Υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης έχουν οι νέοι Ευρωπαίοι, που απέκτησαν σημαντικό μέρος των προσόντων τους από την επαγγελματική τους εκπαίδευση και κατάρτιση επί… το έργον, δηλαδή πάνω στη δουλειά, σε σχέση με εκείνους οι οποίοι προέρχονται από τη γενική εκπαίδευση ή παρακολούθησαν αντίστοιχα εκπαιδευτικά προγράμματα κυρίως ή εξολοκλήρου στο σχολείο.
Αυτό επισήμανε ο διευθυντής του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ανάπτυξης της Επαγγελματικής Κατάρτισης (cedefop), Τζέιμς Καλέγια (James Calleja), μιλώντας σε συνέδριο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις Βρυξέλλες, σύμφωνα με ανακοίνωση του φορέα, ο οποίος εδρεύει στη Θεσσαλονίκη.
Παρόλα αυτά, μόλις μία στις τέσσερις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις με περισσότερους από 10 εργαζόμενους εκπαιδεύει μαθητευόμενους. «Αν θέλουμε να προσφέρουμε σε περισσότερους νέους τη δυνατότητα ν’ αποκτήσουν πρόσβαση στον θεσμό της μαθητείας, πρέπει να ενθαρρύνουμε περισσότερες επιχειρήσεις, σε περισσότερες χώρες, να τους εκπαιδεύουν, κι όχι μόνο σε τομείς όπως αυτοί των τεχνιτών, όπου υπάρχουν παραδοσιακά μαθητευόμενοι, αλλά και σε κλάδους όπως οι τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών, οι πωλήσεις, οι υπηρεσίες υγείας ή οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας», σημείωσε ο κ.Καλέγια.
Όπως είπε, ήδη, ο θεσμός της μαθητείας είναι μια δημοφιλής μορφή απόκτησης γνώσης από τον χώρο εργασίας σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, προσφέροντας εναλλακτική εκπαίδευση, σε σχέση με εκείνη που παρέχεται σε μια σχολή ή ινστιτούτο επαγγελματικής κατάρτισης. Η ευρωπαϊκή συμμαχία για τις μαθητείες, που εγκαινιάστηκε το 2013, έχει ως στόχο να φέρει κοντά τις δημόσιες αρχές, τις επιχειρήσεις, τους κοινωνικούς εταίρους, τους παρόχους επαγγελματικής κατάρτισης και τους εκπροσώπους των νέων, προκειμένου ακριβώς να προωθηθούν τα σχήματα και οι πρωτοβουλίες μαθητείας σε όλη την Ευρώπη.
«Η αναβίωση του θεσμού της μαθητείας μπορεί να λειτουργήσει όμως μόνο εάν οι εκπαιδευόμενοι και οι επιχειρήσεις ‘αγοράσουν’- και αυτό είναι μια πρόκληση, ιδίως σε χώρες με υψηλά ποσοστά νεανικής ανεργίας και χαμηλή συμμετοχή της επαγγελματικής κατάρτισης στην εκπαίδευση», σημείωσε ο κ.Καλέγια, σύμφωνα με τον οποίο «οι μαθητείες […] μπορούν να […] βοηθήσουν και στην αντιστοίχιση των προσόντων που αποκτά κάποιος με τις δεξιότητες που ζητούν οι εργοδότες».
Σύμφωνα με το ΑΜΠΕ, πρόσθεσε ότι αυτό που κάνει τη μαθητεία ελκυστική είναι ακριβώς το γεγονός ότι «προσφέρει τις δεξιότητες που ζητούν οι επιχειρήσεις, λειτουργεί σαν σκαλοπάτι για την αγορά εργασίας, προσφέρει στους μαθητές επισήμως αναγνωρισμένα προσόντα και τους δίνει πρόσβαση σε περαιτέρω εκπαίδευση και κατάρτιση».
Παρόλα αυτά, προειδοποίησε, ενώ η πίεση για την αντιμετώπιση της νεανικής ανεργίας έχει ανεβάσει την απόκτηση γνώσης από τον χώρο εργασίας σε υψηλή θέση στην ευρωπαϊκή ατζέντα πολιτικής, είναι ρίσκο να περιμένουμε πολλά θετικά να συμβούν «από τη μία στιγμή στην άλλη». Αυτό που χρειάζεται είναι μια πολιτική που «μαθαίνει» από την καλή και την κακή εμπειρία και αντιλαμβάνεται τι λειτουργεί και τι όχι.
Ο ίδιος επισήμανε ότι και το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός επίσης «υπογράμμισε την αξία αυτών των σχημάτων για την προώθηση της μετάβασης στην αγορά της εργασίας και την κινητοποίηση των νέων που δεν έχουν δουλειά». Όπως είπε, κουλτούρα αποδοχής του «μαθαίνω πράττοντας» πρέπει να οικοδομηθεί σε όλα τα επίπεδα του πλαισίου επαγγελματικών προσόντων της Ευρώπης.