Τη δική τους «μάχη» κατά του κορονοϊού δίνουν οι χώρες του κόσμου προσπαθώντας να εμβολιάσουν όσα περισσότερα άτομα μπορούν με στόχο να δοθεί τέλος στη φονική πανδημία. Μέχρι στιγμής σύμφωνα με καταμέτρηση που πραγματοποίησε και έδωσε στη δημοσιότητα το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων έχουν χορηγηθεί σε παγκόσμιο επίπεδο πάνω από μισό δισεκατομμύριο δόσεις των εμβολίων.
Πάνω από 508,3 εκατομμύρια δόσεις έχουν χορηγηθεί σε τουλάχιστον 164 χώρες ή εδάφη, σύμφωνα με αυτή την καταμέτρηση, στις 11:00 ώρα Ελλάδας την Παρασκευή (26/3).
Ο ρυθμός ολοένα και επιταχύνεται: οι πρώτες 100 εκατομμύρια δόσεις χορηγήθηκαν μέσα σε δύο μήνες, οι δεύτερες 100 εκατομμύρια σε 20 ημέρες, η τρίτη εκατοντάδα εκατομμύριων σε 15 ημέρες, η τέταρτη εκατοντάδα σε 11 ημέρες και η πέμπτη σε 8 ημέρες.
Το Ισραήλ… στην κορυφή
Το Ισραήλ, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, συνεχίζει να είναι η χώρα που προηγείται περισσότερο στην εκστρατεία εμβολιασμού. Η χώρα αυτή των περίπου 9 εκατ. κατοίκων έχει ήδη χορηγήσει περίπου 10 εκατ. δόσεις. Έξι στους 10 Ισραηλινούς έχουν λάβει τουλάχιστον μία δόση και πάνω από το ήμισυ του πληθυσμού έχει λάβει και τη δεύτερη. Το ποσοστό των κρουσμάτων, που είχε φθάσει σε πάνω από 650 περιστατικά ανά 100.000 κατοίκους τον Ιανουάριο, μειώθηκε στους 67 σε όλη τη χώρα.
Στις πρώτες θέσεις βρίσκονται επίσης το Ηνωμένο Βασίλειο (43% του πληθυσμού έχει λάβει τουλάχιστον μία δόση), τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (μεταξύ 39% και 78%), η Χιλή (32%), το Μπαχρέιν (27%), οι ΗΠΑ (26%), η Σερβία (19%), η Ουγγαρία (19%), ή ακόμα οι Μαλδίβες (42%) και η Μάλτα (26%).
Σε απόλυτους αριθμούς, οι ΗΠΑ κυριαρχούν (113 εκατομμύρια δόσεις, 26% των δόσεων που έχουν χορηγηθεί σε όλο τον κόσμο), μπροστά από την Κίνα (91 εκατομμύρια) και την Ινδία (55,5 εκατομμύρια).
Οι 27 χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν συνολικά χορηγήσει 65 εκατομμύρια δόσεις στο 10% του πληθυσμού. Οι πολυπληθέστερες χώρες της ΕΕ κινούνται γύρω από τον μέσο όρο: Γαλλία (10,6%), Γερμανία (10%), Ιταλία (9,9%) και Ισπανία (9,5% στις 24 Μαρτίου).
Κατά τη διάρκεια της περασμένης εβδομάδας, εξαιρώντας τις χώρες με λιγότερους από 100.000 κατοίκους, είναι τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα που εμβολίασαν με τον ταχύτερο ρυθμό, χορηγώντας κάθε μέρα δόσεις στο 1,08% του πληθυσμού τους.
Ακολουθεί η Χιλή (0,96%), το Ηνωμένο Βασίλειο (0,87%), η Μάλτα (0,85%) και το Μπαχρέιν (0,79%). Οι ΗΠΑ (0,76%) δεν απέχουν πολύ. Η Γαλλία (0,35%), η Ιταλία (0,33%), η Γερμανία (0,30%) και η Ισπανία (0,26%), αντίθετα, είναι σε απόσταση.
Αργό ξεκίνημα για τις φτωχές χώρες
Οι χώρες «υψηλού εισοδήματος» (όπως ορίζονται από την Παγκόσμια Τράπεζα) συγκεντρώνουν πάνω από το ήμισυ των εμβολίων που έχουν χορηγηθεί (54%) ενώ φιλοξενούν μόλις το 16% της ανθρωπότητας. Αυτό το ποσοστό, ωστόσο, βαίνει μειούμενο στον βαθμό που χώρες «μεσαίου εισοδήματος» επιταχύνουν τις δικές τους εκστρατείες.
Στο άλλο άκρο, πολλές χώρες «χαμηλού εισοδήματος» έχουν ξεκινήσει τους εμβολιασμούς χάρη στον μηχανισμό Covax, που δημιούργησαν o Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), η Συμμαχία για τα εμβόλια (Gavi), και ο Συνασπισμός για Καινοτομίες Επιδημιολογικής Ετοιμότητας (Cepi).
Ωστόσο, το ξεκίνημά τους είναι σε πρώιμο στάδιο: μόλις το 0,1% των δόσεων που έχουν χορηγηθεί στον κόσμο δόθηκαν σε αυτές τις χώρες.
Στην Αφρική, λιγότερο από μία δόση (0,7) έχει χορηγηθεί ανά 100 κατοίκους, συγκριτικά με 37 στις ΗΠΑ/Καναδά και 15 στην Ευρώπη.
Η γεωγραφία των εμβολίων
Το αγγλοσουηδικό εμβόλιο που ανέπτυξαν η AstraZeneca και το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης χορηγείται σε πλούσιες χώρες (Ηνωμένο Βασίλειο, Ευρωπαϊκή Ένωση) όσο και σε φτωχές, κυρίως χάρη στον Covax, που είναι ο κύριος προμηθευτής του. Χορηγείται επίσης στην Ινδία.
Τα εμβόλια της αμερικανογερμανικής συμμαχίας Pfizer/BioNTech και της αμερικανικής Moderna, που είναι πιο ακριβά και πιο δύσκολο να συντηρηθούν, χρησιμοποιούνται κυρίως σε πλούσιες χώρες.
Το ρωσικό εμβόλιο Sputnik V και τα κινεζικά εμβόλια που αναπτύχθηκαν από τη Sinopharm και τη Sinovac χρησιμοποιούνται κυρίως στις χώρες απ΄όπου προέρχονται, καθώς και σε αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες χώρες.
Σε ό,τι αφορά το εμβόλιο της αμερικανικής Johnson & Johnson, το πρώτο μονοδοσικό, χορηγείται έως τώρα στις ΗΠΑ και στη Νότια Αφρική αλλά έχει επίσης εγκριθεί στον Καναδά και την ΕΕ.