Η πόλη της Σανγκάης, όπου έχει επιβληθεί αυστηρός περιορισμός της κίνησης από την αρχή του μήνα, ανακοίνωσε σήμερα Τρίτη (19/4) επτά θανάτους εξαιτίας της COVID-19 σε 24 ώρες, αυξάνοντας στους δέκα το σύνολο των θυμάτων του τρέχοντος κύματος της πανδημίας του νέου κορονοϊού στην κινεζική οικονομική πρωτεύουσα.
Ο δήμος ανακοίνωσε τρεις θανάτους χθες Δευτέρα, απολογισμό εκπληκτικά ελαφρύ στην πόλη όπου καθημερινά επιβεβαιώνονται κάπου 20.000 νέες περιπτώσεις μόλυνσης από τον SARS-CoV-2.
Η κινεζική οικονομική πρωτεύουσα έχει πάντως μετατραπεί στο θέατρο της χειρότερης έξαρσης της πανδημίας στον ασιατικό γίγαντα αφότου ξέσπασε η υγειονομική κρίση.
Από την εκδήλωση της επιδημίας του νέου κορονοϊού, που ταυτοποιήθηκε στην κεντρική Κίνα στα τέλη του 2019, το Πεκίνο έχει καταφέρει –τουλάχιστον κατά τα επίσημα στοιχεία– να κρατήσει τον απολογισμό των θυμάτων κάτω από τους 5.000 νεκρούς και τον αριθμό των μολύνσεων κάτω από τις 190.000. Οι αριθμοί αυτοί, εντυπωσιακά κατώτεροι από αυτούς που ανακοινώνονται σε διεθνές επίπεδο, θεωρούνται γενικά πολύ υποτιμημένοι.
Πλέον η παραλλαγή Όμικρον του ιού πλήττει σκληρά τη μητρόπολη των 25 εκατομμυρίων κατοίκων, που έχουν τεθεί σε lockdown επ’ αόριστον, υπό ενίοτε σπαρτιάτικες συνθήκες.
Το ποσοστό εμβολιασμού είναι ανησυχητικά χαμηλό στους ηλικιωμένους. Αξιωματούχοι των υπηρεσιών υγείας της Σανγκάης παραδέχθηκαν προχθές Κυριακή ότι λιγότερα από τα δύο τρίτα των πολιτών άνω των 60 ετών έχουν εμβολιαστεί πλήρως, ενώ ποσοστό χαμηλότερο από το 40% έχει λάβει αναμνηστική δόση.
Οι επτά άνθρωποι που υπέκυψαν τις προηγούμενες 24 ώρες ήταν ηλικίας μεταξύ 60 και 101 ετών με υποκείμενα νοσήματα, ενημέρωσε σήμερα ο δήμος της Σαγκάης.
Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες που κυκλοφόρησαν μέσω ιστότοπων κοινωνικής δικτύωσης, είχαν ήδη διαπιστωθεί θάνατοι αποδιδόμενοι στην COVID-19 στη Σανγκάη τις προηγούμενες εβδομάδες· όμως οι πληροφορίες αυτές λογοκρίθηκαν πολύ γρήγορα από τις κινεζικές αρχές.
Τις προηγούμενες 24 ώρες, επιβεβαιώθηκαν 17.332 ασυμπτωματικά κρούσματα του SARS-CoV-2, ενώ οι συμπτωματικές περιπτώσεις αυξήθηκαν στις 3.084, από 2.417 την προηγουμένη.
Σε έκτακτη ανακοίνωσή του τώρα ο ΕΟΔΥ, ανέφερε χθες Δευτέρα (18/4) ότι τα υπάρχοντα δεδομένα από την Κίνα δεν αναφέρουν την ύπαρξη νέας μετάλλαξης του ιού, ένα σενάριο που επίσης έχει προκαλέσει ανησυχία, ή άλλου δεδομένου που εγείρει ανησυχία αναφορικά με την πορεία της πανδημίας.
Εθελοντές κινητοποιούνται για να σώσουν τα ζώα συντροφιάς
Αφού βρέθηκε θετική στην Covid-19, η Σάρα Ουάνγκ στάλθηκε σε κέντρο καραντίνας και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη γάτα της στο διαμέρισμά της στη Σανγκάη. Εθελοντές οργανώνονται τώρα για να σώσουν το γατάκι και άλλα ζώα συντροφιάς από την πείνα και τη δίψα.
Η οικονομική πρωτεύουσα της Κίνας βρίσκεται αντιμέτωπη με μια έξαρση της πανδημίας, για πρώτη φορά από τα τέλη του 2019. Σχεδόν 25 εκατομμύρια κάτοικοι είναι εγκλωβισμένοι μέσα στα σπίτια τους από τις αρχές Απριλίου. Η Κίνα εφαρμόζει μια πολύ αυστηρή στρατηγική «μηδενικής Covid», στο πλαίσιο της οποίας όσοι βρίσκονται θετικοί στον νέο κορονοϊό, ακόμη και οι ασυμπτωματικοί, οδηγούνται σε κέντρα καραντίνας και απομονώνονται από τον υπόλοιπο πληθυσμό. Όμως οι άνθρωποι αυτοί δεν επιτρέπεται να πάρουν μαζί τους τα ζώα τους, που κινδυνεύουν να πεθάνουν από πείνα και δίψα, αφού μπορεί να μείνουν για ημέρες ή ακόμη και για εβδομάδες, χωρίς κανέναν να τα φροντίσει.
Πολλοί φοβούνται επίσης ότι ο σκύλος ή η γάτα τους θα υποβληθούν σε ευθανασία από τις υγειονομικές αρχές, κάτι που έχει ήδη γίνει αρκετές φορές στην Κίνα από την αρχή της πανδημίας. Το βίντεο που δείχνει ένα μέλος των υγειονομικών υπηρεσιών να χτυπάει μέχρι θανάτου ένα μικρό κόργκι, στις αρχές Απριλίου, προκάλεσε σάλο στο διαδίκτυο.
Τα πλάνα αυτά προκάλεσαν αληθινό «πανικό» στους ιδιοκτήτες ζώων, εξήγησε η Έριν Λι, μια 33χρονη Αμερικανίδα, η οποία έχει ξεκινήσει μια «επιχείρηση διάσωσης» των γάτων και των σκύλων που εγκαταλείφθηκαν μόνα στα διαμερίσματα. Μέσα σε μερικές ημέρες, η Λι και οι φίλοι της οργάνωσαν ένα δίκτυο εκατοντάδων εθελοντών.
«Άθλιες συνθήκες»
Το δίκτυο βρήκε κάποιον που δήλωσε πρόθυμος να φιλοξενήσει προσωρινά τη γάτα της Ουάνγκ. «Δεν θα επιβίωνε μετά την απολύμανση στο διαμέρισμά μου» είπε η 28χρονη γυναίκα. «Δεν τολμώ ούτε να φανταστώ σε τι άθλιες συνθήκες θα βρισκόταν, χωρίς κανέναν να την ταΐζει», πρόσθεσε.
Σε μια Κίνα όπου οι αρχές θέλουν να εμποδίσουν την εμφάνιση νέων κρουσμάτων της Covid-19, η ευημερία των ζώων συντροφιάς δεν είναι κατ’ ανάγκη προτεραιότητα. Πέρσι, τουλάχιστον τρεις γάτες και ένας σκύλος χτυπήθηκαν μέχρι θανάτου, με ξύλα ή σιδερόβεργες, από μέλη της υγειονομικής υπηρεσίας.
Αφού κυκλοφόρησε το βίντεο με το κόργκι, η Έριν Λι είπε ότι κατακλύστηκε από μηνύματα ιδιοκτητών που «ήθελαν να σώσουν τα ζώα τους με κάθε τίμημα». Η μικρή ομάδα των εθελοντών συγκεντρώνει νύχτα και μέρα αιτήματα βοήθειας, μέσω του διαδικτύου. Στη συνέχεια κατηγοριοποιούν τις πληροφορίες, ανάλογα με το πόσο επείγουσα είναι η κάθε κατάσταση. Στο επόμενο βήμα, αναρτούν σε πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης φωτογραφίες και μηνύματα, στα κινεζικά και τα αγγλικά, μέχρι να βρεθεί ένας καλός Σαμαρείτης που θα δεχτεί να φιλοξενήσει το ζώο. Διανομείς που έχουν το δικαίωμα να κυκλοφορούν και να εργάζονται παρά την καραντίνα στέλνονται κατόπιν να παραλάβουν τα ζώα από τις εισόδους των κτιρίων και να τα μεταφέρουν στη νέα κατοικία τους.
Πουλιά και ερπετά
Οι εθελοντές έχουν ήδη βοηθήσει εκατοντάδες γάτες και σκύλους, αλλά και μερικά πουλιά, ψάρια και ερπετά. Έστειλαν επίσης τροφή σε ένα κατάστημα ζώων, που είναι κλειστό και στο οποίο ζούσαν περίπου 50 χάσκι, είπε η Λι.
Συχνά, η «έξοδος» των ζώων από το διαμέρισμα αποτελεί σπαζοκεφαλιά. Κάποιοι δεν θέλουν να αναλάβουν το ρίσκο και να παρακάμψουν τις αυστηρές απαγορεύσεις που εφαρμόζουν οι αρχές. Ένα άλλο πρόβλημα είναι ότι οι άνδρες των υπηρεσιών ασφαλείας, που βρίσκονται σχεδόν σε όλα τα κτίρια κατοικιών στις μεγάλες πόλεις της Κίνας, συχνά αρνούνται να μεταφέρουν τα ζώα μέχρι την είσοδο. Και οι διανομείς, που συνήθως μεταφέρουν τρόφιμα ή άλλα είδη πρώτης ανάγκης, ζητούν υψηλότερη αμοιβή για να αναλάβουν ένα ζώο.
Πρόσφατα, οι «διασώστες» χρειάστηκαν μιάμιση ώρα για να μεταφέρουν έναν σκύλο από το διαμέρισμα του αφεντικού του σε ένα άλλο κτίριο που απέχει μόλις 600 μέτρα, εξήγησε η Έριν Λι. Συχνά πρέπει επίσης να δώσουν στις αρχές να καταλάβουν ότι θα υπάρχουν «αρνητικές αντιδράσεις» και θα αμαυρωθεί η εικόνα της χώρας αν κακοποιηθεί κάποιο ζώο, είπε ο Όσιαν Ζανγκ, που βοήθησε στις «διαπραγματεύσεις» για την απελευθέρωση του ζώου. «Αν συνεχίζουμε να εργαζόμαστε όλοι μαζί, τότε οι επείγουσες καταστάσεις (…) είναι δυνατόν να επιλυθούν μέσα σε μερικές ώρες», κατέληξε.