Ο πρόεδρος του Ισραήλ Ρεουβέν Ρίβλιν ανέθεσε και επίσημα στον Μπενιαμίν Νετανιάχου την εντολή σχηματισμού της τέταρτης κατά σειρά κυβέρνησής του, σε μια ιδιαίτερα ευαίσθητη συγκυρία, που περιπλέκεται από την επιδείνωση των σχέσεων με το Λευκό Οίκο.
«Αποφάσισα να σας αναθέσω την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης», είπε ο Ρίβλιν στέκοντας πλάι στον Νετανιάχου, ενώπιον των δημοσιογράφων.
Δεν υπήρχε πρακτικά καμιά αμφιβολία για την εξέλιξη αυτή μετά τον εκλογικό θρίαμβο του ηγέτη της ισραηλινής δεξιάς επί της κεντροαριστεράς στις βουλευτικές εκλογές της 17ης Μαρτίου, πολύ περισσότερο από τη στιγμή που ο Νετανιάχου κατάφερε να εξασφαλίσει την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών στην Κνέσετ, την ισραηλινή Βουλή: θα ελέγχει 67 επί του συνόλου των 120 εδρών του σώματος.
Ο 65χρονος Νετανιάχου, ο οποίος αναδείχθηκε στην εξουσία ξανά το 2009, έπειτα από μια πρώτη θητεία από το 1996 ως το 1999, έχει 28 ημέρες —αν δεν αρκέσει η πρώτη προθεσμία των 14 ημερών, θα ανανεωθεί— για να σχηματίσει τη νέα κυβέρνησή του.
Αναμένεται a priori πως θα πρόκειται για μια κυβέρνηση που θα κινηθεί ακόμη πιο δεξιά, αν και το ενδεχόμενο σχηματισμού μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας, με τη συμμετοχή και των Εργατικών, δεν έχει αποκλειστεί εντελώς.
Ο Νετανιάχου θα κληθεί να συμβιβάσει τις απαιτήσεις των μελών του δικού του κόμματος, του Λικούντ, αυτές των δύο εθνικιστικών κομμάτων (Εβραϊκή Εστία, Ισραέλ Μπεϊτένου), των δύο υπερορθόδοξων εβραϊκών πολιτικών μορφωμάτων (Σας, Ενωμένο Ψηφοδέλτιο της Τορά) και του κεντροδεξιού κόμματος Κουλάνου. Από αυτό το τελευταίο αναμένεται να προέλθει ο υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης, που θα είναι ο ηγέτης του, ο Μοσέ Καλόν, πρώην στέλεχος του Λικούντ.
Ο Νετανιάχου και η κυβέρνησή του θα κληθούν να διαχειριστούν τις συνέπειες μιας προεκλογικής εκστρατείας που δίχασε τους Ισραηλινούς και επιδείνωσε ακόμη περισσότερο τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, τον σημαντικότερο σύμμαχο της χώρας. Η παλαιστινιακή ηγεσία, από τη δική της πλευρά, αναμένεται να καταθέσει την 1η Απριλίου τις πρώτες της προσφυγές για εγκλήματα πολέμου εναντίον Ισραηλινών ηγετών στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο.
Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου στις πρώτες του δηλώσεις μετά την ανάληψη της εντολής σχηματισμού κυβέρνησης δεσμεύτηκε ότι θα συνεχίσει να καταβάλει προσπάθειες προκειμένου να αποφευχθεί η επίτευξη συμφωνίας ανάμεσα στην ομάδα 5+1 και την Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, ενώ αναφερόμενος στους Παλαιστινίους, είπε ότι θα τους τείνει το χέρι αλλά διεμήνυσε πως σε κάθε περίπτωση το Ισραήλ θα παραμείνει “ισχυρό”.
Ο Νετανιάχου μία ημέρα πριν από τις εκλογές ξεκαθάρισε ότι δεν προτίθεται να επιτρέψει τη δημιουργία Παλαιστινιακού Κράτους, δεν θα αφήσει τους Παλαιστίνιους να χρησιμοποιήσουν ένα τμήμα της κατεχόμενης ανατολικής Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του κράτους τους, ενώ δεσμεύθηκε να κλιμακώσει την εποικιστική δραστηριότητα — προκαλώντας έντονες αντιδράσεις από μέρους της διεθνούς κοινότητας, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ.
Ακόμη και αμέσως μετά την ανάθεση της εντολής σχηματισμού κυβέρνησης, ο πρόεδρος Ρίβλιν επέκρινε ανοικτά τον Νετανιάχου για τις δηλώσεις αυτές.
Παρότι ο Νετανιάχου αποπειράθηκε να ανασκευάσει τις επίμαχες δηλώσεις του μετά τη νίκη του, ο Λευκός Οίκος ήταν σαφές πως δεν θα τις άφηνε να περάσουν έτσι. Η προεδρία των ΗΠΑ έκρινε αυτή την εβδομάδα ότι η πιθανότητα να επιλυθεί το Μεσανατολικό στη βάση της δημιουργίας δύο κρατών μοιάζει να απομακρύνεται, λόγω της στάσης του Ισραηλινού πρωθυπουργού.