Τη ζωή τους έχασαν σήμερα τουλάχιστον 23 άνθρωποι από επιθέσεις που σημειώθηκαν στη Βαγδάτη και σε περιοχές στα δυτικά και βόρεια της χώρας όπου ζουν κυρίως σουνίτες.
Η πιο αιματηρή επίθεση πραγματοποιήθηκε στην Ταρμίγια, μια πόλη βόρεια της Βαγδάτης, όπου τις τελευταίες εβδομάδες έχουν καταγραφεί πολλά βίαια επεισόδια. Δύο βόμβες εξερράγησαν μπροστά στη νομαρχία και την ώρα που οι άνθρωποι απομακρύνονταν από το σημείο της επίθεσης δύο βομβιστές αυτοκτονίας πυροδότησαν τα εκρηκτικά που έφεραν. Συνολικά 9 άνθρωποι σκοτώθηκαν και 17 τραυματίστηκαν, σύμφωνα με αξιωματούχους των υπηρεσιών ασφαλείας.
Από την άλλη, στη Βαγδάτη 6 άνθρωποι σκοτώθηκαν από την έκρηξη παγιδευμένου αυτοκινήτου στη συνοικία Μπαγιάα, όπου ζουν κυρίως σιίτες, ενώ από μια έκρηξη στη σουνιτική συνοικία Αμρίγια τραυματίστηκαν 5 άνθρωποι. Επίσης 3 άνθρωποι σκοτώθηκαν στο Αμπού Γράιμπ και τη Φαλούτζα, ενώ 3 ακόμη έχασαν τη ζωή τους από την έκρηξη βόμβας στη Μοσούλη.
Δύο αστυνομικοί σκοτώθηκαν σε μια συντονισμένη επίθεση εναντίον ενός κέντρου παροχής κοινωνικής βοήθειας της αστυνομίας στην Τικρίτ, όπου μετά την έκρηξη παγιδευμένου αυτοκινήτου ακολούθησε ανταλλαγή πυρών μεταξύ των ανταρτών και των δυνάμεων ασφαλείας. Σύμφωνα με αξιωματούχους, οι δυνάμεις ασφαλείας κατάφεραν να εξουδετερώσουν 2 βομβιστές αυτοκτονίας πριν προλάβουν να πυροδοτήσουν τα εκρηκτικά που έφεραν.
Τα βίαια επεισόδια στο Ιράκ παρουσίασαν φέτος νέα άνοδο με περισσότερους από 6.200 θανάτους να έχουν καταγραφεί από τον Ιανουάριο, προκαλώντας φόβους ότι η χώρα βυθίζεται και πάλι στη διαδογματική βία που είχε αιματοκυλήσει το Ιράκ μετά την επέμβαση των ΗΠΑ το 2003. Στόχος των επιθέσεων είναι αστυνομικοί, στρατιώτες ή πολίτες, καφετέριες, τεμένη, εστιατόρια, ακόμη και ποδοσφαιρικά γήπεδα.
Η αύξηση των αιματηρών επιθέσεων, από τις οποίες σχεδόν 950 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους το Νοέμβριο, ώθησε τις αρχές του Ιράκ να ζητήσουν βοήθεια από τις ΗΠΑ.
Επιπλέον, για να αντιμετωπιστεί το κύμα βίας, οι Αρχές της χώρας έχουν υιοθετήσει νέα μέτρα. Η κυκλοφορία έχει περιοριστεί στη Βαγδάτη, ενώ η ιρακινή κυβέρνηση έχει ξεκινήσει επιχειρήσεις εναντίον των ανταρτών που έχουν οδηγήσει, σύμφωνα με τις αρχές, στη σύλληψη εκατοντάδων ανδρών και το θάνατο δεκάδων άλλων.
Όμως «τα μέτρα που έχει λάβει η κυβέρνηση δεν αρκούν για το εύρος του προβλήματος», εκτιμά ο Ίσαμ αλ Φάλι, καθηγητής πολιτικής ιστορίας σε πανεπιστήμιο του Βαγδάτης. Σύμφωνα με τον ίδιο, η κατάσταση στο Ιράκ έχει επιδεινωθεί και τα μέτρα που έχει υιοθετήσει η κυβέρνηση δεν είναι επαρκή.
Οι αρχές του Ιράκ δηλώνουν ιδιαίτερα ανήσυχες από την επανεμφάνιση ομάδων που συνδέονται με την αλ Κάιντα και οι οποίες έχουν ενδυναμωθεί από τη σύρραξη στη γειτονική Συρία, ενώ κατηγορούν σουνίτες αντάρτες για την πλειονότητα των επιθέσεων.
Αναλυτές και διπλωμάτες συμφωνούν ότι οι ιρακινές Αρχές δεν έχουν καταφέρει να διαχειριστεί την αγανάκτηση της σουνιτικής μειονότητας, που πιστεύει ότι είναι θύμα διακρίσεων από την κυβέρνηση του πρωθυπουργού Νούρι αλ Μάλικι, στην οποία κυριαρχούν οι σιίτες.