Τους καθημερινούς εξευτελισμούς που υπέστη επί 152 ημέρες αφηγήθηκε ο ειδικός απεσταλμένος της ιταλικής εφημερίδας Λα Στάμπα Ντομένικο Κίρικο ο οποίος απήχθη τον Απρίλιο στη Συρία κι απελευθερώθηκε την περασμένη Κυριακή, τονίζοντας ότι ο ίδιος και ο Βέλγος συγκρατούμενός του Πιερ Πιτσινέν αντιμετωπίζονταν «σαν ζώα».
Ο 62χρονος δημοσιογράφος, που επέστρεψε στην Ιταλία τη νύχτα της Κυριακής προς την Δευτέρα, αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο σε ένα κείμενο που δημοσιεύεται σήμερα στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας και συνοδεύεται από πολλές φωτογραφίες.
Ο Κίρικο και ο Πιτσινέν μπήκαν στη Συρία στις 6 Απριλίου, με τη σύμφωνη γνώμη του Ελεύθερου Συριακού Στρατού. Απήχθησαν ενώ βρίσκονταν στα περίχωρα του Κουσέιρ, μιας πόλης κοντά στα σύνορα με το Λίβανο η οποία εκείνη την περίοδο πολιορκείτο από άνδρες της οργάνωσης Χεζμπολάχ.
Αφού, κατά πάσα πιθανότητα, τους πρόδωσαν οι δύο άνδρες που τους συνόδευαν, οι όμηροι οδηγήθηκαν σε ένα σπίτι όπου τους ξυλοκόπησαν. Οι απαγωγείς, ο επικεφαλής των οποίων είπε ότι λεγόταν Άμπου Άμαρ, είναι αντάρτες, μέλη της Αλ Φαρούκ. Μολονότι η Δύση διαπραγματεύεται με αυτήν την οργάνωση, ο δημοσιογράφος χαρακτηρίζει τα μέλη της «γκάνγκστερ» που εκμεταλλεύονται την κατάσταση για να θέσουν υπό τον έλεγχό τους εδάφη, «να ληστέψουν τον πληθυσμό, να απαγάγουν ανθρώπους και να γεμίσουν τις τσέπες τους».
Από την ημέρα εκείνη, όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, ξεκίνησε η «οδύσσεια» των δύο ανδρών, μια «τρομερή και δύσκολη» περιπέτεια καθώς οι απαγωγείς τους προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τους διώκτες τους και κατά διαστήματα επέστρεφαν στις κρυψώνες τους. Τον Ιούνιο, υπό την πίεση της Χεζμπολάχ, αναγκάστηκαν να φύγουν μαζί με όλους τους κατοίκους της περιοχής προς τη Χομς: συνολικά 5.000-6.000 άνθρωποι, «άνδρες, γυναίκες και παιδιά, ανάπηροι και ηλικιωμένοι περπατούσαν επί δώδεκα ώρες, επί δύο συνεχόμενες νύχτες, διασχίζοντας την ύπαιθρο» ανέφερε.
Κατά τη διάρκεια αυτής της «εξόδου» ο Κίρικο ζήτησε από τον Άμπου Άμαρ ένα τηλέφωνο για να επικοινωνήσει με την οικογένειά του και εκείνος αρνήθηκε, γελώντας, να του δώσει το δικό του. Ένας στρατιώτης του Ελεύθερου Συριακού Στρατού που ήταν τραυματισμένος στα πόδια του έδωσε τελικά το κινητό του. «Αυτή ήταν η μοναδική χειρονομία συμπόνιας που έλαβα μέσα σε 152 ημέρες», γράφει στο τετρασέλιδο άρθρο του. «Ακόμη και τα παιδιά και οι ηλικιωμένοι προσπαθούσαν να μας βλάψουν. Το λέω ίσως ηθικολογώντας όμως στη Συρία γνώρισα πραγματικά τη χώρα του Κακού», συνεχίζει.
Ο ίδιος και ο συγκρατούμενός του αντιμετωπίζονταν «σαν ζώα», τους έκλειναν «σε μικρά δωμάτια με κλειστά παράθυρα παρά την αποπνικτική ζέστη» και υποχρεώνονταν να τρώνε τα αποφάγια των απαγωγέων τους.
«Σ’ όλη μου τη ζωή, δεν γνώρισα ποτέ τέτοιον καθημερινό εξευτελισμό, να με εμποδίζουν να κάνω ακόμη και τα απλούστερα πράγματα», εξήγησε προσθέτοντας ότι σε δύο περιπτώσεις οι δεσμοφύλακές τους απείλησαν να τον σκοτώσουν: «μου κόλλησαν το κεφάλι στον τοίχο και πλησίασε την κάνη στον κρόταφό μου (…) ατέλειωτες στιγμές κατά τις οποίες ντρέπεσαι (…) και εξοργίζεται με τον ίδιο σου τον φόβο».