Έπειτα από πολύμηνες δικαστικές διαδικασίες και διπλωματικές πιέσεις, ο Βίκτορ Μπουτ εκδόθηκε σήμερα από την Ταϊλάνδη στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ενσαρκώνει τη διακίνηση όπλων σε παγκόσμιο επίπεδο, έχοντας κτίσει την αυτοκρατορία του στα ερείπια της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.
Ο άνθρωπος με τα επτά ψευδώνυμα μιλά έξι γλώσσες, τις οποίες χρησιμοποιούσε για να εφοδιάσει με όπλα και στρατιωτικό εξοπλισμό ομάδες που βρίσκονται σε πόλεμο σε ολόκληρο τον κόσμο, από τις αφρικανικές τοπικές συρράξεις ως τη Μέση Ανατολή και τις FARC.
Σύμφωνα με έκθεση των Ηνωμένων Εθνών, ο Βίκτορ Μπουτ γεννήθηκε στη Ντουσάνμπε του Τατζικιστάν το 1967, σπούδασε στο Στρατιωτικό Ινστιτούτο Ξένων Γλωσσών της Μόσχας και στη συνέχεια εντάχθηκε στη σοβιετική πολεμική αεροπορία. Εχει αρνηθεί ότι υπήρξε πράκτορας της KGB.
Μετά την πτώση της Σοβιετικής Ενωσης, ο Βίκτορ Μπουτ άρχισε την καριέρα του στον τομέα των αερομεταφορών φορτίου, στις αρχές της δεκαετίας του ΄90, χρησιμοποιώντας τα στρατιωτικά μεταγωγικά αεροσκάφη που είχαν εγκαταλειφθεί στις σοβιετικές αεροπορικές βάσεις.
Σύμφωνα με τον Αμερικανό δημοσιογράφο Ντάγκλας Φάραχ, συγγραφέα μαζί με τον Στίβεν Μπράουν του βιβλίου «Έμπορος του Θανάτου», ο Βίκτορ Μπουτ ήταν ένας σοβιετικός αξιωματικός που ήξερε να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία που παρουσιάστηκε χάρη σε τρεις παράγοντες: τα εγκαταλελειμμένα αεροσκάφη στις πίστες των αεροπορικών βάσεων από τη Μόσχα μέχρι το Κίεβο, τα τεράστια αποθέματα όπλων που κατείχαν οι απλήρωτοι στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού και την εκτίναξη της παγκόσμιας ζήτησης όπλων».
Η καρδιά της αυτοκρατορίας του, όπως αναφέρουν οι ερευνητές του ΟΗΕ, ήταν η εταιρεία αεροπορικής μεταφοράς φορτίου Air Cess που είχε το 1996 έδρα τη Μονρόβια της Λιβερίας. Εκτοτε, δεν σταμάτησε να αλλάζει έδρες επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και σχέδια πτήσης. Εδρες των επιχειρήσεών του υπήρξαν το λιμάνι της Οστάνδης στο Βέλγιο, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ενώ τα αεροσκάφη του εντοπίζονταν στις πίστες των αεροδρομίων της Αφρικής, του Αφγανιστάν, της Λατινικής Αμερικής και των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών.
Σύμφωνα με εκθέσεις του ΟΗΕ και δημοσιογραφικές πληροφορίες, ο Μπουτ ως επιχειρηματίας, ντίλερ και μεταφορέας όπλων και ορυκτών υποστήριξε το καθεστώς του πρώην προέδρου της Λιβερίας Τσαρλς Τέιλορ στις προσπάθειες για την αποσταθεροποίηση της Σιέρα Λεόνε και την εξασφάλιση πρόσβασης στα διαμάντια της ενώ στη Μέση Ανατολή τροφοδοτούσε με όπλα την Αλ-Κάιντα και τους ταλιμπάν.
‘Εχει αρνηθεί κατηγορηματικά ότι όπλισε τους κύκλους των μαχητών του τζιχάντ, έχει δεχτεί ωστόσο ότι στα μέσα της δεκαετίας του ΄90 μετέφερε όπλα στο Αφγανιστάν για τους διοικητές που πολεμούσαν εναντίον των ταλιμπάν.
Πιστεύεται επίσης ότι έχει οπλίσει και τις δύο πλευρές του εμφυλίου της Αγκόλας και τροφοδότησε με όπλα πολέμαρχους και κυβερνήσεις από την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό μέχρι τη Λιβύη.
Ο Ντάγκλας Φάραχ διαβεβαιώνει ότι στις αρχές της αμερικανικής εισβολής στο Ιράκ και με την έγκριση όλων των πλευρών, ο Βίκτορ Μπουτ μετέφερε με τα αεροσκάφη υλικό και στρατιώτες για λογαριασμό «ενδιάμεσων» του αμερικανικού στρατού.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες καταδίωξαν τον Βίκτορ Μπουτ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2000, παγώνοντας τα περιουσιακά του στοιχεία το 2006, αλλά δεν υπήρχε νομοθεσία βάσει της οποίας θα μπορούσε να διωχθεί στις ΗΠΑ. Οι αμερικανοί πράκτορες περίμεναν μέχρι το 2008, οπότε, προσποιούμενοι τους αγοραστές όπλων για τις FARC (Ενοπλες Επαναστατικές Δυνάμεις της Κολομβίας) , εξασφάλισαν πρόσβαση προς τον Μπουτ μέσω ενός πρώην συνεργάτη του.
Σε δωμάτιο πολυτελούς ξενοδοχείου της Μπανγκόκ, ο Βίκτορ Μπουτ και οι Αμερικανοί πράκτορες συναντήθηκαν για να συζητήσουν τη μεταφορά όπλων στην Κολομβία και κατά τη διάρκεια της συνομιλίας τους οι πράκτορες τού είπαν ότι θα χρησιμοποιήσουν τα όπλα για να σκοτώσουν Αμερικανούς. Εκείνος τούς απάντησε ότι οι Αμερικανοί είναι και δικοί του εχθροί.
Λίγη ώρα αργότερα συνελήφθη και ετέθη υπό κράτησιν στη Μπανγκόκ. Οι νομικές διαδικασίες που ακολούθησαν κατέληξαν στη σημερινή του έκδοση στις ΗΠΑ.
Ο Βίκτορ Μπουτ ισχυρίζεται ότι οι κατηγορίες εναντίον του γίνονται για πολιτικούς λόγους, ενώ η σύζυγός του έχει δηλώσει ότι η μόνη σχέση που είχε με την Κολομβία ήταν ότι έκανε μαθήματα τανγκό.