Μια ανέκδοτη συνέντευξη του Γκύντερ Γκρας δημοσίευσε σήμερα η «Ελ Παΐς», στην οποία ο νομπελίστας της λογοτεχνίας που απεβίωσε τη Δευτέρα, μιλάει για τον «πόνο» ως πηγή έμπνευσης και εκφράζει φόβους για ένα νέο παγκόσμιο πόλεμο στον οποίο η ανθρωπότητα, η οποία είναι πλέον «υπεύθυνη» για τα λάθη της, θα βυθιστεί σαν υπνοβάτης.
Η συνέντευξη στην ισπανική εφημερίδα, η οποία δόθηκε στις 21 Μαρτίου στην κατοικία του συγγραφέα στο Λίμπεκ (βόρεια Γερμανία), ήταν ωστόσο μάλλον εύθυμη, καθώς ο Γκύντερ Γκρας αναφέρθηκε διαδοχικά στη δημιουργία, στο επόμενο έργο του -ένα βιβλίο με ποιήματα, σκίτσα και νουβέλες που επρόκειτο να εκδώσει το φθινόπωρο- και στις παγκόσμιες υποθέσεις, όπως δήλωσε ο Χουάν Κρουθ, ο οποίος μίλησε με το γερμανό συγγραφέα.
Ο Γκύντερ Γκρας, ο οποίος βραβεύθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1999 και αποτελεί ηθική αναφορά στη Γερμανία, μιλάει επίσης στη συνέντευξή του για ένα σύμπλεγμα του επιζήσαντα.
«Ξέρετε, στο “Ξεφλουδίζοντας το κρεμμύδι” (2006) αφηγούμαι πώς σε ηλικία 16 ετών κατάφερα να επιζήσω σχεδόν κατά τύχη», λέει αναφερόμενος σ’ αυτή την αυτοβιογραφία του, στην οποία είχε περιγράψει τη στρατολόγησή του στα Βάφεν Ες-Ες, συγκλονίζοντας τη Γερμανία και τους αναγνώστες του.
«Στη διάρκεια αυτού του μικρού χρονικού διαστήματος των τριών ή τεσσάρων εβδομάδων διέτρεξα πέντε ή έξι φορές τον κίνδυνο να πεθάνω, όπως πολλοί άλλοι στην ηλικία μου».
«Εξακολουθώ να έχω συνείδηση αυτού του πράγματος», λέει ο αριστερός συγγραφέας, προτού συνεχίσει: «Το να εργάζομαι όσο μπορώ περισσότερο με εξυπηρετεί για να αποδείξω στον εαυτό μου ότι επέζησα».
Στο δοκίμιο «Ο μύθος του Σίσυφου», υπενθυμίζει, ο γάλλος συγγραφέας Αλμπέρ Καμί λέει πως ο ήρωάς του είναι «ευτυχής», επειδή η μάχη αρκεί για να γεμίσει την καρδιά του, ακόμη κι αν υποφέρει σηκώνοντας έναν βράχο που πέφτει ακατάπαυστα: «Κατά βάθος, η αιτία (της δουλειάς) είναι ο πόνος», λέει ο Γκύντερ Γκρας.
«Ο πόνος είναι ο κυριότερος λόγος για τον οποίο εργάζομαι και δημιουργώ», λέει ο συγγραφέας, το τελευταίο έργο του οποίου αναμένεται να εξερευνήσει «την έντονη σχέση» ανάμεσα στην πρόζα και στην ποίηση.
Στη συνέχεια ο συγγραφέας του «Ταμπούρλου» (1959) μιλάει για τον πόνο του όσον αφορά τις παγκόσμιες υποθέσεις.
«Έχουμε από τη μια πλευρά την Ουκρανία, η κατάσταση της οποίας δεν βελτιώνεται. Στο Ισραήλ και στην Παλαιστίνη, τα πράγματα πάνε από το κακό στο χειρότερο∙ είναι η καταστροφή που άφησαν οι Αμερικανοί στο Ιράκ, οι ακρότητες του Ισλαμικού Κράτους και το πρόβλημα της Συρίας».
«Παντού υπάρχουν πόλεμοι. Αντιμετωπίζουμε τον κίνδυνο να κάνουμε τα ίδια λάθη όπως προηγουμένως. Και χωρίς να το αντιληφθούμε, μπορεί να βυθιστούμε σε έναν παγκόσμιο πόλεμο σαν να ήμασταν υπνοβάτες».
Μ’ αυτόν τον τρόπο προσεγγίζει ο Γκύντερ Γκρας τις εντάσεις με τη Ρωσία και τα «ρωσικά τραύματα», τα οποία οι Ευρωπαίοι μοιάζει να ξεχνούν. «Φοβούνται και πάλι (οι Ρώσοι) ότι θα κυκλωθούν από τον εχθρό. Δεν λέω πως αυτό δικαιολογεί εκείνο που έκαναν στην Κριμαία, είναι αδικαιολόγητο. Αλλά πρέπει να το καταλάβουμε και αυτό είναι που πρέπει να κάνουμε, να καταλάβουμε τη Ρωσία».
Ο Γκύντερ Γκρας, ο οποίος είχε πάθει πνευμονία και έδωσε τη συνέντευξη με τη βοήθεια συσκευής οξυγόνου, αλλά χωρίς να αποχωριστεί την πίπα του, καλεί τους ανθρώπους να συνειδητοποιήσουν την ευθύνη τους.
«Ζούμε τώρα και έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε κάτι τώρα με τις ζωές μας. Είναι ο μύθος του Σίσυφου, τον οποίο ανακάλυψα μετά τον πόλεμο».
Αυτό που άλλαξε, είναι πως στο εξής το μέλλον των ανθρώπων δεν εξαρτάται πια από τα απρόοπτα της φύσης αλλά από τους ίδιους. Προηγουμένως «λέγαμε πως η φύση είναι η αιτία των λιμών, της ξηρασίας, η ευθύνη ήταν αλλού». Τώρα, «για πρώτη φορά, είμαστε υπεύθυνοι, έχουμε τη δυνατότητα και την ικανότητα να καταστραφούμε», λέει, αναφερόμενος στην κλιματική αλλαγή.
«Δεν είμαστε τίποτε άλλο παρά προσκεκλημένοι που περνούν έναν σύντομο και πολύ συγκεκριμένο χρόνο στον κόσμο αυτό και δεν αφήνουμε πίσω μας παρά ατομικά απορρίμματα».