Στη Χίο βρίσκεται από το πρωί η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη.
Σε συνέντευξη της στα τοπικά ΜΜΕ η κ. Μενδώνη αναφέρθηκε στη βασική στόχευση του Υπουργείου Πολιτισμού να ολοκληρωθεί το κτηριακό έργο του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου της Χίου μέσα στο 2025.
Σύμφωνα με την Υπουργό, το έργο για την αποκατάσταση του παλαιού κτηρίου του μουσείου προχωρά με ταχύτερο ρυθμό από τον αρχικά προβλεπόμενο. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά: «Το έργο που αφορά την αποκατάσταση του παλαιού κτηρίου βρίσκεται πιο μπροστά από το χρονοδιάγραμμά του. Το έργο που αφορά την επέκταση αντιμετώπισε κάποια μικρά προβλήματα, τα οποία επιλύονται και προχωρεί και αυτό, και επομένως θα ολοκληρωθεί εντός του χρονοδιαγράμματος που επιβάλλει το Ταμείο Ανάκαμψης».
Όπως η κ. Μενδώνη υποστήριξε «το επόμενο δίμηνο θα τύχουν της έγκρισης του Συμβουλίου Μουσείων του Υπουργείου Πολιτισμού, και η μουσειολογική και μουσειογραφική μελέτη, ώστε να ωριμάσει και η μελέτη αυτή και με την ολοκλήρωση του κτηρίου να προχωρήσουμε στην επανέκθεση»,
Όσον αφορά το σχεδιασμό για την ανάδειξη του Κάστρου της Χίου, η Υπουργός Πολιτισμού περιέγραψε τρεις πυλώνες που καθορίζουν τον σχεδιασμό των παρεμβάσεων στο Κάστρο, τονίζοντας παράλληλα την ανάγκη σεβασμού στην ιστορική και πολιτιστική του αξία, όπως αυτή ορίζεται από την αρχαιολογική νομοθεσία και τη διεθνή πρακτική.
Ένας από τους βασικούς στόχους του Υπουργείου, σύμφωνα με την Υπουργό, είναι η κατεδάφιση των παλαιών και ετοιμόρροπων κτιρίων του Τελωνείου, που περιορίζουν την οπτική επαφή με το Κάστρο από την πλευρά του λιμανιού. «Το Κάστρο της Χίου είναι ένα μοναδικό τοπόσημο, το οποίο θα πρέπει να αποκατασταθεί όχι μόνο λειτουργικά, αλλά και αισθητικά. Η κατεδάφιση του Τελωνείου θα επιτρέψει στους επισκέπτες, ιδίως αυτούς που φτάνουν από τη θάλασσα, να αντικρίσουν το Κάστρο σε όλο του το μεγαλείο», σημείωσε η Υπουργός.
Η κατεδάφιση αυτή, όπως εξήγησε, θα προχωρήσει μέσω συντονισμένων ενεργειών με το Υπουργείο Οικονομικών και τον Δήμο Χίου, ενώ ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στη σημασία της άμεσης ανάπλασης του χώρου μετά την κατεδάφιση. «Ο χώρος αυτός μπορεί και πρέπει να αποκτήσει μία νέα μορφή, που θα αναδεικνύει το μνημείο και θα ενισχύει την πολιτιστική ταυτότητα της Χίου», δήλωσε, αναγνωρίζοντας τη σημασία του έργου αυτού για την τοπική κοινωνία.
Η δημιουργία οδού ήπιας κυκλοφορίας οχημάτων στην τάφρο της Σούδας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή υποστήριξε η κ. Μενδώνη. «Οι τάφροι των κάστρων έχουν ιδιαίτερη ιστορική και αισθητική σημασία, που δεν μπορεί να παραβλέπεται. Η διεθνής πρακτική, αλλά και η ελληνική νομοθεσία, είναι ξεκάθαρες: οι τάφροι οφείλουν να διατηρούνται αναλλοίωτες», τόνισε η Υπουργός.
Όσον αφορά την πρόταση για τη δημιουργία δρόμου παράλληλα με τα ενάλια τείχη του Κάστρου, η κ. Μενδώνη υπήρξε κατηγορηματική: «Ο ενάλιος χαρακτήρας του Κάστρου είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητάς του. Η δημιουργία οποιουδήποτε δρόμου που θα αλλοίωνε αυτή την ταυτότητα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή».
Τέλος, η Υπουργός αναφερόμενη στη διαχείριση και ανάπτυξη του ιστορικού οικισμού του Αναβάτου, σημείωσε ότι, πέρα από τις αποκαταστάσεις μεμονωμένων κτηρίων που έχουν πραγματοποιηθεί, απαιτείται ένα συνολικότερο σχέδιο που θα συνδυάζει την προστασία του αρχαιολογικού χώρου με την αξιοποίηση της ιδιωτικής περιουσίας εντός του οικισμού.
Η Υπουργός προεξήγγειλε την εκπόνηση μελέτης σκοπιμότητας και βιωσιμότητας, η οποία θα συντονιστεί από τον γενικό γραμματέα του Υπουργείου Πολιτισμού. Η μελέτη αυτή θα στοχεύει στην ολιστική αξιολόγηση της κατάστασης του Αναβάτου και θα καθορίσει τα επόμενα βήματα για τη διατήρηση, προστασία και ανάπτυξή του. «Δεν μιλώ για ένα σχέδιο τύπου master plan», σημείωσε η Υπουργός, «αλλά για μια μελέτη που θα πατά σταθερά στα δεδομένα της εποχής μας και θα προσφέρει συγκεκριμένες προτάσεις για τη βιώσιμη αξιοποίηση του οικισμού.»
Ιδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε από την Υπουργό στη δυνατότητα των ιδιωτών ιδιοκτητών ακινήτων εντός του Αναβάτου να επενδύσουν στις περιουσίες τους. Υπογράμμισε την ανάγκη δημιουργίας ενός πλαισίου που θα εξασφαλίζει τη νόμιμη και οργανωμένη αξιοποίηση των ιδιωτικών ακινήτων, χωρίς να παραγνωρίζεται η αρχαιολογική και ιστορική σημασία του οικισμού. Όπως δήλωσε, «οι νόμιμοι ιδιοκτήτες θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επενδύσουν στις ιδιοκτησίες τους, κάτι που θα συμβάλει τόσο στη βιωσιμότητα του οικισμού όσο και στην ενίσχυση της τοπικής οικονομίας.»
Η Υπουργός Πολιτισμού εξέφρασε τη βούληση της κυβέρνησης να αναλάβει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που θα διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα και την ανάπτυξη του Αναβάτου, συνδυάζοντας την πολιτιστική κληρονομιά με τις σύγχρονες ανάγκες και δυνατότητες επενδύσεων.
Πηγή: ΑΠΕ