Το πέρασμα του κορονοϊού και από την Ελλάδα έφερε αρκετές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο οι πολίτες αντιμετωπίζουν τις καθημερινές καταστάσεις. Μια από αυτές αφορά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των ασθενών που εισάγονται στο νοσοκομείο για άλλα νοσήματα.
Κατά την περίοδο αυτή, λοιπόν, παρατηρούνται διαφοροποιήσεις στη συμπεριφορά του κόσμου, που υιοθετεί αυστηρά μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης, απομόνωσης και περιορισμού, την ίδια ώρα που πολλά υγειονομικά συστήματα αναδιοργανώθηκαν για να αντιμετωπίσουν την τεράστια αύξηση των ασθενών που πάσχουν από COVID-19.
Οι γιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα», Ιωάννης Κανακάκης, Ευστάθιος Καστρίτης, Κωνσταντίνος Τσιτσιμπής και Θάνος Δημόπουλος, ανασκόπησαν τη βιβλιογραφία που αφορά σε αυτό το θέμα και ανέλυσαν τα δεδομένα της Θεραπευτικής Κλινικής.
Χθες, δημοσιεύθηκε στο έγκριτο ιατρικό περιοδικό New England Journal of Medicine ανάλυση που αφορά τις εισαγωγές σε νοσοκομείο για οξύ στεφανιαίο σύνδρομο, κατά τις πρώτες ημέρες της επιδημίας COVID-19 στη Βόρεια Ιταλία. Οι συγγραφείς πραγματοποίησαν μια αναδρομική ανάλυση των κλινικών και αγγειογραφικών χαρακτηριστικών των διαδοχικών ασθενών που εισήχθησαν για οξύ στεφανιαίο σύνδρομο σε 15 νοσοκομεία στη Βόρεια Ιταλία, τα οποία ήταν τα τοπικά νοσοκομεία αναφοράς για θεραπείες που περιλάμβαναν πρωτογενή αγγειοπλαστική.
Η περίοδος της μελέτης ήταν μεταξύ της πρώτης επιβεβαιωμένης περίπτωσης του κορονοϊού στην Ιταλία (δηλαδή στις 20 Φεβρουαρίου 2020) και της 31ης Μαρτίου 2020. Οι συγγραφείς συνέκριναν τα ποσοστά νοσηλείας μεταξύ της περιόδου της μελέτης και δύο περιόδων ελέγχου: μιας αντίστοιχης περιόδου κατά το προηγούμενο έτος (δηλαδή 20 Φεβρουαρίου έως 31 Μαρτίου 2019) και μιας προηγούμενης περιόδου κατά το ίδιο έτος (1 Ιανουαρίου έως 19 Φεβρουαρίου 2020). Το κύριο καταληκτικό σημείο της μελέτης ήταν οι συνολικές εισαγωγές στο νοσοκομείο για οξύ στεφανιαίο σύνδρομο. Επίσης, υπολόγισαν την επίπτωση για το κύριο καταληκτικό σημείο διαιρώντας τον αριθμό των εισαγωγών με τον αριθμό των ημερών για κάθε χρονική περίοδο.
Νοσηλεύθηκαν 547 ασθενείς για οξύ στεφανιαίο σύνδρομο κατά την περίοδο της μελέτης, αριθμός σημαντικά χαμηλότερος από τον αντίστοιχο είτε κατά την προηγούμενη περίοδο του ίδιου έτους, συνολικός αριθμός εισαγωγών 899, ή κατά το προηγούμενο έτος, συνολικός αριθμός εισαγωγών, 756. Επιπλέον, μετά την εφαρμογή του lock down σε εθνική κλίμακα στην Ιταλία αναφέρουν περαιτέρω μείωση στις εισαγωγές στο νοσοκομείο για οξύ στεφανιαίο σύνδρομο.
Αυτή η αναφορά δείχνει μια σημαντική μείωση στις νοσηλείες που σχετίζονται με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο σε πολλά καρδιολογικά κέντρα στη Βόρεια Ιταλία κατά τις πρώτες μέρες της επιδημίας COVID-19 ενώ όπως αναφέρουν οι συγγραφείς πρόσφατα δεδομένα υποδηλώνουν σημαντική αύξηση της θνησιμότητας κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου που δεν εξηγείται πλήρως μόνο από τις περιπτώσεις του ιού. Αυτή η παρατήρηση και τα δεδομένα από τη μελέτη οδήγησαν τους συγγραφείς να θέσουν και το ερώτημα εάν ορισμένοι ασθενείς πέθαναν από οξύ στεφανιαίο σύνδρομο χωρίς να ζητήσουν ιατρική βοήθεια κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Τι δείχνουν τα δεδομένα από την Ελλάδα
Μελέτη από το νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» για την Ελλάδα, η οποία έχει αποσταλεί προς δημοσίευση σε διεθνές περιοδικό, δείχνει μια σημαντική μείωση στην προσέλευση ασθενών στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του Παθολογικού Τομέα. Η μελέτη ανέλυσε τα ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά των ασθενών που επισκέφθηκαν το Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του Παθολογικού Τομέα του νοσοκομείου, στο οποίο λειτουργούν και Πανεπιστημιακές Κλινικές.
Συγκρίθηκαν ο αριθμός και οι αιτίες των επισκέψεων στα επείγοντα κατά την ίδια χρονική περίοδο του 2019 και του 2020 (από 1 Μαρτίου έως 31 Μαρτίου). Τα περιοριστικά μέτρα στην Ελλάδα ξεκίνησαν στις 11 Μαρτίου, αλλά οι πρώτες περιπτώσεις COVID-19 στη χώρα σημειώθηκαν στα τέλη Φεβρουαρίου 2020 ήδη από το τέλος Φεβρουαρίου είχαν ανασταλεί εκδηλώσεις, όπως π.χ. οι εκδηλώσεις του καρναβαλιού, ενώ τα δεδομένα και οι ειδήσεις της πανδημίας από την Ιταλία είχαν ήδη προκαλέσει γενική ανησυχία.
Από την ανάλυση προκύπτει ότι από 1 Μαρτίου έως 31 Μαρτίου 2020, οι συνολικές επισκέψεις στο Τμήμα των Παθολογικών επειγόντων του νοσοκομείου (δηλαδή για παθολογικά, καρδιολογικά, γαστρεντερολογικά περιστατικά) μειώθηκαν κατά 42.3% (δηλαδή από 1133 το 2019 σε 653 την ίδια ημερολογιακή περίοδο του 2020). Όσον αφορά τις επισκέψεις που αφορούσαν καρδιολογικά προβλήματα υπήρξε μείωση κατά 36.1%, για προβλήματα που απαιτούσαν εκτίμηση από γαστρεντερολόγο η μείωση ήταν 57%, ενώ στα παθολογικά περιστατικά η μείωση ήταν 43% (λοιμώξεις, εγκεφαλικά επεισόδια, μη ειδικά συμπτώματα, αντιμετώπιση επιπλοκών καρκίνου κ.λπ.).
Ο αριθμός των εισαγωγών μειώθηκε κατά 34.8% (217 κατά την περίοδο 2020 έναντι 333 κατά την ίδια ημερολογιακή περίοδο του 2019). Επίσης, παρατηρήθηκε ότι οι επισκέψεις λόγω στηθάγχης ελαττώθηκαν κατά 36.5%, ο αριθμός των οξέων στεφανιαίων επεισοδίων μειώθηκε κατά 30%, ο αριθμός των πρωτογενών αγγειοπλαστικών κατά 52% και οι επισκέψεις λόγω απορρύθμισης καρδιακής ανεπάρκειας κατά 31.4% ενώ ο αριθμός των ασθενών με εγκεφαλικό επεισόδιο ελαττώθηκε κατά 66%.
Ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί ότι, οι επισκέψεις λόγω πιθανής αιμορραγίας από το πεπτικό ελαττώθηκαν κατά 59.5%. Κατά την ίδια περίοδο, οι περιπτώσεις που απαιτούσαν εισαγωγή στην ΜΕΘ ελαττώθηκαν κατά 19%, αλλά η διαφορά αυτή δεν ήταν στατιστικά σημαντική, σημειώνει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Φαίνεται, λοιπόν, και από τα ελληνικά δεδομένα, ότι κατά την περίοδο των περιοριστικών μέτρων και της πανδημίας υπάρχει μια σημαντική ελάττωση της προσέλευσης στα νοσοκομεία των ασθενών ακόμα και με σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως καρδιολογικά προβλήματα, αγγειακά εγκεφαλικά ακόμα κι αιμορραγίες του πεπτικού, αναφέρουν οι γιατροί. Προσθέτουν πως η ελάττωση αυτή οφείλεται μάλλον στον φόβο και τον δισταγμό των ασθενών να προσέλθουν παρά σε άλλους παράγοντες, καθώς στο σύστημα υγείας δεν πιέστηκε όσο στη Βόρεια Ιταλία ή την Ισπανία. «Οι συνέπειες αυτής της συμπεριφοράς δεν μπορούν ακόμα να εκτιμηθούν, αλλά τα δεδομένα είναι ανησυχητικά», καταλήγουν.