεκριμένη εκλογική αναμέτρηση. Η αντίθεση δεν αφορούσε μόνον το ανιστόρητο του πράγματος ή την παραχάραξη της ιστορικής εξέλιξης του πολιτικού αγώνα στη χώρα υπέρ μιας αυτοδικαιωτικού χαρακτήρα επιλογής μιας γραφειοκρατίας κομμουνιστογενούς έμπνευσης (μιλώντας με όρους ευρωκομμουνιστικής φιλολογίας) στην ιστορική της διαμόρφωση. Ήταν και αυτό. Κυρίως όμως αφορούσε την παραδειγματική άρνηση ή αδιαφορία εκ μέρους του συγκεκριμένου κομματικού φορέα, να αναλύσει μια προηγούμενη εμπειρία, ενός μαζικού πολιτικού κόμματος της σοσιαλιστικής αριστεράς όταν ανέλαβε την κυβέρνηση στη χώρα, σε μια εποχή με ομοιότητες, αλλά και σημαντικές διαφορές με τη σημερινή ας τη χαρακτηρίσουμε μνημονιακή, που καθιστούσαν το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ ούτως ή άλλως πολύ πιο δύσκολο, με στόχο να εξάγει τα όποια συμπεράσματα. Κάτι που φυσικά ουδέποτε έγινε και αποτέλεσε έναν από τους λόγους πολιτικής διαφωνίας και σταδιακής αποστασιοποίησής μου ήδη από την περίοδο εκείνη. Για όποια και όποιον ενδιαφέρεται για την πορεία ενός μάχιμου υπό διαμόρφωση ιδεολογικο-πολιτικού ρεύματος της σοσιαλιστικής αριστεράς με συγκεκριμένες οργανωτικές αποκρυσταλλώσεις και μορφοποιήσεις, μπορεί ν’ ανατρέξει στη συλλογική έκδοση του Νέου Αγωνιστή με τίτλο Έξοδος.Στο δρόμο για τη λαϊκή μεταπολίτευση, από τις εκδόσεις Στοχαστής, που αφορά την περίοδο 2009-2012 και το βιβλίο μου Πορεία Αριστερά. Επισημάνσεις και εκτιμήσεις για την εξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ και άλλες ιστορίες…, από τις εκδόσεις Γόρδιος για την περίοδο 2012-2016. – Πώς γεννήθηκε συγκεκριμένα η ιδέα της εργασίας; Κατ’ αρχάς η ερμηνεία του ιστορικού κύκλου, με τους ανωτέρω όρους, αποτελούσε βασικό στοιχείο της κουλτούρας του χώρου των «Ιταλών» του ΠΑΣΟΚ, στο πολιτικοϊδεολογικό ρεύμα των οποίων είχα ενταχθεί στα χρόνια της δεκαετίας του ’90. Περαιτέρω η ιδέα της εργασίας, με την αρχική μορφή της εξέλιξης της εσωκομματικής πάλης στο ΠΑΣΟΚ, άρχισε να σχηματοποιείται μέσα από συνεχείς και πολύωρες συζητήσεις εντός του χώρου της συλλογικότητας του Νέου Αγωνιστή από την περίοδο 2006-2007 και μετά. Τέλος η συγκεκριμένη εργασία, ως περιεχόμενο, μεθοδολογία και στάση ζωής απέναντι στα πράγματα, ως ειδικότερος τρόπος του βίου, συμπυκνώνει μια διαρκή κίνηση για την ενότητα θεωρίας και πράξης, αλλά και μια συνεχή προσπάθεια κατοχύρωσης της αυτονομίας με όρους υλικούς και ιδεολογικούς, απέναντι στο κράτος, το κόμμα, το κεφάλαιο. Η ενασχόλησή μου σε καθημερινή βάση με το εργατικό δίκαιο στο πλαίσιο της ελεύθερης μαχόμενης δικηγορίας αποτέλεσε έναν βασικό – και αναντικατάστατο μέχρι στιγμής – πόρο προς την κατεύθυνση αυτή. Μέσα στην προαναφερόμενη κινητικότητα και μετά την ολοκλήρωση των δεύτερων χρονικά (μετά τα Νομικά) σπουδών στο Πάντειο, προπτυχιακών και μεταπτυχιακών, ξεκίνησα το 2010 τη διδακτορική διατριβή, που ολοκληρώθηκε συγγραφικά το 2015, υποστηρίχθηκε το 2016 και η οποία εκδόθηκε τον Ιούνιο 2017 με τη μορφή του παρόντος βιβλίου από τον εκδοτικό οίκο Andy’s Publishers. Ορισμένες απαραίτητες ακόμα αναφορές. Η εκπόνηση της διδακτορικής διατριβής οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον επιβλέποντα καθηγητή Σπύρο Σακελλαρόπουλο, που αποδέχθηκε τη θεματολογία, παρακολούθησε εκ του σύνεγγυς την εκπόνησή της με πολύ χρήσιμες για εμένα επισημάνσεις και συμβουλές. Στη διατριβή ακολούθησα το σχήμα της γαλλικής σχολής όπως λέγεται, δηλαδή να προηγείται το θεωρητικό μέρος σχετικά αναλυτικά και να ακολουθεί το εμπειρικό-πραγματολογικό, που είναι με έναν ορισμένο τρόπο συγκεκριμένα θεωρητικό. Την ίδια δομή ακολούθησα και στην έκδοση στο παρόν βιβλίο. Κι αυτό γιατί θυμάμαι πόσο ενδιαφέρουσα και χρήσιμη για εμένα είχε φανεί η αρκετά παραπλήσια δομή του βιβλίου του Σακελλαρόπουλου η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης και πόσο με είχε βοηθήσει στη συστηματοποίηση εννοιολογικών κατηγοριών του επιστημονικού κλάδου της Πολιτικής Κοινωνιολογίας. Η προσπάθεια παρουσίασης κατά το δυνατόν της θεωρητικής – μαρξιστικής κατά βάση – συζήτησης που έχει παραχθεί στις κρίσιμες – για την παρούσα εργασία- αναλυτικές κατηγορίες των κοινωνικών τάξεων, του κράτους και του κόμματος έχει κι αυτό τον εισαγωγικό και εγχειριδιακό σκοπό, με τη λογική να λειτουργήσει ως περαιτέρω ερέθισμα. Περαιτέρω και πάντα στο εισαγωγικό μέρος θεώρησα επιβεβλημένο σύμφωνα με τα αναλυτικά σχήματα που ακολουθεί η εργασία να περιλάβω μια περιοδολόγηση της εξέλιξης του ευρωπαϊκού σοσιαλιστικού/σοσιαλδημοκρατικού ρεύματος. Επίσης έκρινα αναγκαία την σχετικά εκτεταμένη αναφορά στην ιστορική εξέλιξη του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού, ακριβώς επειδή πιστεύω στο στοιχείο της συνέχειας με την έννοια που αποδίδει ο ιστορικός Νίκος Σβορώνος, αλλά και της τομής στη συνέχεια, σύμφωνα με μια περιεκτική και εύστοχη κατά τη γνώμη μου, διατύπωση. Τέλος, όποια και όποιος μπει στον κόπο να διαβάσει το βιβλίο ας έχει επίσης κατά νου την αναφορά του Νίκου Πουλαντζά στο σύντομο προλογικό σημείωμα στο βιβλίο του Φασισμός και Δικτατορία, ότι η αξία των θεωρητικοπολιτικών κειμένων συνίσταται και στο γεγονός ότι φέρουν τη σφραγίδα της συγκυρίας μέσα στην οποία έχουν γραφεί. Η συγκυρία που γράφτηκε το συγκεκριμένο βιβλίο, μεταφέροντας βέβαια μνήμες, επιλογές και διαδρομές προγενέστερες, αφορά την περίοδο της υπαγωγής της χώρας στο μνημονιακό καθεστώς και τη συμμετοχή μου στην αντιμνημονιακή πάλη με διάφορες μορφές. Αναμφίβολα λοιπόν φέρουν τη συγκεκριμένη σφραγίδα. – Τι διαφορετικό ή καινούριο κομίζει η εργασία σας; Κοιτάξτε, η μελέτη του ΠΑΣΟΚ για τα δεδομένα της εγχώριας πολιτικής επιστήμης, μπορεί να πει κανείς ότι αποτέλεσε το αναλυτικό παράδειγμα, όπως το SPD σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τηρουμένων βέβαια των αναλογιών, ειδικά αν συνυπολογιστεί ότι στην Ελλάδα μπορεί να γίνει λόγος για αυτόνομο και διακριτό ουσιαστικά κλάδο Πολιτικής Επιστήμης μετά το 1974, όταν λ.χ. ο Μίχελς έγραψε τη κλασική του μελέτη για την Κοινωνιολογία των πολιτικών κομμάτων με εμπειρικό παράδειγμα κυρίως το SPD, το 1911. Οι πιο αριστερές μελέτες για το ΠΑΣΟΚ διακρίνονται για την μεθοδολογική και θεωρητική επιλογή της πρόταξης των εγχώριων (κοινωνικών, ιδεολογικών, θεσμικών) παραγόντων και την υποβάθμιση των διεθνών-εξωτερικών, στο λανθάνον κλίμα της κριτικής ή απόρριψης της θεωρία της εξάρτησης, που αποτέλεσε βασικό αναλυτικό εργαλείο του ΠΑΣΟΚ την περίοδο 1974-1985. Οι δεξιόστροφες μελέτες τείνουν να υποτιμούν τον εγχώριο κοινωνικο-πολιτικό συσχετισμό και να υπερτονίζουν το διεθνοπολιτικό, αναλύοντας την εξέλιξη κυρίως μέσα από το εκσυγχρονιστικό αναλυτικό παράδειγμα, που άρχιζε να επικρατεί στο ΠΑΣΟΚ ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 ως αποτέλεσμα των συμπορευόμενων και αλληλοτροφοδοτούμενων διαδικασιών, του Ευρωπαϊσμού και της κρατικοποίησης και γίνεται ηγεμονικό από το 1996 και μετά. Αμφότερες οι ανωτέρω κατευθύνσεις, με τις οποίες η δική μου εργασία βρίσκεται σε συνεχή ρητό ή άρρητο διάλογο, με συμφωνίες και διαφωνίες και στις οποίες το παρόν βιβλίο οφείλει πολλά, υποτιμούν κατά τη γνώμη μου τη διάσταση της εσωκομματικής πάλης ή την περιορίζουν στις δραματοποιημένες στιγμές των ετών 1975 και 1976. Σύμφωνα με ένα βασικό συμπέρασμα της παρούσας εργασίας η εσωκομματική πάλη ως σχετικά αυτόνομη μορφή ιδεολογικής, πολιτικής, οργανωτικής μορφοποίησης της κίνησης του κοινωνικού ανταγωνισμού είναι μια κατάσταση διαρκής. Δεν αφορά μόνον τις δραματοποιημένες στιγμές των εσωκομματικών συγκρούσεων που συνοδεύονται από αποχωρήσεις ή διαγραφές. Η εσωκομματική πάλη είναι η φυσιολογική καθημερινότητα του κομματικού σχηματισμού. Ο τρόπος ύπαρξης και κίνησής του. Αποτέλεσμα της μεθοδολογικής επιλογής περί υποβάθμισης ή και αγνόησης της εσωκομματικής πάλης, είναι το ΠΑΣΟΚ, σε μια βασική κατά τη γνώμη μου διάσταση, μέχρι το 1989-1990, να παραμένει ουσιαστικά άγνωστο και τελικά η εσωτερική του διαλεκτική να νοθεύεται ή να διαστρεβλώνεται ή και να αποσιωπάται από τους κυρίαρχους ιδεολογικούς μηχανισμούς. Το δικό μας αναλυτικό σχήμα μελετά την εξέλιξη του πολιτικού κόμματος ως ενός σχηματισμού του ευρύτερου ευρωπαϊκού σοσιαλιστικού/σοσιαλδημοκρατικού ρεύματος, εγγράφοντας τις εθνικές ιδιαιτερότητες όπως ειδικότερα εκδηλώνονται στην κοινωνική δομή και τη διπλή κίνηση του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού, της πορείας διεθνούς ενσωμάτωσής του ως κυρίαρχου-κυριαρχούμενου σε μια υπεριμπεριαλιστικού χαρακτήρα υπερεθνική ενοποίηση και της διαδικασίας εσωτερίκευσης των δομών και σχέσεων ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, που παράγει τη συγκεκριμένη υλικότητα του εξαρτημένου καπιταλιστικού κράτους, όπως συναρθρώνεται με την εγχώρια άρχουσα τάξη. Η παρούσα εργασία διαφοροποιείται από τις αναλύσεις του ΠΑΣΟΚ μέσα από τα σχήματα του λαϊκισμού, των πελατειακών σχέσεων, του διπόλου αρχηγισμός-αδύναμη κομματική οργάνωση, του εθνικισμού. Κυρίως γιατί τα σχήματα αυτά δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα του ΠΑΣΟΚ ή δεν αποτέλεσαν κατά τη γνώμη μας τα καθοριστικά στοιχεία της εξέλιξής του. Για την παρούσα ανάλυση κρίσιμο στοιχείο είναι η πορεία της εσωκομματικής πάλης σε σχέση όμως με την συνολική εξέλιξη του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού. Μια δηλαδή γκραμσιανή ματιά, όπου σύμφωνα με την πολύ διάσημη φράση του Ιταλού αγωνιστή και διανοούμενου, «…γράφω την ιστορία ενός κόμματος δε σημαίνει τίποτε άλλο παρά γράφω τη γενική ιστορία μιας χώρας από μιαν άποψη μονογραφική, για να προβληθεί μια χαρακτηριστική της πλευρά». – Πιστεύετε ότι πέρα από ιστορικό ενδιαφέρον, η μελέτη των μετασχηματισμών του ΠΑΣΟΚ έχει κάποια επικαιρότητα ή σημασία σήμερα; Νομίζω πως έχει, κυρίως για τους εξής λόγους. Η περίοδος 1974-1990 αφορά το τελευταίο τμήμα μιας ιστορικής φάσης της πάλης των τάξεων όπως εκδηλώνεται στο πολιτικό επίπεδο, η οποία έχει την αφετηρία της στο τέλος του εμφυλίου πολέμου και ως αποτέλεσμα αυτού και ολοκληρώνεται με τις τεκτονικές γεωπολιτικές ανατροπές που πυροδότησε η κατάρρευση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού και η πλανητική ηγεμονία των ΗΠΑ, σε συνδυασμό με την ανατροπή του συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, την κυρίαρχη δυναμική της διεθνοποίησης του καπιταλισμού, των διαδικασιών συσσώρευσης σε παγκόσμια κλίμακα. Η ίδια η κίνηση διεθνούς ενσωμάτωσης του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού και η εσωτερίκευση της συγκεκριμένης διαδικασίας προσδιορίζεται από τα ιδιαίτερα (υπερ)ιμπεριαλιστικού τύπου νεοφιλελεύθερα χαρακτηριστικά από τα μέσα της δεκαετίας του 80 με την υιοθέτηση της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης, που καθορίζει το εγχείρημα της ευρωπαϊκής περιφερειακής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης. Μια διαδικασία, η οποία στη μνημονιακή εποχή ολοκληρώνεται με συγκεκριμένους οικονομικούς, κοινωνικούς, πολιτικούς και θεσμικούς όρους. Η εργασία αναφέρεται συνεπώς σε μια μεταβατική περίοδο του τέλους μιας εποχής, της κυοφορίας και γέννησης μιας άλλης. Κρίσιμα στοιχεία όπως ο ευρωπαϊσμός, η εξάρτηση, η κρατικοποίηση του κόμματος, που αποτελούν βασικά σχήματα για την παρούσα μελέτη των μετασχηματισμών του ΠΑΣΟΚ της περιόδου 1974-1990, συγκροτούν κατά τη γνώμη μου θεμελιώδεις παράγοντες σήμερα, ηγεμονικά στοιχεία αν προτιμάτε που προσδιορίζουν την κυρίαρχη αντίθεση στη χώρα, για την πορεία αυτού του τόπου, την εξέλιξη της δημοκρατίας, της διαδρομής ενός μικρού αλλά ιστορικού έθνους, ενός αγωνιζόμενου λαού.