Οι φωνές που ζητούν να προστατεύσουμε την οικονομία παρά να επιβραδύνουμε την εξάπλωση του κορονοϊού είναι «κυνικές και απερίσκεπτες», δήλωσε ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς και παρέπεμψε στο παράδειγμα της Βρετανίας.
«Μπορείτε να δείτε ότι χώρες οι οποίες επεδίωκαν κάτι ανάλογο, όπως φαίνεται ότι έκανε η Βρετανία, έχουν τώρα αλλάξει πορεία», δήλωσε ο κ. Σολτς στο πλαίσιο τηλεοπτικής του συνέντευξης προς την εφημερίδα «BILD» και ήταν μάλιστα ακόμη πιο άμεσος όταν αναφέρθηκε σε δηλώσεις αμερικανών πολιτικών ότι «οι πιο ηλικιωμένοι ίσως θυσιαστούν για το καλό της οικονομίας που θα κληρονομήσουν τα εγγόνια τους»: «Η σκέψη και μόνο μου φέρνει ανατριχίλα. Είναι εντελώς κυνικό και αδικαιολόγητο και χαίρομαι που ζω σε μια χώρα όπου δεν υπάρχουν τέτοιες απόψεις», είπε χαρακτηριστικά, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
«Εξετάζονται ήδη τρόποι με τους οποίους θα μπορούσαν να ανταμειφθούν εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας ή σε άλλους κλάδους που έχουν επιβαρυνθεί ιδιαίτερα, ενδεχομένως με την καταβολή αφορολόγητου μπόνους» πρόσθεσε.
Σε ό,τι αφορά την αυριανή συνεδρίαση του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου, κατά την οποία αναμένεται να αποφασιστεί έκτακτη άρση του «φρένου χρέους» προκειμένου η χώρα να δανειστεί 156 δισεκατομμύρια από τις αγορές τα οποία θα διατεθούν στα μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης, ο κ. Σολτς, σε επιστολή του προς τους βουλευτές, τονίζει ότι η κυβέρνηση θα αναλάβει πρωτοβουλίες για την στήριξη της οικονομίας αμέσως μόλις καταστεί εφικτή η επαναλειτουργία των επιχειρήσεων. «Όταν καφέ, κινηματογράφοι αι καταστήματα μπορούν αν ανοίξουν και πάλι, θα λάβουμε στοχευμένα μέτρα προκειμένου να αναζωογονήσουμε την οικονομία», αναφέρει ο υπουργός στο έγγραφο το οποίο επικαλείται το Reuters.