Ο ηγέτης μιας ένοπλης οργάνωσης που ευθύνεται για δεκάδες δολοφονίες στην Αίγυπτο σκοτώθηκε σήμερα τα ξημερώματα, κατά την τελευταία ημέρα της προεκλογικής εκστρατείας για τις προεδρικές εκλογές που θα διεξαχθούν την Δευτέρα και την Τρίτη, στις οποίες εμφανίζεται ως απόλυτο φαβορί ο πρώην αρχηγός του στρατού Άμπντελ Φάταχ αλ Σίσι που έχει θέσει προτεραιότητά του την «καταπολέμηση της τρομοκρατίας».
Στο Φαγιούμ, στα νοτιοδυτικά του Καΐρου, ξέσπασαν και πάλι συγκρούσεις μεταξύ των δυνάμεων ασφαλείας και υποστηρικτών του ανατραπέντος ισλαμιστή προέδρου Μοχάμεντ Μόρσι, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί ένας άνθρωπος και να τραυματιστούν άλλοι τρεις.
Σε άλλες περιοχές οι διαδηλώσεις υπέρ του Μόρσι διαλύθηκαν από τους αστυνομικούς που σε ορισμένες περιπτώσεις έκαναν χρήση δακρυγόνων, όπως στο προάστιο Νασρ Σίτι του Καΐρου, στην Αλεξάνδρεια και στην επαρχία Μίνια.
Πολλοί αξιωματούχοι επιβεβαίωσαν εξάλλου τον θάνατο του Σάντι ελ Μενέι, του ηγέτη της Άνσαρ Μπέιτ αλ Μάκντες, μιας οργάνωσης που δηλώνει ότι «εμπνέεται» από την Αλ Κάιντα και έχει αναλάβει την ευθύνη για πολλές επιθέσεις εναντίον των δυνάμεων ασφαλείας μετά την ανατροπή του Μόρσι από τον στρατό, στις 3 Ιουλίου πέρσι.
Σύμφωνα με ορισμένες πηγές ο Μενέι σκοτώθηκε μαζί με άλλα τρία μέλη της οργάνωσης όταν άνδρες των δυνάμεων ασφαλείας άνοιξαν πυρ εναντίον του οχήματός τους την ώρα που ετοιμάζονταν να εξαπολύσουν επίθεση σε έναν αγωγό μεταφοράς φυσικού αερίου στο Σινά. Άλλοι αξιωματούχοι όμως υποστήριξαν ότι ο Μενέι σκοτώθηκε από άγνωστους δράστες.
Μέχρι στιγμής δεν έχει επιβεβαιωθεί η μία ή η άλλη εκδοχή από ανεξάρτητες πηγές.
Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η Άνσαρ Μπέιτ αλ Μάκντες είναι η μοναδική ένοπλη οργάνωση ικανή να αποσταθεροποιήσει την Αίγυπτο.
Σε άλλο επεισόδιο, ένας αξιωματικός σκοτώθηκε και δύο αστυνομικοί τραυματίστηκαν σε επίθεση που σημειώθηκε κοντά στη Ράφα, στο βόρειο Σινά.
Οι επιθέσεις έχουν πολλαπλασιαστεί σε αντίποινα για την καταστολή των κινητοποιήσεων των οπαδών του Μόρσι, από την οποία έχουν χάσει τη ζωή τους μέχρι σήμερα περισσότεροι από 1.400 άνθρωποι. Τουλάχιστον 15.000 μέλη και μη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας κρατούνται σε φυλακές ενώ εκατοντάδες έχουν καταδικαστεί σε θάνατο ή σε βαριές ποινές φυλάκισης.
Νωρίτερα σήμερα μια αυτοσχέδια βόμβα εξερράγη, χωρίς να τραυματιστεί κανείς, κοντά σε ένα πρατήριο βενζίνης στη συνοικία Νασρ Σίτι του Καΐρου, λίγες ώρες αφότου οι αστυνομικοί διέλυσαν, κάνοντας χρήση δακρυγόνων, μια συγκέντρωση υποστηρικτών του Μόρσι στην ίδια περιοχή.
«Δεν θα σταματήσουμε μέχρι να εκδικηθούμε για το αίμα και τις σορούς των μουσουλμάνων», ανέφερε η Άνσαρ Μπέιτ αλ Μάκντες σε μια ανακοίνωσή της που δόθηκε στη δημοσιότητα στις 4 Μαΐου. Η οργάνωση, που έχει χαρακτηριστεί «τρομοκρατική» από την Αίγυπτο, τις ΗΠΑ και τη Βρετανία, ιδρύθηκε το 2011 μετά τη λαϊκή εξέγερση που οδήγησε στην ανατροπή του Χόσνι Μουμπάρακ από την εξουσία. Πριν ανατραπεί ο Μόρσι, στόχος της ήταν κυρίως το Ισραήλ και οι αγωγοί φυσικού αερίου που εφοδιάζουν τη γειτονική χώρα. Τον Ιανουάριο είχε εκτοξεύσει μια ρουκέτα στο Εϊλάτ, το παραθαλάσσιο θέρετρο του Ισραήλ στην Ερυθρά Θάλασσα.
Οι νέες αρχές κατηγορούν τους Αδελφούς Μουσουλμάνους ότι κρύβονται πίσω από τις επιθέσεις αυτής της οργάνωσης, κάτι που διαψεύδει κατηγορηματικά η Αδελφότητα.
Τους τελευταίους μήνες η Άνσαρ Μπέιτ αλ Μάκντες, που δρούσε κυρίως στο Σινά, επέκτεινε τις επιχειρήσεις της στο Δέλτα του Νείλου και στο Κάιρο. Ένας από τους ιδρυτές της, ο Ταουφίκ Μοχάμεντ Φαρίτζ, σκοτώθηκε τον Μάρτιο σε τροχαίο δυστύχημα, εξαιτίας του οποίου πυροδοτήθηκε και εξερράγη η βόμβα που μετέφερε.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι περισσότεροι από 500 άνθρωποι, στην πλειονότητά τους αστυνομικοί και στρατιώτες, έχουν σκοτωθεί σε επιθέσεις της οργάνωσης από πέρσι τον Ιούλιο.