Οι συνεχόμενοι πόλεμοι στους οποίους έχει εμπλακεί το Ιράκ, έχουν αμαυρώσει τη ζωή των ντόπιων. Μαζί με τα βομβαρδισμένα κτήρια που καταστράφηκαν όλα αυτά τα χρόνια, καταστράφηκαν μαζί και οι ελπίδες και τα όνειρα των Ιρακινών κάθε ηλικίας.
Τέσσερις Ιρακινοί μιλούν για το παρελθόν τους, όπως το θυμούνται τα τελευταία 20 χρόνια μετά την εισβολή στη χώρα τους. Η Χανάα Έντουαρντ, 77 ετών, ο Ζουλφοκάρ Χάσαν, 22 ετών και η 53χρονη Σουάντ αλ Ζαουχάρι και ο 32χρονος Άλαν Ζανγκάνα μιλάνε για το δύσκολο παρελθόν τους, και οραματίζονται το σκοτεινό μέλλον τους.
«Ο φόβος δεν οδηγεί πουθενά»
Στα 77 της, η Χανάα Έντουαρντ, φεμινίστρια και υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι το σύμβολο δεκαετιών αγώνα για τη δημοκρατία σε μια χώρα, στην οποία η αμερικανική εισβολή του 2003 κατά του Σαντάμ Χουσέιν άνοιξε μια από τις πιο αιματηρές σελίδες της ιρακινής Ιστορίας.
Σε μια χώρα που πλήττεται από πόλεμο μεταξύ πιστών διαφορετικών δογμάτων, όπου μαχητές και αξιωματούχοι εξακολουθούν και σήμερα να πέφτουν θύματα απαγωγών και δολοφονιών, θα συνεχίσει τη δράση της μη κυβερνητικής της οργάνωσης Αλ-Αμάλ, που ιδρύθηκε τα χρόνια του 1990 για «την οικοδόμηση μιας ανεξάρτητης κοινωνίας των πολιτών και τη δημιουργία ενός δημοκρατικού Ιράκ, το οποίο πιστεύει στα ανθρώπινα δικαιώματα».
Ανάμεσα στις νίκες της βρίσκεται η υιοθέτηση ποσόστωσης για τις γυναίκες στους κόλπους του κοινοβουλίου. «Ιστορική στιγμή», θυμάται η ηλικιωμένη πλέον κυρία. Σε βίντεο του 2011, φαίνεται όρθια μπροστά στον πρωθυπουργό Νούρι αλ Μάλικι να τα βάζει μαζί του ζητώντας την απελευθέρωση τεσσάρων διαδηλωτών. Ένας άνδρας που κάθεται δίπλα του προσπαθεί να την ηρεμήσει: είναι ο νυν πρωθυπουργός Μοχάμεντ Σία αλ Σουντάνι.
«Ο φόβος δεν οδηγεί πουθενά», λέει. Και σήμερα «υπάρχει πληθώρα προκλήσεων», αναγνωρίζει, κατηγορώντας «τα παραδοσιακά κόμματα που αγωνίζονται για να παραμείνουν στην εξουσία». Χαιρετίζει τις διαδηλώσεις κατά της εξουσίας το 2019, αλλά δεν έχει αυταπάτες: «Δεν υπάρχει δημοκρατία στο Ιράκ», λέει.
«Μάρτυρες θυσίασαν τη ζωή τους»
Ο Ζουλφοκάρ Χάσαν, 22 ετών σήμερα, θυμάται το 2007 όταν η έγκυος μητέρα του τον ξύπνησε μέσα στη νύχτα για να κρυφτούν στο μπάνιο, φοβούμενη αμερικανική επιδρομή που θα είχε στόχο σιίτες μαχητές στη συνοικία τους στη Βαγδάτη. «Τα σπίτια γύρω μας έπεφταν», διηγείται σήμερα ο φοιτητής καλλιγραφίας αναφερόμενος στα πυρά στις 6 Σεπτεμβρίου του 2007 από αμερικανικά ελικόπτερα και άρματα μάχης, από τα οποία σκοτώθηκαν 14 άμαχοι στην Αλ Ουασάς.
Την επόμενη ημέρα, ο Ζουλφοκάρ, 7 ετών τότε, ανέβηκε στην ταράτσα όπου συνήθιζε να κοιμάται η οικογένειά του για να αποφύγει την καλοκαιρινή ζέστη. «Θραύσματα από οβίδες είχαν κάψει τα στρώματά μας», θυμάται.
Την οικογενειακή αυτή ιστορία, τη διηγείται αποστασιοποιημένα, καθώς πρόκειται για μια συνηθισμένη εμπειρία για μια ολόκληρη γενιά η οποία μεγάλωσε μέσα στον πόλεμο, με πτώματα να κείτονται στον δρόμο για το σχολείο, με εκρήξεις αυτοκινήτων παγιδευμένων με εκρηκτικά. «Όλα τα παιδικά μας χρόνια ήμασταν τρομοκρατημένοι», λέει και συνοψίζει «φοβόμασταν να πάμε στην τουαλέτα το βράδυ, κανένας δεν κατάφερνε να κοιμηθεί μόνος του σε ένα δωμάτιο».
«Οδυνηρό χάος»
Αφού στερήθηκε την ξεγνοιασιά της παιδικής ηλικίας στη διάρκεια του πολέμου μεταξύ του Ιράν και του Ιράκ τα χρόνια του 1980, η 53χρονη σήμερα Σουάντ αλ Ζαουχάρι ξεκίνησε στη Βαγδάτη ερασιτεχνική ποδηλατική ομάδα γυναικών και παίδων. «Ζήσαμε τα παιδικά μας χρόνια μέσα στους πολέμους, δεν μπορέσαμε να επωφεληθούμε από αυτά, στερηθήκαμε πολλά πράγματα», λέει αυτή η μητέρα τριών παιδιών.
Το 2017 ανέβηκε στο ποδήλατο δημοσίως. «Φοβόμουν πώς θα μ’ έβλεπε η κοινωνία», διηγείται. Αλλά καθώς αισθανόταν ασφάλεια, ίδρυσε την ποδηλατική της ομάδα. «Οι ζωές μας σημαδεύτηκαν από 20 χρόνια οδυνηρού χάους, τίποτα δεν μπορεί να μας αποζημιώσει γι’ αυτό», συνεχίζει. «Όμως ό,τι και να έρθει, δεν μπορεί να είναι χειρότερο από αυτό που ζήσαμε».
«Κόκκινες γραμμές»
Το 2003 ο Άλαν Ζανγκάνα ήταν 12 ετών. «Μείναμε ξύπνιοι ως την αυγή για να παρακολουθήσουμε τα γεγονότα» στην τηλεόραση από τη Σουλεϊμανίγια, μεγάλη πόλη του Ιρακινού Κουρδιστάν, διηγείται ο ιδιωτικός υπάλληλος. «Το καθεστώς έπεσε, όταν έπεσε το άγαλμα στις 9 Απριλίου του 2003, όπως πιστέψαμε τότε», λέει ο 32χρονος σήμερα Κούρδος, αναφερόμενος στις εικόνες που χαράχτηκαν στη μνήμη και δείχνουν το άγαλμα του δικτάτορα να γκρεμίζεται από Αμερικανούς στρατιώτες στη Βαγδάτη.