Η μπύρα αρχίζει να γίνεται σπάνια σιγά-σιγά στη Ρωσία, καθώς 100 μέρες μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, οι δυτικές κυρώσεις έχουν αρχίσει να επηρεάζουν την καθημερινότητα των Ρώσων πολιτών.
Σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, πολλές ξένες εταιρείες εγκατέλειψαν τη Ρωσία και το θαλάσσιο εμπόριο έχει πέσει κατακόρυφα, πιέζοντας την οικονομία και επηρεάζοντας τις συνήθειες των Ρώσων που έχουν συνηθίσει σε μια πλούσια επιλογή ξένων αλκοολούχων ποτών.
Μάλιστα, οι μεγαλύτερες ξένες γραμμές εμπορευματοκιβωτίων στον κόσμο – συμπεριλαμβανομένων των τριών κορυφαίων MSC, Maersk, CMA CGM – ανέστειλαν προσωρινά τις αποστολές φορτίων από και προς τη Ρωσία, ενώ οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που μοιράζονται σύνορα με τη Ρωσία και τη Λευκορωσία έχουν απαγορεύσει την είσοδο σε φορτηγά οχήματα που είναι ταξινομημένα σε αυτές τις χώρες.
«Δεν υπάρχει πια Guinness και δεν θα επιστρέψει, τουλάχιστον προς το παρόν», είπε ένας μπάρμαν στο White Hart, μια μεγάλη αγγλικού τύπου παμπ στο κέντρο της Μόσχας, δίπλα στην κεντρική τράπεζα. Πουλούσε την μαύρη μπύρα για 690 ρούβλια (10,83 δολάρια) ανά πίντα.
Η Diageo, η οποία παράγει τη βότκα Smirnoff και Guinness, ξεκίνησε τη δική της διανομή στη Ρωσία το 2006 και κάποτε σημείωσε τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης στη χώρα. Ανέφερε τον Μάρτιο ότι ανέστειλε όλες τις εξαγωγές στη Ρωσία καθώς και την τοπική παραγωγή των μπύρας της.
Οι αποθήκες είναι σχεδόν άδειες και τα εστιατόρια πουλούν παλιό απόθεμα, δήλωσε ο Σεργκέι Μιρόνοφ, διαμεσολαβητής των εστιατορίων της Μόσχας, μετέδωσε το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων RIA.
Ο πρόεδρος της Ρωσίας Πούτιν δήλωσε ότι οι κυρώσεις θα γυρίσουν μπούμπερανγκ στη Δύση και θα δώσουν νέες ευκαιρίες για ρωσικές εταιρείες. Καθώς οι ροές ξένων οινοπνευματωδών ποτών στερεύουν, τα μπαρ και τα καταστήματα εξετάζουν το ενδεχόμενο ντόπιας παραγωγής ποτών.
«Ξεκινήσαμε να αναζητούμε εγχώριες εναλλακτικές για τις ξένες μπίρες και, ως αποτέλεσμα, η επιλογή έχει αλλάξει δραστικά. Το εισαγόμενο αλκοόλ είναι πλέον 20-50% πιο ακριβό, ενώ οι τοπικές μπίρες είναι ελαφρώς πιό φθηνές φθηνότερες από τις εισαγόμενες πριν από τις 24 Φεβρουαρίου», είπε ο Σκίρπκιν.