Ο εισαγγελέας της Σερβίας για τα εγκλήματα πολέμου Βλάντιμιρ Βούκτσεβιτς, δήλωσε πως η εντολή για τη δολοφονία των Αμερικανών υπηκόων και μελών του «Απελευθερωτικού Στρατού του Κοσόβου» (ΑΣΚ), των αδελφών Μπιτίτσι το 1999 στο Πέτροβο Σέλο, προήλθε από το Βελιγράδι και από τον τότε υπουργό Εσωτερικών, Βλάικο Στογιλίκοβιτς.
Ο Στογιλίκοβιτς αργότερα αυτοκτόνησε για να μην οδηγηθεί στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ICTY).
«Η εντολή για την εκτέλεση των Μπιτίτσι έφθασε από το Βελιγράδι, γνωρίζουμε ότι πέρασε από τον Βλάικο Στογιλίκοβιτς και μέσω του στρατηγού Βλάστιμιρ Τζόρτζεβιτς έφθασε στο Πέτροβο Σέλο, στο κέντρο εκπαίδευσης των ειδικών μονάδων της αστυνομίας» επισήμανε ο κ. Βούκτσεβιτς σε συνέντευξή του στο περιοδικό NIN.
Ο κ. Βούκτσεβιτς σημείωσε ότι για την υπόθεση επικρατεί ο νόμος της σιωπής, επειδή εμπλέκονται αστυνομικοί που συμμετείχαν σε συγκρούσεις στον ευρύτερο χώρο της πρώην Γιουγκοσλαβίας.
Ο Βλάστιμιρ Τζόρτζεβιτς, ο οποίος έχει καταδικαστεί από το ICTY, αρνήθηκε να μιλήσει στη σερβική εισαγγελία για την υπόθεση Μπιτίτσι.
Ο Βλάικο Στογιλίκοβιτς αυτοκτόνησε στις σκάλες της Βουλής της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας το 2002, αμέσως μετά την υιοθέτηση νόμου για τη συνεργασία με το ICTY, με τον οποίο επιτράπηκε η έκδοση υπηκόων της Σερβίας στο δικαστήριο.
Σε συνέντευξή του στον κρατικό ραδιοτηλεοπτικό σταθμό της Σερβίας RTS απαντώντας στην ερώτηση για ποιο λόγο αποκάλυψε στην κοινή γνώμη πληροφορίες για τη δολοφονία των αδερφών Μπιτίτσι ενώ είναι σε εξέλιξη οι έρευνες, ο κ. Βούκτσεβιτς απάντησε ότι έπρεπε να απαντήσει στους αναληθείς ισχυρισμούς του αδελφού των δολοφονηθέντων, Φάτος Μπιτίτσι.
Ο κ. Βούκτσεβιτς επισήμανε ότι εξετάστηκε το κίνητρο της δολοφονίας, αλλά δεν αποκαλύφθηκε. Δεν υπάρχουν επί του παρόντος επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για να στηριχθεί κατηγορητήριο εναντίον εκείνων που διέταξαν και διέπραξαν το έγκλημα, ανέφερε, προσθέτοντας ότι η υπόθεση βρίσκεται ακόμη στο στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης.
Οι αδελφοί Ιλία, Μεχμέτ και Αγκρόν Μπιτίτσι ήταν Αμερικανοί υπήκοοι, αλβανικής καταγωγής, οι οποίοι στη διάρκεια των συγκρούσεων πολέμησαν στις τάξεις του «Απελευθερωτικού Στρατού του Κοσόβου».
Μετά τη λήξη του πολέμου και το βομβαρδισμό του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία βοηθούσαν δύο οικογένειες Ρομά από το Πρίζρεν του Κοσόβου να περάσουν στη Σερβία τον Ιούνιο του 1999 και συνελήφθησαν από τις σερβικές αρχές στα διοικητικά σύνορα λόγω παράνομης εισόδου στη χώρα.
Καταδικάστηκαν σε 15 μέρες φυλάκιση και αφού εξέτισαν την ποινή οδηγήθηκαν από τη φυλακή της πόλης Πρόκουπλιε στο κέντρο εκπαίδευσης αστυνομικών στο Πέτροβο Σέλο και δολοφονήθηκαν τον Ιούλιο του 1999.
Μέχρι σήμερα έχουν δικαστεί μόνον οι αστυνομικοί που μετέφεραν τα θύματα στο κέντρο εκπαίδευσης της αστυνομίας, αλλά απαλλάχθηκαν από τις κατηγορίες ότι τους στέρησαν παράνομα την ελευθερία.