Σήμερα Παρασκευή (24/02) συμπληρώνεται ένας χρόνος από την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Η ιστορία ενός 36χρονου επιλοχία, ο οποίος φέρεται να ήταν ο πρώτος Ουκρανός στρατιώτης που πέθανε την ημέρα της ρωσικής εισβολής, μαρτυρά τον πόνο του λαού. Όσοι τον γνώριζαν, μιλούν γι’ αυτόν με τα καλύτερα λόγια.
Ο Ντένις Τκατς θα μπορούσε να είναι ένας από τα χιλιάδες θύματα του πολέμου, αλλά τα βιβλία της ιστορίας μπορεί να τον καταγράψουν ως τον πρώτο Ουκρανό που έπεσε νεκρός στο μέτωπο, όπως μεταδίδει η βρετανική εφημερίδα «Guardian» που αφηγείται την ιστορία του μέσα από τα λόγια της συζύγου του, Οκσάνα.
Ο 36χρονος επιλοχίας πέθανε μόνος του λίγο μετά τις 03:40 π.μ. την ημέρα της εισβολής, περισσότερο από μία ώρα πριν ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν ανακοινώσει την έναρξη της εισβολής με το διάγγελμά του, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Guardian. Ο Τκατς είχε τοποθετηθεί σε ένα στρατιωτικό σημείο ελέγχου στα περίχωρα του χωριού Ζορίνιβκα, στο Λουγκάνσκ της ανατολικής Ουκρανίας, στα σύνορα με τη Ρωσία. Απαρηγόρητη η 29χρονη σύζυγος για την απώλειά του έχει αναλάβει τους τελευταίους μήνες το ρόλο της μητέρας αλλά και του πατέρα μεγαλώνοντας τα δύο παιδιά τους.
Η τελευταία συνομιλία του με τη σύζυγό του Οξάνα ήταν τέσσερις ώρες πριν από τον θάνατό του, στο τηλέφωνο. Μια πολύωρη κλήση κατά τη διάρκεια της οποίας είχαν συζητήσει τα σχέδια για τα επερχόμενα δεύτερα γενέθλια της κόρης τους, της Ντομίνικα. Θα επέστρεφε από τα καθήκοντά του το επόμενο πρωί στις 10:30 π.μ. Η συνέχεια όμως αποδείχθηκε πολύ διαφορετική. Αντ’ αυτού, θα ήταν η ημέρα της κηδείας του. Τα αποχαιρετιστήρια λόγια του Τκατς προς την Οκσάνα παραμένουν μαρτύριο: «Τα λέμε αύριο. Σ’ αγαπώ. Μου λείπεις». Μια υπόσχεση που δεν τηρήθηκε…
«Δολοφόνησαν τον άνδρα μου»
Η Oξάνα τηλεφώνησε τότε στον διοικητή του συζύγου της, ο οποίος επέμενε ότι όλοι όσοι βρίσκονταν στα σύνορα είχαν υποχωρήσει και ήταν ασφαλείς. Αλλά εκείνη δεν πείστηκε. Ήταν αποφασισμένη να φτάσει στον σύζυγό της παρά τις διαμαρτυρίες της οικογένειας της. «Η αδελφή μου είπε: “Υπάρχουν ρωσικά οχήματα που κατεβαίνουν στους δρόμους, ας περιμένουμε λίγο». Αλλά εγώ απάντησα: «Περίμενα ήδη πάρα πολύ καιρό, αν κανείς δεν θέλει να έρθει μαζί μου, θα πάω μόνη μου, δεν φοβάμαι πια τίποτα». Η Oξάνα άφησε τα παιδιά με τη μητέρα της και πήρε την αδελφή της μαζί με δύο άνδρες φίλους της για υποστήριξη, και έκαναν τη σύντομη διαδρομή προς το μέρος όπου είχε ήταν ο άντρας της. Μια ολόκληρη ρωσική φάλαγγα πλησίαζε προς το μέρος τους, αλλά οι πολεμικές δυνάμεις δεν ενοχλήθηκαν από το μικρό λευκό Lada που πήγαινε προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Πλησιάζοντας στο σημείο ελέγχου, η Οξάνα σταμάτησε στην άκρη του δρόμου, δίπλα σε μια μπάρα. Πριν ακόμα βγει από το αυτοκίνητο, η Οξάνα μπορούσε να δει ένα πτώμα δίπλα στην καλύβα. Και ήξερε. «Έτρεξα, φυσικά και έτρεξα. Προσπάθησαν να με συγκρατήσουν. Ειδικά από τη στιγμή που οι άνθρωποι που ήταν μαζί μου μπορούσαν να δουν ότι υπήρχε ένα θωρακισμένο όχημα εκεί και άνθρωποι, Ρώσοι, πίσω από αυτό». Έφτασε στον σύζυγό της και έπεσε πάνω του, προσπαθώντας να τον συνεγείρει. Το σώμα του ήταν ήδη άκαμπτο. Κάθε σημείο του είχε δεχτεί επίθεση από σφαίρες, ακόμα και τα δάχτυλά του ήταν σπασμένα. Το πρόσωπό του ήταν γεμάτο αίμα.
Δύο Ρώσοι την κοίταξαν δειλά-δειλά πίσω από ένα θωρακισμένο όχημα, αλλά δεν είπαν λέξη, ούτε πλησίασαν τη γυναίκα. «Ήθελα να τους φωνάξω ότι είχαν δολοφονήσει τον άνδρα μου».
Στο πλευρό του Tκατς στην καλύβα, καθώς είχε τελειώσει το τηλεφώνημα τα μεσάνυχτα, καθόταν ο 21χρονος λοχίας Ούμανετς, γράφει ο Guardian. Προτού γίνει η ταφή του συζύγου της, έπλυνε η ίδια τη σορό του μένοντας άναυδη από τον αριθμών των σφαιρών που του στέρησαν τη ζωή. Του φόρεσε το γαμπριάτικο κοστούμι και αποχαιρέτησε τον έρωτα της ζωής της.
Δείχνοντας στον δημοσιογράφο της «Guardian» παλαιότερες φωτογραφίες του ζευγαριού με τα παιδιά του, η σύζυγος του άτυχου λοχία προσπαθεί ένα χρόνο μετά τον θάνατό του, να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα. Η Οκσάνα Τκατς και τα δύο παιδιά της, Ρομάν και Ντομινίκα, διαμένουν προσωρινά σε ένα σπίτι στο Βολοντίμιρ της δυτικής Ουκρανίας.