Ιδιαίτερα θερμές ήταν οι σχέσεις μεταξύ Ντόναλντ Τραμπ και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ωστόσο, με τα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών στις ΗΠΑ και την επικράτηση του Τζο Μπάιντεν, ο Τούρκος πρόεδρος μάλλον δεν θα μπορεί να παρεμβαίνει στις αποφάσεις του ενοίκου του Λευκού Οίκου με ένα απλό τηλεφώνημα, όπως είχε τη συνήθεια να κάνει με τον «φίλο» του, τον απερχόμενο Αμερικανό ομόλογό του.
Αναλυτές εκτιμούν ότι ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ, μόλις ορκιστεί, δεν θα πρέπει να προσπαθήσει να περιθωριοποιήσει την Τουρκία του Ερντογάν, η οποία διαδραματίζει ολοένα και πιο σημαντικό ρόλο στην περιοχή, αλλά να ανανεώσει τις σχέσεις του με τον στρατηγικό αυτό εταίρο των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ βάσει νέων κανόνων, πιο αυστηρών.
Ο Τραμπ είναι γνωστός για τον θαυμασμό που τρέφει προς τους ηγέτες με σιδηρά πυγμή, ένας από τους οποίους είναι και ο Ερντογάν, ο οποίος εμφανιζόταν ως φίλος το, κάτι που δεν εμπόδισε όμως τις δύο χώρες να περάσουν πολλές κρίσεις τα τελευταία χρόνια, τα οποία σημαδεύτηκαν από την επιδείνωση των σχέσεών τους μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία τον Ιούλιο του 2016.
Η Άγκυρα έχει ζητήσει επανειλημμένα και χωρίς αποτέλεσμα από τις ΗΠΑ να εκδώσουν τον Τούρκο ιεροκήρυκα, Φετουλάχ Γκιουλέν, που ζει στην Πενσιλβάνια, τον οποίο θεωρεί εγκέφαλο του πραξικοπήματος.
Οι δύο χώρες διαφωνούν και για την κουρδική πολιτοφυλακή Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG), που δρα στην Συρία και την οποία η Τουρκία θεωρεί «τρομοκρατική» οργάνωση, αλλά με την οποία οι ΗΠΑ συνεργάζονται στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Όμως οι προσωπικές σχέσεις μεταξύ Ερντογάν και Τραμπ συνέβαλαν στον περιορισμό των ζημιών στις διμερείς σχέσεις. Με την αποχώρηση του Ρεπουμπλικάνου μεγιστάνα, ο Τούρκος πρόεδρος «έχει λόγους να ανησυχεί», εκτιμά η Γκιονούλ Τολ ειδική στο Middle East Institute.
«Δεν πιστεύω ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν θα είναι τόσο επιεικής με την Τουρκία σε ό,τι αφορά τη Συρία και άλλα θέματα», συμφωνεί ο Σαμ Χέλερ ανεξάρτητος ειδικός για τη Συρία.
«Ένταση και ανησυχία»
Ο Ερντογάν και η κυβέρνησή του ακόμη δεν έχουν σχολιάσει τη νίκη του Τζο Μπάιντεν. Ο εκπρόσωπος του κυβερνώντος κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) δήλωσε χθες Δευτέρα ότι η Άγκυρα αναμένει τα επίσημα αποτελέσματα.
«Υπό την προεδρία Μπάιντεν οι σχέσεις μεταξύ Ουάσιγκτον και Άγκυρας θα ξεκινήσουν αναμφίβολα με ένταση και ανησυχία», προβλέπει η Ασλί Αϊντιντασμπάς του κέντρου ερευνών Conseil Européen des Relations Internationales (ECFR).
Oι τουρκικές Αρχές έχουν ήδη δώσει τον τόνο, αντιδρώντας έντονα σε ένα βίντεο που δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο από συνέντευξη του Μπάιντεν, στην οποία χαρακτηρίζει τον Τούρκο πρόεδρο «αυταρχικό» και υπογραμμίζει την ανάγκη «να ενθαρρυνθούν» οι αντίπαλοί του, «προκειμένου να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν και να νικήσουν τον Ερντογάν».
Η Άγκυρα κατήγγειλε την «ξεκάθαρη άγνοια, την αλαζονεία και την υποκρισία» του Μπάιντεν. Τούρκοι αξιωματούχοι έχουν πάντως δηλώσει ότι θα συνεργαστούν με την αμερικανική κυβέρνηση, όποια κι αν είναι αυτή.
«Να περιοριστεί η Τουρκία»
Ακόμη και στη διάρκεια της προεδρίας Τραμπ οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών δοκιμάστηκαν από τις φιλοδοξίες της Άγκυρας στην ανατολική Μεσόγειο, ένα θέμα που προκαλεί αντιδράσεις από την Ελλάδα και την Κύπρο.
Τον Σεπτέμβριο ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο είχε επισκεφθεί την Ελλάδα, σε μια ένδειξη στήριξης της Αθήνας.
«Η Άγκυρα φοβάται ότι ο Τζο Μπάιντεν θα αναπτύξει ακόμη πιο στενούς δεσμούς με την Ελλάδα και θα υιοθετήσει σκληρή γραμμή απέναντι στην Τουρκία», εκτιμά η Τολ, όπως μεταφέρει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Και όταν ένας Αμερικανός πάστορας συνελήφθη και κρατούνταν στην Τουρκία με την κατηγορία της κατασκοπείας, ο Τραμπ είχε απειλήσει να καταστρέψει την τουρκική οικονομία, αν δεν τον άφηναν ελεύθερο, προκαλώντας τη νομισματική κρίση του 2018.
Αντίθετα με τον μελλοντικό του προκάτοχο, ο Μπάιντεν ενδέχεται «να θέσει ως προτεραιότητα τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα στις διμερείς σχέσεις», σημειώνει η Αϊντιντασμπάς.
Απειλή κυρώσεων
Ο Μπάιντεν ενδέχεται επίσης να προσπαθήσει να περιορίσει τις παρεμβάσεις της Τουρκίας στο εξωτερικό, όπως για παράδειγμα στη Λιβύη ή στη σύγκρουση στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, στην οποία η Άγκυρα στηρίζει ανοικτά το Αζερμπαϊτζάν.
Εξάλλου η Τουρκία απειλείται με βαριές κυρώσεις από τις ΗΠΑ επειδή αγόρασε το ρωσικό αντιαεροπορικό σύστημα S-400 και η προσέγγιση του Μπάιντεν στο θέμα αυτό θα είναι καθοριστικής σημασίας.
«Μια κυβέρνηση Μπάιντεν πιθανότατα θα έχει τις ίδιες ανησυχίες με τον Τραμπ, ότι επιβάλλοντας κυρώσεις στην Τουρκία κινδυνεύει να αποξενώσει έναν σύμμαχο που παραμένει σημαντικός στο ΝΑΤΟ», σημειώνει η Αϊντιντασμπάς.