Στα όρια της κατάρρευσης βρίσκεται το υγειονομικό προσωπικό στο νοσοκομείο του Τσουμέν στην Βουλγαρία, μπροστά στην επιδημία του κορονοϊού: Ενας γιατρός για 55 βαριά ασθενείς, σε μία περιοχή όπου περί το ήμισυ των υπηρετούντων βρίσκεται κοντά στην συνταξιοδότηση.
Το νοσοκομείο είναι το πλέον επιβαρυμένο της χώρας και η κατάσταση είναι κρίσιμη, λέει ο Ντιμίταρ Κοστόφ, ο διευθυντής του νοσοκομείου που έχει πλημμυρίσει από ασθενείς της Covid-19 από τις 12 Οκτωβρίου.
«Καταρρέουμε από φυσική και ηθική εξάντληση», λέει ο επικεφαλής του τμήματος Επιδημιολογίας Αλμπένα Κόστοβα, περιδιαβαίνοντας τους διαδρόμους για να ανταποκριθεί στα επείγοντα περιστατικά, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ.
«Δεν υπάρχει πια ελεύθερη θέση. Το οξυγόνο έχει εξαντληθεί» προειδοποιεί ένας γιατρός.
Η φτωχότερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα έβγαλε σχετικά καλά πέρα την άνοιξη, αλλά ο αριθμός των κρουσμάτων του κορονοϊού εκτοξεύτηκε το φθινόπωρο αποκαλύπτοντας ένα σύστημα υγείας στα όρια της κατάρρευσης. Κι αυτό διότι πολλοί νέοι έχουν φύγει προς την Δύση: σύμφωνα με την Ιατρική Eνωση, οκτώ στους δέκα πτυχιούχους επιλέγουν να εγκαταλείψουν την Βουλγαρία, μία τάση που επιταχύνθηκε μετά την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση το 2007.
Το αποτέλεσμα είναι ότι το 52% των γιατρών είναι ηλικίας άνω των 55 ετών, σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία.
Χωρίς επαρκείς μισθούς και αξιοπρεπή σύνταξη, οι επαγγελματίες της υγείας συνεχίζουν να εγκαταλείπουν τις θέσεις τους πριν από την ηλικία συνταξιοδότησης.
«Ενας γιατρός ξεκινά με μισθό 840 λέβα (420 ευρώ) και ένας νοσηλευτής με 600-700 λέβα (300-350 ευρώ)», εξηγεί η διευθύντρια του δημοτικού νοσοκομείου του Λόβετς, που βρισκόταν ήδη στα πρόθυρα της χρεοκοπίας πριν από την επιδημία.
Αντιμέτωπη με την υγειονομική κρίση, η κυβέρνηση υπόσχεται ελκυστικά μπόνους για να ξεχαστούν τα ρίσκα: τουλάχιστον 25 μέλη του νοσηλευτικού προσωπικού, εκ των οποίων τα 8 τον Νοέμβριο, έχουν πεθάνει από την έναρξη της επιδημίας.
Με υποδειγματικό θάρρος, η μοναδική επιδημιολόγος του νοσοκομείου της Ντούπνιτσα αψηφά την Covid παρά τα 81 της χρόνια.
Σε περιοχή της νότιας Βουλγαρίας, μία οικογένεια υγειονομικών ξεκληρίστηκε: ο πατέρας, γιατρός γενικής ιατρικής, η μητέρα, νοσηλεύτρια και ο γιος, καρδιολόγος, πέθαναν μέσα σε λίγες ημέρες τον Σεπτέμβριο.
Στην ίδια περιοχή, ο μοναδικός αναισθησιολόγος-ανανήπτης του νοσοκομείου υπέκυψε στην νόσο.
Τρομοκρατημένοι από την εκατόμβη, οι νοσηλευτές της πόλη Πρέσλαβ, όλοι ηλικίας άνω των 65, παραιτήθηκαν ομαδικά μετά την έναρξη λειτουργίας νοσοκομειακής μονάδας Covid. Οι ασθενείς μεταφέρθηκαν στο Τσουμέν.
«Υπάρχει πιλότος στο αεροπλάνο;»
Η γενική εικόνα είναι ότι η Βουλγαρία γερνά και χάνει τον πληθυσμό της, αποτέλεσμα του συνδυασμού της υψηλής μετανάστευσης και του επιπέδου ρεκόρ θνησιμότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το ιατρικό σύστημα δοκιμάζεται επίσης από την ανισορροπία μεταξύ των διαφορετικών ειδικοτήτων.
Υπάρχουν εξαιρετικά λίγοι γενικοί γιατροί – δύο φορές κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο – ακόμη λιγότεροι αναισθησιολόγοι-ανανήπτες, επιδημιολόγοι και πνευμονολόγοι, ελλείψεις που γίνονται πολύ αισθητές εν μέσω της επιδημίας του κορονοϊού.
Αντίθετα, υπάρχει πληθώρα οδοντιάτρων, ανεξάρτητων και καλά αμειβόμενων επαγγελματιών, από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στα δεδομένα αυτά έρχεται να προστεθεί η πλημμελής διαχείριση της επιδημίας του κορονοϊού από μία κυβέρνηση που βρίσκεται αντιμέτωπη με μεγάλη λαϊκή αμφισβήτηση.
Καθημερινές διαδηλώσεις κατά της διαφθοράς, παράταξη παλιών παπουτσιών στον δρόμο ως καταγγελία της μετανάστευσης, κρεβατιών ως καταγγελία της κακής διαχείρισης: οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας διαδέχονται η μία την άλλη στην Σόφια.
«Υπάρχει πιλότος στο αεροπλάνο;», αναρωτιούνται τα μέσα ενημέρωσης μίας χώρας όπου τα περιπολικά της αστυνομίας, και σύντομα και τα ταξί, έχουν μετατραπεί σε ασθενοφόρα.
«Υπάρχουν τεράστιες ελλείψεις στο σύστημα», καταγγέλλει ουρλιάζοντας μπροστά στις κάμερες ο νεαρός γιατρός Ντιμίταρ Λουντ. Είναι η τελευταία του ημέρα στην Βουλγαρία. Την επομένη φεύγει για να εργασθεί στην Στουτγάρδη…