Περισσότερο μια καρικατούρα παρά το προϊόν μιας πολιτικής ανάλυσης είναι η «γερμανική Ευρώπη» γράφει ο Φρανσουά Σερζάν στη σημερινή Λιμπερασιόν, που συνεχίζει: Είναι αλήθεια όμως ότι η Γερμανία της καγκελαρίου Μέρκελ κυριαρχεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τόσο από οικονομική όσο και δημογραφική και πολιτική άποψη.
Η Μέρκελ υπήρξε ανυποχώρητη τόσο στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσο και στα σχέδια λιτότητας που επιβλήθηκαν στον Νότο. Εκείνη επιβάλλει την ευρωπαϊκή πολιτική στην Ουκρανία και τη Ρωσία, όχι οι Βρυξέλλες, ούτε βέβαια η Γαλλία.
Η περίφημη γαλλογερμανική ατμομηχανή δεν έχει παρά έναν και μόνο οδηγό, γράφει η σημερινή Λιμπερασιόν που φιλοξενεί πολυσέλιδο αφιέρωμα στο θέμα. Και η γερμανίδα καγκελάριος οφείλει την ηγεμονία της τόσο στη δημοτικότητα που έχει στη Γερμανία όσο και στον δυναμισμό της πολιτικής της.
Μια πρόσφατη δημοσκόπηση του περιοδικού Σπίγκελ έδειξε ότι το 80% των Γερμανών είναι ικανοποιημένοι με την πολιτική της, ποσοστό που φτάνει το 85% στους νέους ηλικίας 18 ως 30 ετών. Είναι δύσκολο να πουλήσεις στο εξωτερικό μια πολιτική που δεν λειτουργεί στη χώρα σου.
Δεν υπάρχει φυσικά ένα γερμανικό μοντέλο που μπορεί να εξαχθεί στη Γαλλία ή σε άλλες χώρες. Αν όμως το Παρίσι και η υπόλοιπη Ένωση θέλουν μια διαφορετική Ευρώπη, πρέπει να συνεργαστούν με την καγκελάριο, όχι να την απομονώσουν.
Οι Αμερικανοί συζητούν με τη Μέρκελ τη μοίρα του ευρώ. Η «Μούτι», όπως την αποκαλούν οι συμπατριώτες της, είναι ο αγαπημένος συνομιλητής και του Πεκίνου, όπου έχει μεταβεί έξι φορές. Μιλά απευθείας με τον Πούτιν για την ουκρανική κρίση. Και είναι η μόνη Ευρωπαία ηγέτης που υπερηφανεύεται ότι έχει επισκεφθεί και τις 28 χώρες της Ένωσης.
Το κέντρο βάρους της Ευρώπης έχει μετατοπιστεί από τις Βρυξέλλες στο Βερολίνο. Και αυτό είναι ακόμη εμφανέστερο αν ληφθεί υπόψη ότι η ισορροπία στον γαλλογερμανικό άξονα έχει διαταραχθεί λόγω της αποδυνάμωσης του προέδρου Ολάντ και ότι η γαλλική οικονομία παρουσιάζει προβλήματα.
Η αδιαμφισβήτητη ηγετική θέση του Βερολίνου προκαλεί αμηχανία στους ηγέτες του.
«Δεν μπορούμε να εξακολουθούμε να κρυβόμαστε πίσω από το Συνταγματικό Δικαστήριο και την ιστορία μας», επισημαίνει ο Φόλκερ Πέρτες, διευθυντής του ιδρύματος διεθνών σχέσεων SWP που το περασμένο φθινόπωρο είχε δημοσιεύσει μια «λευκή βίβλο» για να υπενθυμίσει ότι «η Γερμανία δεν μπορεί να υπεκφεύγει των ευθυνών που απορρέουν από την ισχύ».
Η γερμανική διπλωματία ήταν απούσα στην αντιμετώπιση της λιβυκής κρίσης, ενώ η χώρα αυτή ήταν η μόνη στην ΕΕ που αρνήθηκε να υπογράψει μια δήλωση του Ομπάμα που ζητούσε μια «ισχυρή διεθνή απάντηση» στη Συρία. Με την κυβέρνηση Μέρκελ ΙΙΙ και τον νέο συνασπισμό CDU-SPD, η Γερμανία αρχίζει να αναλαμβάνει πιο ενεργά τις ευθύνες που της αντιστοιχούν.
Η αλλαγή τόνου ήταν εμφανής ήδη από τον Ιανουάριο, στη διάρκεια της 50ής διεθνούς διάσκεψης του Μονάχου για την ασφάλεια. «Δεν μπορούμε να ελπίζουμε να μην επηρεαζόμαστε από τις παγκόσμιες συγκρούσεις», είχε πει ο γερμανός πρόεδρος Γιοάχιμ Γκάουκ. «Εάν όμως λαμβάνουμε μέρος στην επίλυσή τους, μπορούμε τουλάχιστον να επηρεάζουμε την έκβασή τους.
Αλλά και η υπουργός Αμύνης Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, το νέο αστέρι του χριστιανοδημοκρατικού κόμματος και πιθανή διάδοχος της Μέρκελ, δεν δίσταζε να δηλώσει:
«Αν έχουμε τα μέσα, έχουμε την υποχρέωση και την ευθύνη να λαμβάνουμε μέρος στην επίλυση των μεγάλων προβλημάτων».
Όταν μιλούν έτσι οι Γερμανοί, έχουν βέβαια στο μυαλό τους τη δράση στο πλαίσιο της Ευρώπης ή του ΝΑΤΟ, από κοινού με τους εταίρους τους.
Ο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ και ο Λοράν Φαμπιούς έπαιξαν ένα ρόλο-κλειδί μαζί τον πολωνό ομόλογό τους Ράντοσλαβ Σικόρσκι στο Κίεβο, τον περασμένο Φεβρουάριο. Η συμφωνία που πέτυχαν όμως αποδείχθηκε εφήμερη. Και ο Σταϊνμάγερ είναι πολύ προσεκτικός.
«Η ασφάλεια στην Ευρώπη και για την Ευρώπη», λέει, «δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μαζί με τη Ρωσία, όχι ενάντια στα συμφέροντά της». Στην ίδια γραμμή επιμένουν άλλωστε και οι γερμανοί επιχειρηματίες.