Σε καθεστώς «κακοπληρωμένης» εργασίας βρίσκονται περίπου 600.000 εργαζόμενοι στη Βουλγαρία, αριθμός ο οποίος αντιστοιχεί στο 27% των απασχολουμένων στη χώρα, σύμφωνα με έρευνα που παρουσίασε σήμερα ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας Ανεξαρτήτων Συνδικάτων της Βουλγαρίας (CITUB) Πλάμεν Ντιμιτρόφ.
Παρουσιάζοντας τη μελέτη, που εκπόνησε το τμήμα ερευνών της CITUB, ο κ. Ντιμιτρόφ διευκρίνισε, ότι ως «κακοπληρωμένος» εργαζόμενος υπολογίζεται κάποιος, η αμοιβή του οποίου δεν ξεπερνά το 67% του στατιστικού μέσου όρου του καθαρού μηνιαίου μισθού στη Βουλγαρία.
Με τον μέσο όρο του μηνιαίου μισθού να διαμορφώνεται στα 525 λέβα (268,43 ευρώ), ο μηνιαίος μισθός ενός «κακοπληρωμένου» εργαζόμενου δεν ξεπερνά τα 352 λέβα (179,97 ευρώ), ποσό που μετά τους φόρους μειώνεται περαιτέρω.
Τυπικό δείγμα «κακοπληρωμένου» εργαζόμενου αποτελούν οι γυναίκες στο στάδιο πριν τη συνταξιοδότηση, με σχετικά χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης και εργασιακό πεδίο τη βιομηχανία μεταποίησης ή τη γεωργία.
Στους «κακοπληρωτές» ξεχωρίζουν οι μικρές εταιρείες, σε περιοχές μακριά από τα αστικά κέντρα.
Τρεις στους τέσσερις «κακοπληρωμένους» εργαζομένους έχουν απολυθεί τουλάχιστον μία φορά.
Οι εργαζόμενοι που δεν είναι μέλη σε κάποια συνδικαλιστική οργάνωση, έχουν διπλάσιες πιθανότητες να είναι «κακοπληρωμένοι» και εξίσου μεγάλες πιθανότητες στις περιπτώσεις της μερικής απασχόλησης.
Για τη βελτίωση των συνθηκών, η Συνομοσπονδία επιδιώκει την ενίσχυση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, την καθιέρωση συστήματος πληρωμών άμεσα συνδεδεμένου με την αποδοτικότητα της εργασίας, καθώς και την εξασφάλιση συμμετοχής της συνδικαλιστικής οργάνωσης σε όλες τις πρωτοβουλίες βελτίωσης του εργασιακού περιβάλλοντος.