Κάποιος που γεννήθηκε στο Λβιβ το 1914, πέθανε το 1992 και δεν βγήκε ποτέ από την πόλη, έζησε στη διάρκεια της ζωής του σε πέντε διαφορετικές χώρες. Το 1914, το Λβιβ (που λεγόταν τότε Λέμπεργκ) ήταν μέρος της αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας. Το 1919 λεγόταν Λβοφ και ήταν μέρος της Πολωνίας. Το 1941 κατελήφθη από τους Γερμανούς. Μετά το 1945 ενσωματώθηκε στη Σοβιετική Ένωση. Και το 1991 έγινε μέρος της Ουκρανίας.
Οι περισσότερες από τις αλλαγές αυτές, γράφει ο Γκίντεον Ράχμαν στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, συνοδεύτηκαν από πολέμους και αιματοχυσία. Όταν λοιπόν κυκλοφόρησε πρόσφατα ότι ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν είχε προτείνει στον πρώην πρωθυπουργό της Πολωνίας Ντόναλντ Τουσκ το μοίρασμα της Ουκρανίας, ήταν λογικό να προκληθεί κατακραυγή.
Η συνομιλία αυτή διαψεύστηκε από όλες τις πλευρές. Αλλά οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν αποκάλυψαν τον δικαιολογημένο φόβο ότι τα σύνορα στην Ευρώπη θα αλλάξουν και πάλι, με όλες τις επιπτώσεις που θα έχει κάτι τέτοιο.
Ο διαμελισμός της Ουκρανίας έχει κατά κάποιον τρόπο ήδη ξεκινήσει – με την αναίμακτη προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία. Από τότε, χιλιάδες άνθρωποι έχουν σκοτωθεί σε μάχες στην ανατολική Ουκρανία, μέρος της οποίας ελέγχεται από τους φιλορώσους αυτονομιστές. Παρόλο που την Κυριακή έγιναν στη χώρα εκλογές, οι κάτοικοι των κατεχομένων περιοχών δεν μπόρεσαν να ψηφίσουν.
Υπάρχουν πολλοί στην Ευρώπη που καλούν την Ουκρανία να αποδεχθεί την «πραγματικότητα». Αντί να προσπαθήσει να ανακαταλάβει το ανατολικό της τμήμα – λένε – ας επικεντρωθεί στην ανάπτυξη του μέρους που ελέγχει. Μπορεί οι ρωσικές ενέργειες να είναι παράνομες, αλλά δεν μπορούν να ανατραπούν.
Κάποιοι άλλοι, πάλι, υποστηρίζουν ότι η αποδοχή του γεγονότος πως τα σύνορα της Ευρώπης μπορούν να αλλάξουν και πάλι με στρατιωτικά μέσα αποτελεί ένα κολοσσιαίο λάθος. Ανάμεσά τους είναι κι ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Σουηδίας Καρλ Μπιλτ.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος ενός τέτοιου σεναρίου θα ήταν να καταλάβει η Ρωσία το ένα τέταρτο της Ουκρανίας που αποκαλεί συνήθως «Ναβαρασίγια». Αυτό το μέρος της χώρας περιλαμβάνει όλες τις ουκρανικές ακτές. Η απώλειά του λοιπόν θα οδηγούσε στον ακρωτηριασμό της Ουκρανίας.
Αν συνέβαινε πράγματι ο ακρωτηριασμός αυτής της χώρας, μπορεί να ακολουθούσαν κι άλλοι. Ο Βίκτορ Ορμπάν, ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας τον οποίο πολλοί στην Ευρώπη αποκαλούν «μίνι Πούτιν», έχει καταστήσει σαφές ότι θεωρεί μεγάλη τραγωδία την απώλεια των δύο τρίτων της ουγγρικής γης μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τμήματα της ιστορικής Ουγγαρίας περιλαμβάνονται στη σημερινή Ουκρανία, όπως και στη Σλοβακία, τη Σερβία και τη Ρουμανία.
Αν η Ουκρανία άρχιζε να διαλύεται, ακόμη και μερικοί Πολωνοί θα ονειρεύονταν να πάρουν πίσω το Λβιβ.
Η γερμανική κυβέρνηση, παρόλο που έχει κατηγορηθεί για ήπια στάση απέναντι στη Ρωσία, έχει καταστήσει σαφή την αντίθεσή της σε οποιαδήποτε αλλαγή των συνόρων στο εσωτερικό της Ευρώπης. Μόλις το 1970, η Γερμανία εγκατέλειψε τις διεκδικήσεις της σε εδάφη που έχασε από την Πολωνία και τη Ρωσία μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μερικές από τις περιοχές αυτές είχαν εξίσου μεγάλη σημασία για τον γερμανικό πολιτισμό με τη σημασία της Κριμαίας για τη Ρωσία. Το σημερινό Καλίνινγκραντ, για παράδειγμα, ήταν κάποτε το Κένιγκσμπεργκ, πρωτεύουσα της Πρωσίας και πατρίδα του γερμανού φιλοσόφου Ιμάνουελ Καντ.
Ο τελευταίος έχει υποστηρίξει ότι ο ηθικός χαρακτήρας μιας πράξης μπορεί να κριθεί με βάση το τι θα συνέβαινε αν αποτελούσε έναν οικουμενικό νόμο. Με άλλα λόγια, «τι θα γινόταν αν όλοι έκαναν το ίδιο πράγμα;» Ο κανόνας αυτός εξηγεί γιατί είναι τόση επικίνδυνη η αποδοχή της προσάρτησης τμημάτων της Ουκρανίας από τη Ρωσία. Αν η Ευρώπη επέτρεπε και πάλι σε χώρες να αρχίσουν να διεκδικούν τμήματα των γειτονικών τους χωρών – για εθνικούς, πολιτιστικούς ή ιστορικούς λόγους -, η κατάρρευση δεν θα αργούσε.