Ένα γεγονός μάλλον σπάνιο επιβεβαίωσε σήμερα στο Γερμανικό Πρακτορείο ένας Τούρκος αξιωματικός, ο οποίος έκανε γνωστό πως οι επικεφαλής των υπηρεσιών πληροφοριών της χώρας του και της Συρίας συναντήθηκαν στη Ρωσία και πιο συγκεκριμένα στη Μόσχα.
Ενώ γίνεται εδώ και καιρό λόγος για υψηλού επιπέδου επαφές ανάμεσα στην Άγκυρα και τη Δαμασκό, οι οποίες υποστηρίζουν αντίθετες πλευρές στη σύγκρουση, είναι η πρώτη φορά που επιβεβαιώνεται μια τέτοια συνάντηση, δήλωσε συριακή πηγή.
Ο επικεφαλής των Τουρκικών Υπηρεσιών Πληροφοριών, Χακάν Φιντάν και ο Άλι Μαμλούκ, ο επικεφαλής του Συριακού Γραφείου Εθνικής Ασφαλείας και έμπιστος του Σύρου προέδρου, Μπασάρ αλ-Άσαντ, συναντήθηκαν τη Δευτέρα (13/01) στη Ρωσία.
Οι δύο αξιωματούχοι «μίλησαν επίσης για την πιθανότητα να συνεργασθούν εναντίον της YPG στη βορειοανατολική Συρία», δήλωσε η τουρκική πηγή, όπως μεταφέρει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων. Η YPG είναι η πολιτοφυλακή των Κούρδων της Συρίας, Μονάδες Προστασίας του Λαού.
Τον Οκτώβριο η Τουρκία εξαπέλυσε επιδρομή στη βορειοανατολική Συρία, αφού οι ΗΠΑ απέσυραν τα στρατεύματά τους και εγκατέλειψαν τους Κούρδους της Συρίας, που ήταν σύμμαχοί τους στον αγώνα εναντίον του Ισλαμικού Κράτους.
Σύμφωνα με το συριακό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων SANA, ο Μαμλούκ ζήτησε την άμεση και πλήρη αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από τη Συρία.
Ενώ η Μόσχα υποστηρίζει αντάρτες που επιδιώκουν την ανατροπή του Άσαντ, η Δαμασκός υποστηρίζεται από τη Ρωσία. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είχε προηγουμένως αποκαλέσει τον Άσαντ «δολοφόνο» και ο Σύρος ηγέτης είχε χαρακτηρίσει «κλέφτη» τον Τούρκο πρόεδρο.
Ο Ερντογάν είπε σήμερα πως η χώρα του μπορεί να επαναλάβει τις επιχειρήσεις της στη Συρία ανά πάσα στιγμή «για να εμποδίσει τις απόπειρες του καθεστώτος να παραβιάσει την κατάπαυση του πυρός».
Αναφερόμενος σε εκεχειρίες για τις οποίες μεσολάβησαν η Μόσχα και η Ουάσινγκτον, ο Τούρκος πρόεδρος έκανε λόγο για «σοβαρές διαφορές» ανάμεσα σε αυτό που συμφωνήθηκε και στην πραγματικότητα επί του πεδίου. Όπως χαρακτηριστικά προειδοποίησε: «Θα πρέπει όλοι να δουν και να δεχθούν ότι δεν πρόκειται πια για αστείο και ότι η Τουρκία θα το κάνει σίγουρα όταν λέει, “θα το κάνουμε”».