Εξετάσεις ιδεολογίας πρέπει να δώσουν στις αρχές της επόμενης χρονιάς οι δημοσιογράφοι στην Κίνα, αν θέλουν να διατηρήσουν τις δημοσιογραφικές τους ταυτότητες. Αυτό είναι άλλο ένα παράδειγμα της αύξησης του ελέγχου που ασκεί στα μέσα ενημέρωσης το κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα υπό τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ.
Είναι η πρώτη φορά που οι δημοσιογράφοι θα πρέπει να δώσουν μαζικά τέτοιες εξετάσεις, επισήμαναν τα κρατικά μέσα ενημέρωσης.
Η εξέταση θα βασιστεί σ’ ένα εγχειρίδιο 700 σελίδων το οποίο πωλείται στα βιβλιοπωλεία. Το εγχειρίδιο περιέχει οδηγίες όπως «δεν επιτρέπεται επ’ ουδενί δημοσιευμένα ρεπορτάζ να περιλαμβάνουν οποιαδήποτε σχόλια αντιβαίνουν στην κομματική γραμμή» και «η σχέση ανάμεσα στο κόμμα και τα ειδησεογραφικά μέσα ενημέρωσης είναι σχέση καθοδηγητή και καθοδηγούμενου».
Ο αντίκτυπος που είχε την περασμένη χρονιά η αύξηση του ελέγχου ήταν αποκαρδιωτικός, είπαν στο Reuters έξι δημοσιογράφοι που εργάζονται σε κινεζικά κρατικά μέσα ενημέρωσης, οι περισσότεροι ζητώντας να μην κατονομαστούν για να αποφύγουν τις συνέπειες επειδή μίλησαν χωρίς άδεια σε ξένο μέσο ενημέρωσης.
«Το σφίξιμο των λουριών είναι πολύ φανερό σε εφημερίδες που έχουν αντίκτυπο στην κοινή γνώμη. Τούτες τις μέρες είναι πολλά πράγματα για τα οποία δεν τούς επιτρέπεται να κάνουν ρεπορτάζ», είπε ένας δημοσιογράφος ειδησεογραφικού περιοδικού.
Η Κίνα έχει επίσης εντείνει τις προσπάθειες να περιορίσει τη δουλειά ξένων ειδησεογραφικών οργανισμών. Τόσο στους New York Times όσο και στο Bloomberg News δεν δόθηκαν νέες δημοσιογραφικές βίζες για πάνω από ένα χρόνο μετά τη δημοσίευση εκ μέρους τους ρεπορτάζ για τον πλούτο μελών των οικογενειών του πρώην πρωθυπουργού Γουέν Τζιαμπάο και του προέδρου Σι Τζινπίνγκ.
Η Γενική Διοίκηση Τύπου και Εκδόσεων, ένα σημαντικό ρυθμιστικό όργανο των μέσων ενημέρωσης, έχει δηλώσει δια των κρατικών μέσων ότι ο στόχος της εξέτασης και της εκπαίδευσης που την συνοδεύει είναι «να αυξηθεί η συνολική ποιότητα των δημοσιογράφων της Κίνας και να ενθαρρυνθούν να καθιερώσουν το σοσιαλισμό ως το βασικό σύστημα αξιών τους».
Η εν λόγω υπηρεσία δεν απάντησε σε ερωτήσεις του πρακτορείο Reuters για την εξέταση και για την ελευθερία του Τύπου στην Κίνα.
Μερικοί δημοσιογράφοι και πανεπιστημιακοί εντοπίζουν την αρχή της υιοθέτησης σκληρότερης στάσης έναντι των μέσων ενημέρωσης σε μια απεργία δημοσιογράφων που διήρκεσε αρκετές ημέρες τον Ιανουάριο.
Οι δημοσιογράφοι μιας εβδομαδιαίας εφημερίδας, της Southern Weekly, απήργησαν αφού οι λογοκριτές έκοψαν ένα πρωτοχρονιάτικο κύριο άρθρο που καλούσε την Κίνα να διαφυλάξει τα συνταγματικά δικαιώματα. Ο Σι είχε αναλάβει τα ηνία του Κομμουνιστικού Κόμματος μόλις μερικές εβδομάδες νωρίτερα.
«Ήταν ένα σοκ για τον ηγετικό κύκλο του Σι Τζινπίνγκ», λέει ο Σιάο Τσιάνγκ, ειδικός για τα κινεζικά μέσα ενημέρωσης στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ.
Η απεργία τερματίστηκε αφού τοπικοί αξιωματούχοι της προπαγάνδας υποσχέθηκαν να χαλαρώσουν τη λογοκρισία. Ενώ οι δημοσιογράφοι εκεί αρνούνται να μιλήσουν δημόσια για το θέμα, μερικοί εξ αυτών εγκατέλειψαν έκτοτε την εφημερίδα, έκαναν γνωστό δύο πηγές που γνωρίζουν το θέμα, προσθέτοντας πως δεν ξέρουν τους λόγους. Η Southern Weekly αρνήθηκε να σχολιάσει.
Οι δημοσιογράφοι θα πρέπει να εκπαιδευτούν τουλάχιστον 18 ώρες σε θέματα που περιλαμβάνουν τις μαρξιστικές ειδησεογραφικές αξίες και το σοσιαλισμό με κινεζικά χαρακτηριστικά, καθώς και στη δημοσιογραφική δεοντολογία, πριν συμμετάσχουν στην εξέταση που θα διεξαχθεί τον Ιανουάριο ή το Φεβρουάριο.
Οι δημοσιογράφοι που θα αποτύχουν στην εξέταση θα πρέπει να υποβληθούν και πάλι σ’ αυτή, αφού επανεκπαιδευτούν. Δεν είναι σαφές τι θα συμβεί στους δημοσιογράφους που θα αρνηθούν να δώσουν τις εξετάσεις.
Πάντως οι κινέζοι δημοσιογράφοι δεν έχουν αμφιβολίες για το στόχο της εξέτασης. «Ο στόχος αυτού του είδους του ελέγχου είναι απλώς να σε εξουθενώσει, να σε κάνει να αισθάνεσαι πως ο πολιτικός έλεγχος είναι αναπόδραστος», είπε ένας δημοσιογράφος εφημερίδας στην ταχύτατα αναπτυσσόμενη νότια πόλη Γκουανγκζού.