Η Αγγλικανική Εκκλησία «απέτυχε να προστατεύσει» τα θύματα παιδεραστών ιερέων, σύμφωνα με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε μια ομάδα ανεξάρτητων Βρετανών ερευνητών, καταγγέλλοντας μια «κουλτούρα» στους κόλπους του θεσμού αυτού που επέτρεπε στους δράστες σεξουαλικής κακοποίηση ανηλίκων «να κρύβονται».
Οι δύο ανώτεροι αξιωματούχοι της Εκκλησίας της Αγγλίας ζήτησαν συγγνώμη από τα θύματα, πριν ακόμη δοθεί στη δημοσιότητα η έκθεση της Ανεξάρτητης Επιτροπής Ερευνών για τη σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων (IICSA). Η Επιτροπή συγκροτήθηκε το 2015, μετά τις κατηγορίες που διατυπώθηκαν τότε –και στη συνέχεια διαψεύστηκαν– για την ύπαρξη ενός δικτύου παιδεραστών στα ανώτερα κλιμάκια της Εκκλησίας.
«Η κουλτούρα της Εκκλησίας της Αγγλίας επέτρεψε να μετατραπεί σε έναν χώρο όπου οι δράστες μπορούσαν να κρυφτούν», σημειώνει η Επιτροπή. «Ο σεβασμός απέναντι στην Εκκλησία και τους ιερείς, τα ταμπού γύρω από τη σεξουαλικότητα και ένα περιβάλλον όπου οι φερόμενοι δράστες υποστηρίζονταν περισσότερο από τα θύματα αποτελούσαν εμπόδια για την αποκάλυψη (των επιθέσεων) τις οποίες πολλά από τα θύματα δεν κατάφεραν να ξεπεράσουν», τονίζεται στην έκθεση αυτήν.
Η Εκκλησία της Αγγλίας έχει πάνω από 25 εκατομμύρια μέλη. Συνολικά, 390 πρόσωπα που συνδέονταν με την Εκκλησία καταδικάστηκαν για σεξουαλικά εγκλήματα από το 1940 μέχρι το 2018. Μόνο το 2018 έγιναν 449 καταγγελίες για πρόσφατες σεξουαλικές επιθέσεις σε παιδιά, εκ των οποίων πάνω από τις μισές αφορούσαν ιερείς ή άλλους θρησκευτικούς λειτουργούς.
«Μολονότι πολλά πράγματα έχουν βελτιωθεί όσον αφορά τη διοίκηση, την κατάρτιση, τον έλεγχο, το προσωπικό, τις πολιτικές και τις διαδικασίες (…) απομένουν ακόμη πολλά πράγματα που πρέπει να γίνουν», σημειώνει η Επιτροπή. Μεταξύ άλλων, προτείνεται να ανατεθεί σε κάποιον υψηλόβαθμο αξιωματούχο η εξουσία να παίρνει τις αποφάσεις για την προστασία των θυμάτων, ανεξάρτητα από τον αρχιεπίσκοπο. Η Εκκλησία θα πρέπει επίσης να επαναφέρει τον κανόνα που όριζε ότι θα αποκλείονται από τους κόλπους της ιερείς οι οποίοι κρίθηκαν ένοχοι για σεξουαλικά αδικήματα σε βάρος παιδιών, να στηρίζει περισσότερο τα θύματα και να μοιράζεται τις πληροφορίες που διαθέτει με άλλες Εκκλησίες.
Πριν ακόμη δημοσιοποιηθεί η έκθεση, ο αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρι Τζάστιν Γουέλμπι, ο πνευματικός ηγέτης των Αγγλικανών και ο αρχιεπίσκοπος της Υόρκης Στίβεν Κοτρέλ, ο «υπ’ αριθμόν 2» επίσκοπος της Εκκλησίας, σε μια επιστολή τους δήλωσαν ότι «λυπούνται πραγματικά για τον επονείδιστο τρόπο με τον οποίο ενήργησε» ο θεσμός. «Δεσμευόμαστε να ακούσουμε, να μάθουμε και να δράσουμε» με βάση τα συμπεράσματα της έκθεσης, πρόσθεσαν.
Οι δύο αρχιεπίσκοποι ζήτησαν επίσης «ειλικρινά συγγνώμη, από τα βάθη της καρδιάς τους» από εκείνους που έπεσαν θύματα κακομεταχείρισης, από τις οικογένειες, τους φίλους και τους συναδέλφους τους.