Μια διακομματική επιτροπή Αμερικανών γερουσιαστών κατέληξε χθες σε συμφωνία για την ανανέωση ενός επί μακρόν ανενεργού νόμου με στόχο την ενίσχυση της προστασίας από την ενδοοικογενειακή βία λίγες ώρες μετά την ομιλία που εκφώνησε υπέρ αυτής της πρωτοβουλίας η Αντζελίνα Τζολί.
Με σπασμένη από τη συγκίνηση φωνή η ηθοποιός απέτισε φόρο τιμής στις γυναίκες και στα παιδιά «για τους οποίους η νομοθεσία άργησε πολύ».
«Στέκομαι εδώ, στο κέντρο της εξουσίας της χώρας μας και το μόνο που μπορώ να σκεφτώ είναι όλους όσους έχουν αισθανθεί ανίσχυροι στα χέρια των κακοποιητών τους από ένα σύστημα που έχει αποτύχει να τους προστατεύσει» είπε η 46χρονη ηθοποιός σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
«Η φρικτή αλήθεια είναι ότι η ενδοοικογενειακή βία είναι σύνηθες φαινόμενο» είπε η Τζολί.
Η ισχύς του Νόμου για την Βία Κατά των Γυναικών έληξε στο τέλος του 2018 και ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, ο οποίος είχε αρχικά υποστηρίξει το σχέδιο νόμου ως γερουσιαστής το 1994, είχε κάνει εκστρατεία για την ανανέωσή του.
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ενέκρινε την ανανέωσή του με ψήφους 244-172 πριν από σχεδόν ένα χρόνο, αλλά η διαδικασία πάγωσε στο Κογκρέσο εν μέσω κομματικών αντιδικιών σχετικά με την πρόσβαση σε όπλα και θεμάτων που αφορούν διεμφυλικά άτομα.
«Ο λόγος που πολλοί άνθρωποι αγωνίζονται για να βγουν από κακοποιητικές καταστάσεις είναι ότι τους έχουν κάνει να αισθάνονται ασήμαντοι. Όταν υπάρχει σιγή από ένα Κογκρέσο υπερβολικά απασχολημένο για να ανανεώσει την ισχύ του Νόμου για την Βία Κατά των Γυναικών επί μια δεκαετία, αυτό ενισχύει την αίσθηση της έλλειψης αξίας. Σκέφτεσαι, νομίζω ότι ο κακοποιητής μου έχει δίκιο. Δεν αξίζω και πολλά» είπε η ηθοποιός.
Οι ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές Τζόνι Ερνστ και Λίζα Μουρκόφσκι και οι δημοκρατικοί Ντικ Ντέρμπιν και Νταϊάν Φάινσταϊν εξέδωσαν ένα κοινό δελτίο Τύπου επιβεβαιώνοντας ότι κατέληξαν σε μια «συμβιβαστική» συμφωνία για την ανανέωση της ισχύος του νόμου.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν ανέφερε σε ανακοίνωσή του ότι είναι «ευγνώμων που αυτό το κρίσιμο διακομματικό σχέδιο νόμου προχωράει και ανυπομονώ να μου το φέρει το Κογκρέσο στο γραφείο μου χωρίς καθυστέρηση».