Μία εβδομάδα πριν από την καθορισμένη ημερομηνία (1η Ιουλίου), οι διαβουλεύσεις για την εφαρμογή του επίμαχου ισραηλινού σχεδίου προσάρτησης τμημάτων της κατεχόμενης Δυτικής Όχθης εντείνονται, μια εξέλιξη που φέρνει -εκ των πραγμάτων- ξανά στο διεθνές προσκήνιο το Παλαιστινιακό.

Βάσει συμφωνίας στην οποία ο Μπενιαμίν Νετανιάχου κατέληξε με τον πολιτικό του αντίπαλο, Μπένι Γκαντς, στο πλαίσιο του σχηματισμού κυβέρνησης εθνικής ενότητας, ο ισραηλινός πρωθυπουργός μπορεί να ανακοινώσει από την 1η Ιουλίου τη στρατηγική του για να μεταφράσει σε πράξεις το «σχέδιο» της κυβέρνησης Τραμπ για τη Μέση Ανατολή.

Το σχέδιο προβλέπει την προσάρτηση από το Ισραήλ της κοιλάδας του Ιορδάνη, μίας τεράστιας ζώνης καλλιεργήσιμης γης, και των περί τους εκατό εβραϊκών οικισμών της Δυτικής Όχθης, μαζί με την ίδρυση παλαιστινιακού κράτους σε μία περιορισμένη εδαφική έκταση, χωρίς την Ανατολική Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσά του.

Για τον Νετανιάχου, το σχέδιο Τραμπ προσφέρει μία «ιστορική ευκαιρία» για την επέκταση της ισραηλινής κυριαρχίας σε ζώνες της «Ιουδαίας-Σαμάριας», σύμφωνα με τη βιβλική ονομασία της Δυτικής Όχθης που χρησιμοποιεί και το εβραϊκό κράτος.

Για την υλοποίηση του σχεδίου αυτού, ο Νετανιάχου δεν έχει παρά ένα περιορισμένο πλέον χρονικό περιθώριο λίγων μηνών, αφού η επανεκλογή του μεγάλου του συμμάχου, Ντόναλντ Τραμπ, δεν είναι καθόλου εξασφαλισμένη, σύμφωνα με τους αναλυτές.

Επίσης, ο Νετανιάχου επωφελείται από τη διάσταση απόψεων στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρώτο οικονομικό εταίρο του Ισραήλ, σχετικά με το ζήτημα της επιβολής πιθανών κυρώσεων, καθώς και από την ασθενή μέχρι στιγμής κινητοποίηση του παλαιστινιακού πληθυσμού κατά του σχεδίου.

«Από πού να ξεκινήσει;» και «μέχρι πού θα φθάσει;»

Τα τρία αυτά στοιχεία συνηγορούν για μία ταχεία προσάρτηση. «Για τον Νετανιάχου, το θέμα είναι να καταπιεί τον ελέφαντα και το ερώτημα είναι τι θα προλάβει να καταπιεί, δηλαδή ποια θα είναι τα εδάφη που θα προσαρτηθούν», δηλώνει δυτικός διπλωμάτης που παρακολουθεί το ευαίσθητο θέμα.

Τις τελευταίες εβδομάδες, ο ισραηλινός πρωθυπουργός πολλαπλασιάζει τις συναντήσεις με εκπροσώπους των περισσότερων των 450.000 Εβραίων εποίκων που ζουν παράλληλα με τα 2,8 εκατομμύρια των παλαιστινίων κατοίκων της Δυτικής Όχθης, με τα ερωτήματα «από πού να ξεκινήσει;» και «μέχρι πού θα φθάσει;».

Το μαξιμαλιστικό σενάριο υπαγορεύει την προσάρτηση τόσο των εβραϊκών οικισμών όσο και της Κοιλάδας του Ιορδάνη, ενώ το μινιμαλιστικό σενάριο προβλέπει την εκκίνηση της προσάρτησης από τους εβραϊκούς οικισμούς ή μπλοκ εβραϊκών οικισμών, όπως τα Μααλέ Αντουμίμ, Γκους Ετζιόν και Αριέλ.

«Η έκταση της προσάρτησης θα έχει σημαντική επίπτωση στις διεθνείς αντιδράσεις», σημειώνει ο Νιμρόντ Γκορέν, ιδρυτής του ερευνητικού ινστιτούτου Mitiv και καθηγητής στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ, σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Στην παλαιστινιακή πλευρά, «εάν υπάρξει έκρηξη βίας στη Λωρίδα της Γάζας ή τη Δυτική Όχθη, αυτό θα ωθήσει και άλλες χώρες να οξύνουν την αντίδρασή τους και ίσως να αναμειχθούν περισσότερο».

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, οι «Αραβικές Ανοίξεις», η εμφάνιση της οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος και η αύξηση της ισχύος του Ιράν στην περιφερειακή σκηνή, είχαν ως αποτέλεσμα το Παλαιστινιακό να υποχωρήσει από το προσκήνιο των μεσανατολικών ζητημάτων.

Παράλληλα, το Ισραήλ, το οποίο δεν διατηρεί διπλωματικές σχέσεις παρά με δύο αραβικές χώρες, την Αίγυπτο και την Ιορδανία, δημιούργησε επαφές με τις δυνάμεις του Κόλπου, κυρίως, με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Φυλλορροεί η προσάρτηση στην ισραηλινή κοινή γνώμη

Για πρώτη φορά, στα μέσα του Ιουνίου, εκπρόσωπος των Εμιράτων δημοσίευσε άρθρο στα εβραϊκά σε ισραηλινή εφημερίδα για να απευθύνει προειδοποίηση κατά της προσάρτησης τμημάτων της Δυτικής Όχθης.

«Η προσάρτηση θα τερματίσει με βεβαιότητα τις ισραηλινές επιθυμίες για καλύτερες σχέσεις με τον αραβικό κόσμο και τα Εμιράτα στους τομείς της ασφάλειας, της οικονομίας και του πολιτισμού», προειδοποιεί ο πρεσβευτής των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων στην Ουάσινγκτον Γιούσεφ αλ-Οτάιμπα, στο κείμενο που δημοσιεύθηκε στη Yediot Aharonot και αναρτήθηκε στο Twitter από το υπουργείο Εξωτερικών των Εμιράτων.

«Έχουμε πλέον με το μέρος μας έναν ευρύ διεθνή συνασπισμό κατά του ισραηλινού σχεδίου προσάρτησης», διαβεβαίωσε με δηλώσεις στο Γαλλικό Πρακτορείο (AFP) ο γενικός γραμματέας της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ), Σάεμπ Ερεκάτ.

Εκτός των περιφερειακών δυνάμεων και της πιθανής επιβολής ευρωπαϊκών κυρώσεων, ο πρωθυπουργός του Ισραήλ θα πρέπει να εξασφαλίσει την υποστήριξη και των ΗΠΑ του Τραμπ, διότι το σχέδιο του Λευκού Οίκου προέβλεπε προσάρτηση έπειτα από συνομιλίες, και να αντιμετωπίσει τις εσωτερικές επικρίσεις.

Ο κυβερνητικός του εταίρος στην κυβέρνηση ενότητας, Μπένι Γκαντς, πρώην αρχηγός των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων, έχει απευθύνει προειδοποίηση για ενέργειες που θα θέσουν σε δοκιμασία τις σχέσεις του Ισραήλ με την Ιορδανία, η οποία έχει χαρακτηρίσει την προσάρτηση «άνευ προηγουμένου απειλή για την ειρηνευτική διαδικασία», που μπορεί να βυθίσει τη Μέση Ανατολή «σε μία μακρά και οδυνηρή σύρραξη».

Τέλος, μεσούσης της οικονομικής κρίσης που προκάλεσε η επιδημία του κορονοϊού, η υποστήριξη προς την προσάρτηση φυλλορροεί στην ισραηλινή κοινή γνώμη, έχοντας πέσει κάτω από το όριο του 50%, κυρίως εξαιτίας των φόβων για νέο κύμα βίας.