«Σύμφωνα με των Κώδικα Ηθικής του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων, η κατοχή
πολιτιστικών αντικειμένων από συμφωνίες με κατοχικές δυνάμεις, είναι
παράνομη και ανήθικη.
Παρακολουθώ την υπόθεση των Μαρμάρων του Παρθενώνα αρκετά χρόνια τώρα, και όφειλα να ανταποκριθώ
όχι μόνο στα δικά μου πολιτικά και πολιτιστικά πιστεύω, αλλά και στις
πολιτιστικές ανησυχίες και ευαισθησίες των Ελληνοαυστραλών συμπολιτών
μου. Πολλοί κάτοικοι ελληνικής καταγωγής στην βουλευτική μου έδρα
Strathfield, με πλησίασαν και ζήτησαν να αναφερθώ στο θέμα, καθώς
ένοιωθαν ότι δεν υπάρχει αρκετή κινητικότητα σε πολιτικό επίπεδο για την
επιστροφή τους.

Ο Παρθενώνας, ένα από τα σημαντικότερα έργα αρχιτεκτονικής, χτίστηκε
προς τιμή της θεάς Αθηνάς από έναν λαό, μιας πόλης, που 2.500 χρόνια
αργότερα ακόμα έχει το όνομα της – πρόκειται για ιστορική συνέχεια που
λίγοι λαοί στον κόσμο μπορούν να επικαλεστούν. Ο λόρδος Έλγιν
πούλησε τα γλυπτά στο Βρετανικό μουσείο, όταν χρεοκόπησε. Η πώληση δε,
ήταν παράνομη και άκυρη, καθώς δεν πήρε ποτέ άδεια (από τον ελληνικό
λαό) για την αφαίρεσή τους. Η άδεια που πήρε ήταν από τους Τούρκους, οι
οποίοι ήταν κατοχική δύναμη. Αν συμφωνούμε λοιπόν με των
Κώδικα Ηθικής του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων, τότε η κατοχή
πολιτιστικών αντικειμένων από συμφωνίες με κατοχικές δυνάμεις, είναι
παράνομη και ανήθικη.

Σήμερα, λοιπόν, καλώ το Βρετανικό
Μουσείο να συμπεριφερθεί ως μουσείο, σύγχρονο μουσείο, και όχι σαν μια
αποικιοκρατική δύναμη που δεν θέλει να αποχωριστεί κάποιο πολύτιμο
έπαθλο!
Δεν ζητώ από το Βρετανικό Μουσείο να επιστρέψει
κάποιο αγγείο, ή κάποιο άγαλμα που του λείπει κάποιο πόδι. Ζητώ από το
Βρετανικό Μουσείο να επιστρέψει πίσω (στην Ελλάδα) τον μισό Παρθενώνα,
προκειμένου να ενσωματωθεί με το υπόλοιπο του εαυτού του. Αλλιώς, είναι σαν να έχουμε τη Μόνα Λίζα στο Λούβρο του Παρισιού και το
χαμόγελο της στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου

Ενθουσιασμένος από το λόγο της προέδρου δήλωσε ο πρόεδρος της διεθνούς επιτροπής για την επιστροφή των Γλυπτών του
Παρθενώνα Ντέιβιντ Χιλ. «Η ομιλία της υπουργού ήταν εντυπωσιακή και διέφερε σημαντικά από άλλες
ομιλίες καθώς, πέρα από τα γνωστά επιχειρήματα, κάλεσε το Βρετανικό
Μουσείο να θυμηθεί ‘τί εστί μουσείο’ και ποιες είναι οι ευθύνες ενός
μουσείο απέναντι στο λαό»